Κυρίες και κύριοι,
Οι εισηγήσεις που προηγήθηκαν διευκολύνουν πολύ το δικό μου έργο, ιδιαίτερα η εισήγηση του Σταύρου Λυγερού που κάλυψε τα περισσότερα θέματα που ήθελα να καλύψω. Άρα, θα περιοριστώ σε κάποια σχόλια πάνω σε αυτά τα ζητήματα, θα καταλήξω – και το λέω ευθύς εξ αρχής – ότι κι εγώ συμφωνώ ότι, για πολλούς λόγους που θα προσπαθήσω να εξηγήσω, η Ελλάδα οφείλει τώρα, παρά τις οικονομικές και άλλες δυσκολίες που αντιμετωπίζει, να προχωρήσει δια νόμου στην ανακήρυξη της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης στις ελληνικές θάλασσες κι αμέσως μετά, με κατάλληλη πολιτική και διπλωματική προεργασία, να προχωρήσει στην οριοθέτηση της ΑΟΖ με την Κύπρο, την Αίγυπτο και ίσως τη Λιβύη. Αυτό μπορεί να ακούγεται παράξενα σε μερικούς γιατί κάθε Έλληνας πολίτης σήμερα ασχολείται με την οικονομική κρίση και τα οικονομικά και το ερώτημα που συνήθως τίθεται «μα τώρα, με αυτή την οικονομική κρίση, με τα χρέη που έχουμε, αδύναμη σαν χώρα, μπορούμε πραγματικά να σταθούμε στα πόδια μας και να προχωρήσουμε σε μια τέτοια πράξη;»
Αυτό με φέρνει σε δύο αρχές που θέλω να επισημάνω: Η πρώτη αρχή είναι ότι είναι τεράστιο λάθος να χωρίζουμε την εσωτερική οικονομική πολιτική από την εξωτερική. Και η εσωτερική πολιτική και το εξωτερικό περιβάλλον πάνε μαζί, δεν μπορείς να τα δεις ξεχωριστά. Και ήταν ιστορικό λάθος – που εξακολουθούμε να το κάνουμε – να λέμε ότι πρέπει πρώτα να ξεπεραστούν τα εσωτερικά προβλήματα της χώρας και να δούμε τα εξωτερικά θέματα αργότερα. Είναι λάθος να διαμορφώνεις την εσωτερική και οικονομική σου πολιτική, χωρίς να αξιολογείς το διεθνές περιβάλλον και τις επιπτώσεις του πάνω στην εσωτερική πολιτική αλλά και τις ευκαιρίες που το εξωτερικό περιβάλλον παρουσιάζει στην άσκηση της εσωτερικής πολιτικής. Έχουμε από την εποχή της ανεξαρτησίας, και με συγχωρείτε αν είμαι κάπως κυνικός, το σύνδρομο της εξάρτησης. Αρχίσαμε με τις προστάτιδες δυνάμεις, προχωρήσαμε, τις περισσότερες φορές, θεωρώντας ότι η ασφάλειά μας η εξωτερική και η εσωτερική μας ευημερία εξαρτούνται από δυνάμεις έξω από το δικό μας το χώρο. Αυτό ήταν το δόγμα «ανήκουμε εις τη Δύση» που αντικαταστάθηκε τελευταία από το «ανήκουμε στην Ε.Ε.» με την έννοια ότι με το να ανήκεις σε έναν μεγάλο οικονομικό και πολιτικό σχηματισμό, θα σου προστατέψει τα σύνορα, την εθνική σου ανεξαρτησία και θα σου δώσει και την οικονομική ευημερία. Αυτό είναι μια απλοϊκή προσέγγιση που ουσιαστικά εκχωρεί εθνική εξωτερική πολιτική και αφήνει ξεκρέμαστη την εσωτερική πολιτική. Θα πρέπει λοιπόν τα σημερινά μας προβλήματα, την οικονομική μας πολιτική, να τα δούμε όχι ανεξάρτητα από το τι γίνεται γύρω μας, όχι ανεξάρτητα από τις ευκαιρίες που μας δίνονται στον περίγυρό μας τις οποίες πρέπει να εκμεταλλευτούμε και προς όφελος των εσωτερικών εξελίξεων. Και αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία. Αυτό μπορεί να είναι αυτονόητο αλλά, δυστυχώς, τα αυτονόητα τα ξεχνάμε. Και σήμερα τι κάνουμε; Συζητάμε αποκλειστικά θέματα οικονομικής κρίσης ξεχνώντας όμως ότι μεγάλες αλλαγές γίνονται στον περίγυρό μας, αλλαγές που αν δεν τις προσέξουμε μπορεί να αποβούν άκρως επικίνδυνες για εμάς αλλά και αλλαγές που, αν τολμήσουμε να τις εκμεταλλευτούμε, μπορεί να μας λύσουν όχι μόνο εξωτερικά αλλά και εσωτερικά ζητήματα. Αυτό θέλω να το τονίσω γιατί είναι μια ξεχασμένη αρχή.
Η δεύτερη αρχή, στην οποία εγώ πιστεύω πολύ, είναι ότι οι χώρες του Ελληνισμού, η Ελλάδα και η Κύπρος, έχουν κοινή μοίρα. Ο χώρος της ΝΑ Μεσογείου είναι χώρος ζωτικός για τον Ελληνισμό. Μια Ελλάδα χωρίς ανεξάρτητη Κυπριακή Δημοκρατία είναι μια λαβωμένη, μια μη βιώσιμη Ελλάδα και μια Κυπριακή Δημοκρατία με μια καταρρέουσα Ελλάδα δεν μπορεί να επιβιώσει. Είχα την υψηλή αποστολή να υλοποιήσω το Δόγμα του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου Ελλάδας Κύπρου και ξέρω ποια ήταν τα προβλήματα, οι δυσκολίες. Ο Ενιαίας Αμυντικός Χώρος δεν ήταν μόνο μια στρατιωτική έννοια, αλλά είχε περιεχόμενο οικονομικό, πολιτιστικό και πολιτικό. Είχαμε τότε, μιλάμε για το 1995, την έννοια ότι αυτός ο χώρος βιώνεται πολιτιστικά, οικονομικά και στρατιωτικά – αμυντικά μαζί. Θα έχετε ίσως ξεχάσει ότι, την ίδια εποχή, παρά το γεγονός ότι οι σχέσεις μας με τις Αραβικές χώρες ήταν πολύ στενές, προχωρήσαμε στην πρώτη αμυντική συμφωνία με το Ισραήλ. Την υπέγραψα το 1995 με τον τότε υπουργό Άμυνας του Ισραήλ τον τότε Πρωθυπουργός Ράμπιν ο οποίος έβλεπε από τότε διορατικά την ανάγκη ενός πολιτικού και αμυντικού βάθους και για το Ισραήλ. Το καταφέραμε αυτό χωρίς να διαταράξουμε τις σχέσεις μας με τον Αραβικό κόσμο. Επισκέφτηκα τον τότε Πρόεδρο Ασσάντ της Συρίας, μετά από 3 μήνες, οι σχέσεις μας ήταν εξαιρετικές και αυτό έδειχνε ότι πράγματι, μπορείς να αναπτύξεις μια πολιτική φιλίας προς όλες τις χώρες, χωρίς να τουμπάρεις από τη μια ή την άλλη μεριά.
Δυστυχώς, τα πράγματα από τότε έχουν αλλάξει. Και πρέπει να σας το πω και να δούμε που στεκόμαστε. Η Κύπρος έχει πάρει ένα διαφορετικό και ολισθηρό δρόμο, οι δυνάμεις αφελληνισμού του νησιού δουλεύουν πολύ συντονισμένα. Στην Ελλάδα έχουμε κλειστεί στο καβούκι μας, βλέπουμε την Κύπρο μακριά, πέρασε η εποχή που συναποφασίζαμε, πέρασε η εποχή του Ενιαίου Αμυντικού Δόγματος και απομακρύνεται η Ελλάδα από την Κύπρο και η Κύπρος από την Ελλάδα. Εξωτερική πολιτική για τον Ελληνισμό χωρίς μια ενιαία πολιτική αυτών των δύο κρατών δεν μπορεί να γίνει.
Αυτά είναι δύο θέματα που ήθελα εισαγωγικά να τονίσω για να μπω σε κάποιες σκέψεις για τις αλλαγές που συντελούνται στην περιοχή μας.
Με κάποια καθυστέρηση αναγνωρίζουμε σήμερα ότι δεν ζούμε μια περιοδική κρίση αλλά μια μεγάλη ριζική αλλαγή στη μορφή του παγκόσμιου καπιταλισμού. Η κρίση αυτή δεν έχει ακόμη εκδηλωθεί σε όλες της τις διαστάσεις. Δεν ξέρουμε που θα καταλήξει, ποιες μετατοπίσεις των δυνάμεων στο ισοζύγιο οικονομικής ισχύος, που θα είναι τα χρηματοπιστωτικά κέντρα, αν θα εξακολουθήσουν να είναι η Νέα Υόρκη, η Φρανκφούρτη και το Λονδίνο ή θα είναι κάπου στην Ασία, που θα είναι τα μεγάλα κέντρα παραγωγής και βιομηχανίας, αν θα είναι στη Λατινική Αμερική, στην Ασία ή και αλλού, που θα πραγματοποιείται η συσσώρευση κεφαλαίου. Σήμερα, η συσσώρευση του κεφαλαίου δεν προέρχεται από τις ανεπτυγμένες χώρες: όλες, ακόμα και η Αμερική είναι ελλειμματικές. Τα Αμερικανικά νοικοκυριά ξοδεύουν περισσότερα από τα εισοδήματά τους και δανείζονται. Η συσσώρευση γίνεται από τις φτωχές χώρες, την Κίνα, την Ινδία, και φυσικά τις χώρες πετρελαίου. Αυτές οι ανακατατάξεις, μαζί με τις μεγάλες αλλαγές στο δημογραφικό, θα αλλάξουν τη μορφή του κόσμου. Η Ευρώπη γερνάει και, είτε το θέλει είτε όχι, στα επόμενα 30 χρόνια, 60 εκατομμύρια μετανάστες θα έρθουν στην Ευρώπη, κυρίως από την Αφρική αλλά και μερικές Ασιατικές χώρες. Αυτές οι μεγάλες μετακινήσεις στους πληθυσμούς, μαζί με τις μετατοπίσεις στις οικονομικές ισορροπίες και τις τεχνολογικές εξελίξεις, θα διαμορφώσουν έναν κόσμο τελείως διαφορετικό από αυτόν που ζούμε σήμερα. Αυτές είναι οι μεγάλες γεωπολιτικές αλλαγές.
Εδώ στην Ελλάδα έχουμε τον αντίκτυπο αυτής της κρίσης. Εμείς χτίσαμε μια οικονομία και μια κοινωνία ευημερίας, βασισμένη στην κατανάλωση κι αναγνωρίζουμε σήμερα ότι οι αρχές πάνω στις οποίες κτίσαμε αυτή την κοινωνία, αυτή την οικονομία, αλλά και οι αξίες που κυριαρχούσαν στην κοινωνία μας έχουν ξεπεραστεί. Τα επόμενα δέκα χρόνια, η Ελλάδα θα είναι μια τελείως διαφορετική πατρίδα από τη σημερινή. Προς το καλύτερο; Προς το χειρότερο; Αυτό σε ένα μεγάλο βαθμό θα εξαρτηθεί κι από εμάς. Είτε το θέλουμε είτε δεν το θέλουμε, με πολύ απλά λόγια, το πρόβλημά μας είναι ότι έχουμε μια παραγωγή που είναι μικρή και συρρικνώνεται, έχουμε ένα πολύ μεγάλο εξωτερικό χρέος που πρέπει να εξυπηρετήσουμε και, ταυτόχρονα, πρέπει να έχουμε επίπεδο διαβίωσης ανεκτό που θα διατηρήσει μια εσωτερική κοινωνική συνοχή και να έχουμε κι ένα περίσσευμα για να προχωρήσουμε σε επενδύσεις και να αυξήσουμε την οικονομία μας. Όλα αυτά μαζί δεν γίνονται.
Αυτό που πρέπει να γίνει σε μια χώρα είναι να υπάρχει ένα πρόγραμμα ανάπτυξης όπου ένα σημαντικό απόθεμα θα διατεθεί σε αναπτυξιακούς πόρους σε συνδυασμό με ένα επίπεδο διαβίωσης ανεκτό. Ανάπτυξη δεν έχει γίνει ποτέ μέσα από εξαθλίωση των νοικοκυριών. Και στο βαθμό που περισσεύει μέσα από την ανάπτυξη κάτι, μπορείς να ξεπληρώσεις σιγά – σιγά το χρέος, με τους ρυθμούς που σου επιτρέπει η ανάπτυξή σου κι όχι αντίστροφα.
Δυστυχώς, αυτό το μοντέλο δεν εφαρμόζεται. Η Ευρώπη έχει γίνει ένα συνδικάτο των τραπεζιτών. Η αναπτυξιακή διάσταση της Ευρώπης τέλειωσε με την ενιαία πράξη του Delors που ήταν η τελευταία φορά που η Ευρώπη είχε δική της βιομηχανική αναπτυξιακή πολιτική. Η ιδεολογία τώρα είναι η λογιστική των τραπεζών που βαθαίνει την κρίση, όχι μόνο στις δανειζόμενες χώρες αλλά και στις χώρες που σήμερα έχουν πλεόνασμα. Μια μεγάλη κρίση ύφεσης στην Ελλάδα αλλά και στην Ιταλία και στην Ισπανία θα έρθει με τη σειρά της και στη Γερμανία.
Αυτό είναι το πρόβλημα που εμείς αντιμετωπίζουμε και πρέπει να το αντιμετωπίσουμε εθνικά, μέσα σε ένα κόσμο που αλλάζει. Και τι αλλάζει γύρω από εμάς. Αλλάζει όλη η περιοχή. Στη Μεσόγειο και στη Μέση Ανατολή είχαμε διάφορα αραβικά κράτη, άλλα με πειράματα νεωτερισμού, άλλα κράτη ουσιαστικά φεουδαρχικά, με μια δυτική «κρούστα» αλλά στη βάση ο λαός είχε παραμείνει ισλαμικός. Τώρα ζούμε τη λεγόμενη «Αραβική άνοιξη». Δεν ξέρουμε πού θα καταλήξει αυτή αλλά πρέπει να σας πω ότι όταν «ανοίξει» το καπάκι της καταπίεσης, αυτό που βγαίνει στην επιφάνεια είναι η ψυχή των λαών. Στη Σοβιετική Ένωση, για 80 χρόνια είχε καταπιεστεί η Ορθοδοξία και σήμερα βλέπουμε τους ηγέτες της Ρωσίας να γυρίζουν πίσω σε μια ρωσική ψυχή που εμπεριέχει την ορθόδοξη θρησκεία. Δεν μπορείς να καταπολεμήσεις τη θρησκευτική έννοια του ισλαμισμού με νεωτερισμούς και γι΄ αυτό και από μια άποψη και ο Κεμαλισμός τελικά έχει ξεπεράσει τον ωφέλιμο βίο του και στην Τουρκία.
Η κατάσταση θα είναι πολύ ρευστή από την Τουρκία, στο Ιράν, στη Μέση Ανατολή σε όλη τη Μεσόγειο και φυσικά θα μπουν και παίκτες στην περιοχή. Η Τουρκία θέλει να παίξει έναν περιφερειακό ρόλο, όπως και το Ιράν, η Αίγυπτος δεν πρόκειται να αφήσει την Τουρκία να έχει το μονοπώλιο, θα υπάρξει λοιπόν ανταγωνισμός και διαμάχη ανάμεσα σ΄ αυτές τις δυνάμεις. Η κατάσταση θα είναι ρευστή.
Μέσα σε αυτά τα ρήγματα, η Ελλάδα και ο Ελληνισμός θα πρέπει να προσέξει να έχει τις συμμαχίες που του προσφέρουν οι ευκαιρίες και τα ρήγματα αυτά για να μπορέσει να περάσει τις δικές του θέσεις. Αυτό θα ήταν ένα σχετικά απλό διπλωματικό παιχνίδι. Τα πράγματα όμως περιπλέκονται γιατί η περιοχή έχει φυσικό αέριο και πετρέλαιο, κι όταν αυτά μπαίνουν στο παιχνίδι, δεν εμπλέκονται μόνο τα κράτη της περιοχής και άλλα που διψούν για ενέργεια αλλά εμπλέκονται και οι πολυεθνικές εταιρίες. Το παιχνίδι λοιπόν στην περιοχή μας γίνεται πολύπλοκο, ανταγωνιστικό ανάμεσα σε κράτη, ανάμεσα σε πολυεθνικές εταιρίες. Αυτά είναι στοιχεία κινδύνου αλλά και στοιχεία ευκαιριών. Για να παίξεις όμως ένα παιχνίδι θα πρέπει να είσαι διατεθειμένος να παίξεις το παιχνίδι. Ποιο είναι όμως το δικό μας παιχνίδι;
[μέρος της ομιλίας που δεν μαγνητοφωνήθηκε]
Νομίζω ότι κάτω από αυτές τις συνθήκες, αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να αποβάλουμε το φοβικό σύνδρομο που έχουμε και να προχωρήσουμε στην ανακήρυξη της ΑΟΖ. Νομίζω ότι αν αυτό γίνει, θα μπορέσουμε να κάνουμε ένα σημαντικό βήμα και να είμαστε παίκτες στην περιοχή. Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις δεν έχουν παρά να το δουν αυτό με θετικό πνεύμα. Υπάρχει μεγάλος ανταγωνισμός για τους αγωγούς πετρελαίου και φυσικού αερίου. Είναι γνωστό ότι η Ε.Ε. δεν θέλει να έχει απόλυτη εξάρτηση από ρωσικούς αγωγούς, ένας αγωγός λοιπόν ενέργειας που περνάει από το Ισραήλ, την Κύπρο, την Ελλάδα και συνεχίζει στην Ευρώπη, είναι μια εναλλακτική πηγή ενέργειας που, πέρα από τα οικονομικά οφέλη που έχει η Ε.Ε., είναι και ένας σημαντικός παράγοντας ασφάλειας γι΄ αυτήν. Συνεπώς, η κίνηση αυτή μπορεί να μας προσφέρει ως συμμάχους ευρωπαϊκά κράτη και, απ΄ ότι καταλαβαίνω και από τα ενδιαφέροντα των πολυεθνικών εταιριών, και οι ΗΠΑ θα είναι θετικές σε αυτήν την εξέλιξη. Αν γίνει λοιπόν η κατάλληλη διπλωματική και πολιτική διεργασία, μας παρέχεται η δυνατότητα να προχωρήσουμε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Για τα δικά μας εσωτερικά θέματα του ελλείμματος κλπ, αν μπει στο τραπέζι και ο πλούτος που μπορεί να δημιουργηθεί από την εκμετάλλευση των πηγών ενέργειας στην ελληνική ΑΟΖ θα αλλάξει τελείως η διαπραγματευτική μας δύναμη.
Καταλήγω λοιπόν ότι βλέποντας τα πράγματα μαζί – και την οικονομική κρίση στο εσωτερικό αλλά και τις δυνατότητες που μας δίνουν οι εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή μας – μπορούμε αν το τολμήσουμε, να είμαστε αισιόδοξοι για το μέλλον της πατρίδας μας.
Σας ευχαριστώ.