Δεν χρειάζεται να πούμε τίποτε για τον Παναγιώτη Κρητικό ως πολιτικό. Σήμερα θα μιλήσουμε για τον Παναγιώτη Κρητικό ως ποιητή. Πιστεύω όμως ότι αυτά τα δύο πράγματα, στην προσωπικότητα του Παναγιώτη, είναι συνδεδεμένα. Ο Παναγιώτης ο Κρητικός είναι ένας πολιτικός εκατό τα εκατό. Ένας πολιτικός που αναπνέει την πολιτική, ζει με την πολιτική και εκπέμπει πολιτική. Είναι πολιτικός ενός είδους που, στην εποχή της πολιτικής παρακμής που ζούμε, τελεί εν ανεπαρκεία. Υπάρχει όμως σε αφθονία σε αυτή την αίθουσα. Ένας πολιτικός που έχει βιώσει την πολιτική μέσα από κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες για τη Δημοκρατία, την ελευθερία, για την ισότητα, την αλληλεγγύη και για την πατρίδα.
Το ερώτημα είναι γιατί ένας πολιτικός, γεμάτος πολιτική δράση, γράφει ποιήματα. Υπάρχουν πιστεύω δύο κατηγορίες πολιτικών που γράφουν ποιήματα. Στη μία κατηγορία, ανήκουν οι πολιτικοί που γράφουν ποιήματα σαν φυγή από την πολιτική, για να εκφράσουν τους υπαρξιακούς τους προβληματισμούς που δεν εκφράζονται μέσα από την πολιτική. Και έχουμε διακεκριμένους πολιτικούς που έγραψαν καλή ποίηση σε αυτό το χώρο. Υπάρχουν όμως πολιτικοί που χρησιμοποιούν το ποίημα σαν μία άλλη έκφραση, σαν ένα διαφορετικό μέσο επικοινωνίας για τα πολιτικά μηνύματα.
Όταν ο Παναγιώτης Κρητικός μιλά πολιτικά ή αγορεύει στη βουλή ή γράφει ποιήματα, έχει τις ίδιες έννοιες και τα ίδια μηνύματα. Τα ποιήματά του δεν είναι απόκρυφα. Το μήνυμά τους είναι ξεκάθαρο και φανερό, όπως είναι το μήνυμα του πολιτικού του λόγου. Πιστεύει – και σωστά νομίζω – ότι με την ποίηση μπορείς να πλησιάσεις καλύτερα τον κόσμο. Μπορείς να μιλήσεις στην ψυχή του ανθρώπου. Και πάνω απ” όλα, μπορείς να μιλήσεις καλύτερα, πιο ανθρώπινα και πιο αληθινά, στα νειάτα, στη νεολαία. Αυτή είναι η ποίηση του Παναγιώτη Κρητικού.
Δεν είναι η πρώτη φορά που μας παρουσιάζει τα ποιήματά του. Θυμάμαι η πρώτη φορά ήταν το 1983. Από τότε, μαζί με τον πολιτικό του λόγο, μας δίνει και τα ποιήματά του. Τα ποιήματα που είναι σε αυτή τη συλλογή «Πριν όλα χαθούν» είναι μία κραυγή εναντίον της αδικίας, εναντίον του πολέμου. Εκφράζει τους φόβους του γι” αυτόν τον αιώνα, τα πράγματα που τον ανησυχούν ιδιαίτερα, και τον κάνουν κάπως απαισιόδοξο (αν μπορούμε να φανταστούμε τον Παναγιώτη Κρητικό απαισιόδοξο, αφού ο Παναγιώτης είναι, σε τελευταία ανάλυση, και ρομαντικός και αισιόδοξος).
Ένας «αιώνας της αβάστακτης στέρησης», όπως μας λέει, ο «αιώνας του άδικου», ο «αιώνας του πολιτικού παγετώνα». Και το αίτιο είναι, όπως λέει, «η καλπάζουσα νέα τάξη», η οποία στο όνομα της παγκόσμιας κυριαρχίας του ενός έθνους ισοπεδώνει αξίες, λαούς, δικαιώματα και εθνικές οντότητες. Στη βάση αυτού του προβλήματος είναι ο νέος τρόπος διακυβέρνησης του κόσμου, σύμφωνα με τον οποίο, στη νέα αυτοκρατορία που ζούμε, καταλύεται η έννοια του ανεξάρτητου κράτους, θεσμοθετείται ο προληπτικός πόλεμος και, με το πρόσχημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η παρέμβαση στα εσωτερικά των άλλων χωρών. Μέσα από αυτές τις διαδικασίες, βλέπει «το μέγεθος του φονικού που έρχεται από τη γη του ακόρεστου όρνιου». Κι ο καθένας καταλαβαίνει το μήνυμα αυτό.
Στα ποιήματά του, στη σελίδα 45, μας λέει ποια είναι η βάση, η αφετηρία της ποίησής του. Μας λέει ότι ο πολιτισμός της δύσης και οι ανοιχτές κοινωνίες της απειλούνται από τη συρρίκνωση της ελεύθερης λειτουργίας και δράσης των ατόμων, από τη συρρίκνωση που θα προκαλέσει το καθεστώς που άρχισε να χτίζεται για την προστασία δήθεν των ανοικτών κοινωνιών από τον φονταμενταλισμό. Οι κοινωνίες θα υποστούν την υποδούλωσή τους, τα άτομα τον εξανδραποδισμό τους και οι ελεύθερες συνειδήσεις την καταρράκωσή τους. Και είναι αυτοί οι ορατοί κίνδυνοι που υπογραμμίζονται και υπογραμμίζουν την ανάγκη μας να συνειδητοποιήσουμε το πρόβλημα και να δράσουμε.
Τα παιδιά είναι το θέμα ουσιαστικά των ποιημάτων αυτών. Τα παιδιά είναι η ελπίδα μας. Ταυτόχρονα όμως είναι και τα θύματα της σημερινής βαρβαρότητας. Τα παιδιά της Σερβίας, της Παλαιστίνης, του Αφγανιστάν, αλλά και τα παιδιά της Νέας Υόρκης. Κάνει μία σημαντική παρατήρηση, ότι αυτή η νεολαία, αυτή η γενιά των παιδιών έχει μία ιδιαιτερότητα: Δεν γεννηθήκανε, λέει, να γελάνε. Οι άλλες νεολαίες, οι άλλες γενιές είχαν την ευκαιρία να δώσουν μία μάχη, έστω χωρίς δικαίωση, να πολεμήσουν για ψευδαισθήσεις, αλλά εν πάση περιπτώσει, να μεγαλώσουν παλεύοντας.
Και λέει κάτι χαρακτηριστικό, που θα ήθελα να σας το διαβάσω, γιατί αφορά όλους μας: Οι άλλες γενιές έζησαν με το όραμα για ένα καλύτερο μέλλον κι έφυγαν με την πικρία ότι δεν το πραγματοποίησαν. Η γενιά των πολέμων του 1912-3 στο πέρασμα του βίου της έζησε τη λιτότητα. Η γενιά της Μικρασίας έχασε την προοπτική της αποκατάστασης. Η γενιά της Εθνικής Αντίστασης έχασε το όραμα και την ελπίδα. Η γενιά του 1-1-4 και του 15% έχασε το όραμα, την ελπίδα και πάλι την ελπίδα. Η γενιά του Πολυτεχνείου σταδιοδρόμησε δια των αντιπροσώπων της και κινδυνεύουν να σβήσουν οι ελπίδες για τη γενιά της μεταπολίτευσης. Αυτή η γενιά όμως, που μεγαλώνει τώρα, δεν έχει καν περιθώρια για όνειρο, για προοπτική και για δράση.
Είναι σαν τον Ντουσάν, στο ποίημά του, το μικρό παιδάκι στο Δούναβη, μέσα στο μακελειό του πολέμου στη Γιουγκοσλαβία, που αγναντεύει την αντίπερα όχθη του Δούναβη, για να αντικρίσει τη μάνα του. Τη μάνα του, το παρελθόν, αυτό που έχει φύγει κι έχει περάσει στην άλλη όχθη. Κι το παιδάκι μένει μόνο στο βράχο, ανήμπορο, περιμένοντας. Για το Κοσσυφοπέδιο, και γενικά για τον πόλεμο στην περιοχή, έχει αφιερώσει τις καλύτερες γραμμές του, για τον άδικο πόλεμο, σε αυτό το πολύπαθο στέρνο του Αίμου, που τα όρνεα ραμφίζουν τις ψυχές των ανθρώπων.
Κι όταν στο Δούναβη γίνεται αυτό το μακελειό κι ο Ντουσάν μένει μόνος στο βράχο, αντικρίζοντας την απέναντι όχθη, σε μία άλλη χώρα, στην Αμερική στο Ποτόμακ, τα παιδιά ανυποψίαστα παίζουν, περιμένοντας τα δώρα που θα τους δώσουν, χωρίς να ξέρουν ότι τα δώρα αυτά είναι φερμένα από αίμα και καταστροφή σε ένα άλλο κόσμο. Κι όμως κι αυτά τα παιδιά στο Ποτόμακ όπως και τα παιδιά στο Δούναβη έχουν δικαίωμα για τη ζωή, έχουν δικαίωμα να ζήσουν μαζί, να ονειρευτούν μαζί, να φτιάξουν ένα κόσμο με ειρήνη και συνεργασία.
Και πώς μπορεί να γίνει αυτό; Μόνο αν συνειδητοποιήσουμε ότι κινδυνεύουν οι θεσμοί του δημοκρατικού πολιτεύματος σήμερα. Κινδυνεύουν, όπως μας λέει, διότι καταλύονται δια της φαρμακείας από τα διαπλεκόμενα. Και πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι πρέπει να προστατεύσουμε τους θεσμούς, θα πρέπει να πληροφορήσουμε τον κόσμο και θα πρέπει να περιμένουμε από τη νεολαία ένα καινούριο ξεσήκωμα που θα αλλάξει την πορεία της ανθρωπότητας και θα δημιουργήσει προοπτικές ειρήνης και δικαιοσύνης στον κόσμο.
Εδώ τελειώνει ο ρομαντικός Παναγιώτης Κρητικός. Ο πολιτικός όμως θα πρέπει, φαντάζομαι, να ξέρει ότι τα παιδιά δεν ξεκινάνε από μόνα τους. Και δεν μπορούμε να αφήσουμε την ευθύνη μόνο στα παιδιά και στη νεολαία για να αλλάξει τους όρους των πραγμάτων.
Έχουμε και εμείς ευθύνη, Παναγιώτη, να μπούμε μπροστά, να δείξουμε το δρόμο στη νεολαία για το δικό της τον πόλεμο, για τη δική της τη μάχη. Δεν μπορούμε να καθήσουμε και να περιμένουμε η νεολαία να μιλήσει πρώτη. Πρέπει και εμείς να δείξουμε το δρόμο. Και αυτό, ας ελπίσω ότι θα είναι η επόμενη συλλογή των ποιημάτων σου, γιατί δεν θα ήθελα να σκεφτώ ότι η επόμενη αυτή συλλογή θα είναι μία άλλη κραυγή εναντίον της βαρβαρότητας και του πολέμου στο Ιράκ, του πολέμου που έρχεται. Θα ήθελα η επόμενη συλλογή να είναι αφιερωμένη από έναν πολιτικό με πείρα και αγώνες στη νεολαία για το πώς μαζί θα δημιουργήσουμε έναν άλλο κόσμο. Ας ελπίσουμε ότι θα το κάνεις αυτό. Ευχαριστώ.