Σεβασμιώτατε, κύριε Νομάρχη, συνάδελφοι βουλευτές, αγαπητοί φίλοι και φίλες, χαίρομαι ιδιαίτερα που είμαι σήμερα κοντά σας. Αναγνωρίζω πολλούς από εσάς από τα παλιά, έχω ιστορικά συνδεθεί με την πόλη αυτή και παρ΄ όλο που είμαι από νησί, αγαπώ πολύ τα βουνά, αγαπώ ιδιαίτερα την περιοχή σας και θα συνεχίσω να έρχομαι και να με βλέπετε συχνά στο θαυμάσιο τόπο σας.
Ακούγοντας από τον Πρόεδρο το βιογραφικό μου, αναρωτήθηκα κι εγώ τι δουλειά έχει ένας οικονομολόγος με την παιδεία. Φαντάζομαι ότι ίσως, όταν ένας οικονομολόγος ανακατεύεται με την παιδεία βρίσκει τον μπελά του, ίσως αυτό έχει συμβεί και με μένα. Αλλά δεν είναι ακριβώς έτσι. Έχω ασχοληθεί με την Παιδεία από τα νεανικά μου χρόνια, έχω διδάξει και στο ΜΙΤ, αλλά από νωρίς με παρέσυρε η πολιτική δράση. Η διεθνής πολιτική δράση στην αρχή και η πολιτική δράση στην Ελλάδα αργότερα. Πρόσφατα, που έχω κάπως περισσότερο χρόνο, διδάσκω και στο Πανεπιστήμιο των Παρισίων για να μη χάνω την επαφή μου με το χώρο της παιδείας.
Αλλά η επαφή μου με το χώρο της παιδείας, πηγάζει από την πεποίθησή μου ότι τίποτα δεν μπορεί να προχωρήσει σε μια χώρα χωρίς αναβαθμισμένη παιδεία. Η καλύτερη επένδυση που μπορεί να κάνει μια κοινωνία είναι στην παιδεία. Και για το θέμα αυτό θέλω να σας μιλήσω.
Μιλάμε όλοι για κρίση στην Παιδεία. Η κρίση υπάρχει και συμφωνούμε όλοι ότι δεν πάει άλλο και το σύστημα πρέπει να αλλάξει. Κρίση παντού. Ο μαθητής δεν ξέρει γιατί είναι μαθητής, ο γονιός δεν ξέρει τι να ζητήσει από το παιδί του και από το δάσκαλο, και ο δάσκαλος, στην ευρεία έννοια ο εκπαιδευτικός, δεν ξέρει πια το ρόλο του. Μέσα σ΄ αυτή την κρίση έχουμε χάσει το δάσκαλο και χωρίς δάσκαλο δεν μπορεί να γίνει καμία μεταρρύθμιση. Μιλάμε για κρίση με απαισιοδοξία, εγώ είμαι όμως αισιόδοξος και θέλω να δανειστώ μια λέξη από τα κινέζικα – δεν θα την προφέρω γιατί η προφορά μου στα κινέζικα δεν είναι καλή – αλλά θα σας πω ότι η λέξη κρίση στα κινέζικα γράφεται με δύο σύμβολα. Το ένα σημαίνει κίνδυνος και το άλλο ευκαιρία. Η κρίση δεν είναι πάντα αδιέξοδος. Δημιουργεί και τις ίδιες τις ευκαιρίες, αρκεί να διακρίνουμε μέσα από τα προβλήματα ποια είναι η διέξοδος και ποιες οι ευκαιρίες για να προχωρήσουμε μπροστά. Εγώ θέλω να εντοπίσω τη συζήτηση στα εξής θέματα:
Ποια είναι τα προβλήματα της παιδείας σήμερα, ποια είναι τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν, ποιο είναι το πλαίσιο μέσα στο οποίο πρέπει να κινηθούμε για να έχουμε την παιδεία που χρειάζεται σήμερα; και γιατί όλα αυτά τα χρόνια, πώς τα καταφέραμε έτσι και δεν μπορούμε να συνεννοηθούμε αναμεταξύ μας για να έχουμε ένα σταθερό πλαίσιο μεταρρυθμίσεων που σταδιακά θα αναβαθμίσουμε την παιδεία, θα την βγάλουμε από την κρίση και θα παραδώσουμε στα παιδιά μας ένα σύστημα που τους αξίζει που θα τα προωθήσει και θα τα κάνει να δουν το μέλλον με προοπτική και αισιοδοξία. Γιατί δεν τα έχουμε καταφέρει, τι φταίει; Και εάν είναι έτσι, τι μπορεί και πρέπει να γίνει από εδώ και πέρα για να βγούμε από το αδιέξοδο και να προχωρήσουμε μπροστά. Έβαλα πολλά ερωτήματα, θέλω να είμαι συνοπτικός για να μείνει αρκετός χρόνος για συζήτηση.
Θέλω όμως πριν να αρχίσω από κάποιες βασικές έννοιες γιατί υπάρχει σύγχυση. Παιδεία, Εκπαίδευση, Κατάρτιση. Είναι τρεις διαφορετικές αλλά συνδεδεμένες έννοιες. Παιδεία είναι μια ευρύτερη έννοια που εμπεριέχει το σύστημα των αξιών που διαμορφώνουν τη συμπεριφορά του πολίτη με τους άλλους, με την κοινωνία. Παιδεία σημαίνει το σύστημα των αξιών που έχουμε κληρονομήσει. Παιδεία σημαίνει πολιτισμός, ιστορική μνήμη, αυτογνωσία και, φυσικά, Παιδεία σημαίνει και γνώση. Εκπαίδευση είναι κάτι άλλο, είναι το οργανωμένο σύστημα όπου παρέχεται γνώση και μεταφέρεται από αυτούς που την έχουν σ΄ αυτούς που μαθαίνουν, είναι το εκπαιδευτικό μας σύστημα.
Στο παρελθόν υπήρχε σύμπνοια ανάμεσα στην παιδεία και στο σύστημα αξιών και στο εκπαιδευτικό σύστημα γιατί οι πηγές της παιδείας ήταν η οικογένεια, η παράδοσή μας και το σχολείο. Σήμερα όμως υπάρχει μία αντινομία ανάμεσα σ΄ αυτό που λέμε παιδεία στην ευρύτερη έννοια και εκπαίδευση, γιατί έχουν μπει και άλλοι παράγοντες στη διαμόρφωση της Παιδείας. Το παιδί σήμερα δεν παίρνει αξίες μόνον από το σπίτι κι από την εκκλησία, δεν παίρνει μόνο από το σχολείο, αλλά και από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Από την καταναλωτική κουλτούρα της παγκοσμιοποίησης, και κυρίως από την τηλεόραση. Τα πρότυπά του δεν είναι τα πρότυπα που είχαμε παλαιότερα εμείς ή οι γονείς μας, είναι καινούρια πρότυπα, και δυνατά πρότυπα, που έρχονται από το γυαλί, και αυτά έρχονται σε σύγκρουση και με το σύστημα αξιών και με το πρόγραμμα της εκπαίδευσης. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει πρόβλημα. Και υπάρχει κι ένα άλλο πρόβλημα. Η οικογένεια, ως θεσμός διατήρησης των αξιών, της παιδείας στην ευρύτερη έννοια, έχει χαλαρώσει. Οι γονείς εργάζονται, πολλά παιδιά μεγαλώνουν σε οικογένειες χωρισμένες, και η οικογένεια δεν παίζει σήμερα το ρόλο που έπαιζε στο παρελθόν στη διαμόρφωση της προσωπικότητας του παιδιού, στην παιδεία του παιδιού.
Αυτά τα γεγονότα μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι στο εκπαιδευτικό σύστημα πέφτει ένα μεγαλύτερο βάρος από ό,τι έπεφτε στο παρελθόν. Το εκπαιδευτικό σύστημα τώρα πρέπει πρώτα να καλύψει το κενό που έχει δημιουργήσει στη σύγχρονη εποχή η χαλαρή σχέση των γονιών με το παιδί στο θέμα της παιδείας, να αντιμετωπίσει το ισοπεδωτικό σύστημα των μέσων μαζικής… διασκέδασης ή αποχαύνωσης, και να δημιουργήσει ένα καινούριο πλαίσιο. Άρα ο δάσκαλος, αν χρειαζόταν μία φορά στο παρελθόν, χρειάζεται εκατό φορές τώρα, για μια σωστή παιδεία και όχι μόνο για ένα σωστό εκπαιδευτικό σύστημα.
Η κατάρτιση είναι κάτι άλλο. Είναι το κομμάτι εκείνο του εκπαιδευτικού συστήματος που εξειδικεύει τον μαθητευόμενο για ορισμένα τεχνικά επαγγέλματα. Αλλά αυτός δεν είναι ο κύριος προορισμός της Εκπαίδευσης. Ο κύριος προορισμός της Εκπαίδευσης είναι να διαμορφώσει την προσωπικότητα του παιδιού, να αναπτύξει την κριτική σκέψη του παιδιού, να το μάθει πώς να μαθαίνει, για να μπορεί να σταθεί στα πόδια του. Η κατάρτιση, η οποία προχωράει χωρίς την υποδομή μιας σωστής Παιδείας, την υποδομή μιας ευρύτατης εκπαίδευσης, είναι κατάρτιση που δημιουργεί ρομπότ, δε δημιουργεί πολίτες που θέλουμε να έχουμε. Ήθελα αυτά τα ζητήματα να τα ξεκαθαρίσω ευθύς εξαρχής, για να βάλουμε το ζήτημα της εκπαίδευσης σε αυτό το πλαίσιο.
Τώρα, μιλάμε για προβλήματα στο χώρο της Εκπαίδευσης. Μακάρι τα προβλήματα να ήταν προβλήματα καλύτερης διαχείρισης του εκπαιδευτικού συστήματος. Αυτό θα ήταν εύκολο. Να αλλάζαμε τούτο, να αλλάζαμε εκείνο, να αλλάζαμε το ένα και το άλλο. Και αυτά χρειάζονται να γίνουν. Αλλά αυτό που πρέπει να καταλάβουμε, και αυτό το μήνυμα θέλω να περάσω σ” εσάς, είναι ότι οι σύγχρονοι καιροί απαιτούν μια άλλη Εκπαίδευση. Η απαίτηση δεν είναι να βελτιώσουμε το παραδοσιακό σύστημα που είχαμε, και με το οποίο μεγαλώσαμε εμείς. Χρειαζόμαστε ένα νέο εκπαιδευτικό σύστημα, για να μπορέσουμε να δώσουμε προοπτική στα παιδιά.
Γιατί γίνεται αυτό; Έχουμε πολλούς και διαφορετικούς λόγους. Αλλά εγώ θα ήθελα να μείνω σε έναν μόνο. Ότι η τεχνολογία, τις τελευταίες δεκαετίες, έχει αλλάξει τον κόσμο. Κι όταν αλλάζει τον κόσμο, αλλάζει και το χώρο της Παιδείας. Πώς; Δύο είναι οι βασικές επιπτώσεις της νέας τεχνολογίας στο χαρακτήρα της Παιδείας με την έννοια της εκπαίδευσης. Χρησιμοποιώ τη λέξη «Παιδεία» τώρα ως «εκπαίδευση». Η πρώτη είναι η επιτάχυνση της καμπύλης της τεχνογνωσίας. Και η δεύτερη είναι το τέλος του φορντικού μοντέλου παραγωγής και της υποκατάστασής του από την πληροφορική και την απομαζικοποιημένη παραγωγή.
Λίγα λόγια για αυτά τα πράγματα. Η γνώση πάντα άλλαζε, και αυτό ήταν πρόοδος, αλλά η αλλαγή της γνώσης γινόταν με σχετικά αργούς ρυθμούς. Τόσο αργούς που μπορούσε να τους απορροφήσει χωρίς πρόβλημα μία γενιά και να περάσει τις γνώσεις της στην άλλη. Δεν είναι πολλά χρόνια πίσω, ή πολλές δεκαετίες πίσω, που ένας που τέλειωνε το Πανεπιστήμιο και ήταν μηχανικός, ή γινόταν φαρμακοποιός, είχε σταθερές γνώσεις, και με αυτές τις γνώσεις, και με το δίπλωμά του, μπορούσε στο υπόλοιπο της ζωής του να είναι ένας θαυμάσιος επιστήμονας, ένα παραγωγικό μέλος της κοινωνίας.
Μα έχουν αλλάξει τα πράγματα. Υπολογίζεται σήμερα ότι 90% των γνώσεων του αποφοίτου του Πανεπιστημίου μέσα σε δέκα χρόνια θα είναι απηρχαιωμένες. Αυτό που ήξερες χθες δεν ισχύει σήμερα. Είναι τόσο γρήγορη η αλλαγή της γνώσης που είναι δύσκολο να το παρακολουθήσεις. Αυτό έχει μια μεγάλη επίπτωση στην Παιδεία.
Πρώτη επίπτωση είναι ότι δεν μπορείς να μείνεις σταθερά σε ένα επάγγελμα. Αυτό που υπήρχε ως επάγγελμα χθες δε θα υπάρχει αύριο. Και άλλα επαγγέλματα θα βγουν. Άρα η εκπαίδευση θα πρέπει να σε προετοιμάσει να έχεις ευελιξία για να μπορείς να κινηθείς, να έχεις γερές βάσεις στις γνώσεις σου για να μπορείς να κινηθείς από ένα επάγγελμα σε άλλο, αν χρειαστεί. Υπολογίζεται, κυρίες και κύριοι, ότι, στη νέα εποχή, ο μέσος πολίτης θα αλλάξει τέσσερις ή πέντε φορές επάγγελμα στην επαγγελματική του ζωή. Εγώ θυμάμαι φίλους μου που τελείωσαν το Πολυτεχνείο και ήταν μεταλλειολόγοι. Δεν υπάρχει σήμερα αυτό το Τμήμα. Πολλά επαγγέλματα θα εκλείψουν και νέα θα φανούν. Αυτός όμως που είναι 35 ή 40 ετών και αντιμετωπίζει αυτό το πρόβλημα δεν πρέπει να είναι απόμαχος της παραγωγής. Πρέπει ήδη να έχει, από τα νεαρά του χρόνια, από το Λύκειο και από το Πανεπιστήμιο, εκείνες τις βάσεις που με μία μετεκπαίδευση θα μπορεί να μεταπηδήσει από ένα πεδίο γνώσης παλιό σε ένα καινούριο πεδίο γνώσης. Αυτό τι σημαίνει; Πρώτη επίπτωση στο χώρο της εκπαίδευσης. Ότι η σχέση του ατόμου με την Παιδεία δεν είναι μία σχέση ηλικιακή. Δεν τελειώνεις τη σχέση σου με την Παιδεία στα δεκαοχτώ σου, όταν τελειώνεις το Λύκειο, ή στα εικοσιτέσσερα ή εικοσιπέντε σου, αν προχωρήσεις και πάρεις το πτυχίο του Πανεπιστημίου. Για όλη τη ζωή σου θα μπαινοβγαίνεις στο χώρο της εκπαίδευσης. Για να μάθεις, για να ξαναμάθεις, να μετεκπαιδευτείς, και να μάθεις και κάτι άλλο καινούριο. Άρα η δια βίου εκπαίδευση είναι κάτι το καινούριο. Έχουμε συνηθίσει να λέμε «οι φοιτητές». Κι όταν μιλάμε για φοιτητές έχουμε υπόψη μας τα παιδιά μας, δεκαοχτώ, εικοσιτεσσάρων ετών, κ.λπ. Σιγά-σιγά ο πληθυσμός ο φοιτητικός θα είναι πολύ πιο γερασμένος, θα “ναι και σαραντάρηδες, και πενηντάρηδες, και βάλε. Και η δια βίου εκπαίδευση αλλάζει τελείως τη σχέση του εκπαιδευτικού συστήματος με τους πολίτες. Αυτή είναι η πρώτη επίπτωση της τεχνολογίας.
Η δεύτερη είναι ίσως και πιο σημαντική. Η Παιδεία, όπως και να το κάνουμε, και πολλοί εκπαιδευτικοί αντιδρούν σ” αυτό, αλλά αυτή είναι η πραγματικότητα, έχει και μία χρηστική διάσταση. Η Παιδεία εξυπηρετεί τις ανάγκες μιας κοινωνίας και τις ανάγκες της παραγωγής. Η Παιδεία όλων των σύγχρονων οικονομιών έχει αναφορά στο φορντικό μοντέλο, το μοντέλο του Ford, της μαζικής και τυποποιημένης παραγωγής. Ο αγρότης έπρεπε να ξέρει κάποια γράμματα για να διαβάζει οδηγίες, ο εργάτης να διαβάζει τις οδηγίες στο εργοστάσιο. Το δημοτικό σχολείο, η δημοτική εκπαίδευση ήταν, αν θέλετε, στη βιομηχανική εποχή μία παθητική Παιδεία μεταφοράς κάποιων γνώσεων, έτσι που ο πολίτης, ο εργαζόμενος στη μαζική παραγωγή, να μπορεί να παρακολουθεί οδηγίες και να συμμορφώνεται με το μοντέλο της παραγωγής που ήταν βασισμένο σε μεγάλες, εξειδικευμένες μηχανές, που είχαν συσσωρευμένη τη γνώση και τον πολιτισμό της κοινωνίας για να ακολουθήσει παθητικά τις κινήσεις της μηχανής που υπαγόρευε η ίδια η μηχανή. Όλοι θυμόμαστε, στα παλιά φιλμ, την ταινία του Τσάρλι Τσάπλιν, όπου αυτός ήταν εργαλείο της μηχανής. Η μηχανή υπαγόρευε σε αυτόν πώς θα κινηθεί. Και ο λογιστής στο γραφείο του, ήταν μέσα σ” αυτό το σύστημα της παραγωγής.
Το φορντικό μοντέλο χρειαζόταν, πέρα από αυτή τη μαζική δημοτική εκπαίδευση, και κάποιους λίγο πιο ανεβασμένους που θα ήξεραν κάποια περισσότερα γράμματα, κάποια λογιστική, κάποια αριθμητική, που θα ήταν υπάλληλοι, λογιστές, και άλλοι. Ήταν αυτοί που θα έμπαιναν στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Όχι όλοι. Λιγότεροι, και μόνο όσοι χρειαζόντουσαν να στηρίζουν αυτό το επίπεδο παραγωγικής δραστηριότητας.
Επίσης, το σύστημα χρειαζόταν ένα μικρό ποσοστό, όχι πάνω από πέντε ή έξι τοις εκατό, να πηγαίνει και στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, όπου θα γίνονταν οι προχωρημένες μελέτες και έρευνες και εκπαίδευση υψηλού επιπέδου. Θα ήταν αυτοί που θα αποτελούσαν την επόμενη ηγετική ομάδα της κοινωνίας, οι επαγγελματίες, οι μηχανικοί, οι ερευνητές, οι δικηγόροι, οι δικαστικοί, οι δημόσιοι λειτουργοί.
Είχαμε λοιπόν ένα φορντικό σύστημα που μας έδωσε μία πυραμίδα. Αυτήν την πυραμίδα την ακολούθησαν πολλές χώρες, την ακολουθήσαμε κι εμείς που δεν ήμασταν βιομηχανική χώρα, αλλά αντιγράψαμε τα μοντέλα των βιομηχανικών χωρών. Μαζική Παιδεία που στένευε προς τα πάνω με κλειστό αριθμό εισακτέων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Μόνον αυτοί οι οποίοι έχουν περάσει μία δοκιμασία, και μόνον αυτούς που χρειαζόμαστε. Τόσους μηχανικούς χρειαζόμαστε, τόσους φαρμακοποιούς χρειαζόμαστε, τόσους γιατρούς, όχι παραπάνω. Αυτή ήταν η πυραμίδα. Και πρέπει να πω ότι αυτή η εκπαιδευτική πυραμίδα, την οποία, εν πολλοίς, πολλές χώρες, και εμείς, ακόμα υπηρετούμε, υπηρέτησε καλά τη βιομηχανική εποχή.
Δεν υπηρετεί όμως τις σύγχρονες ανάγκες. Γιατί; Γιατί άλλαξε το μοντέλο της παραγωγής. Δεν έχουμε πια αυτές τις μεγάλες εξειδικευμένες μηχανές που χρειάζονται τον άνθρωπο ως εργαλείο τους. Η διαλεκτική σχέση ανάμεσα στον άνθρωπο και τη μηχανή έχει αλλάξει. Τώρα έχουμε μικρές ευέλικτες μηχανές που απαιτούν από τον χειριστή να έχει φαντασία, να έχει δημιουργικότητα, να δίνει αυτός τις εντολές και αυτός να καθορίζει μέσω της πληροφορικής και των ηλεκτρονικών υπολογιστών το ρυθμό, την ποιότητα και ποσότητα παραγωγής του προϊόντος. Αυτή είναι μία άλλη σχέση. Ξαναγίνεται, αν θέλετε, ο άνθρωπος αφεντικό στη δουλειά του. Και η μηχανή τον εξυπηρετεί. Αλλά, για να γίνει αυτό, ο άνθρωπος πρέπει να έχει όχι μόνο τεχνικές γνώσεις, πρέπει να έχει αναπτύξει την κριτική του σκέψη, τη διάθεση για να παίρνει πρωτοβουλίες και για δημιουργικό ζήλο. Παλιά η έρευνα και η τεχνολογία έβγαινε από τα μεγάλα εργοστάσια. Σήμερα, μεγάλες εταιρείες της Αμερικής ξεπηδούν από τα γκαράζ των πατεράδων όπου κάποια ευφυή και προικισμένα παιδιά δουλεύουν. Μικρά παιδιά, τα οποία είχαν την ευελιξία και τη φαντασία να χρησιμοποιήσουν νέες μεθόδους με τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές.
Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι αυτή η εκπαιδευτική πυραμίδα που είχαμε στο παρελθόν δε μας εξυπηρετεί πια. Και η κοινωνία που θα πάρει αυτό το μήνυμα γρήγορα θα είναι κοινωνία που θα προχωρήσει μπροστά. Αντί να έχεις μία πυραμίδα, πρέπει να έχεις μία κολώνα. Ότι όλα τα παιδιά που θέλουν να προχωρήσουν μπροστά μπορούν να προχωρήσουν. Και να προχωρήσουν σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα που δίνει αυτήν την ευελιξία, και απαιτεί από τον μαθητή να αναπτύσσει κριτική σκέψη, πρωτοβουλία, στις νέες εποχές. Είναι η εποχή της απομαζικοποιημένης παραγωγής με έμφαση στη φαντασία και στη δημιουργία.
Αυτά λοιπόν είναι τα δύο καινούρια στοιχεία, πάνω στα οποία πρέπει να χτίσουμε το νέο εκπαιδευτικό μας σύστημα. Το επαναλαμβάνω, επειδή γίνεται πολύ συζήτηση, ιδίως από ανθρώπους των τηλεοράσεων, να φτιάξουμε το ένα, να κάνουμε το άλλο, κ.λπ. Δε μιλάμε για μερεμέτια. Μιλάμε για νέο εκπαιδευτικό σύστημα που έχουμε ανάγκη.
Ποιες είναι οι αρχές πάνω στις οποίες μπορεί να στηριχθεί ένα τέτοιο σύστημα; Νομίζω τρεις είναι οι αρχές, και νομίζω ότι μπορούμε να συμφωνήσουμε επιτέλους σ΄ αυτές τις αρχές. Πρώτον, ότι η πιο παραγωγική επένδυση που μπορεί να κάνει η Ελλάδα σήμερα είναι στην Παιδεία. Δε θέλω να ξανακούσω ότι δεν έχουμε λεφτά για την Παιδεία. Πρώτα λεφτά για την Παιδεία και μετά όλα τα άλλα. Είναι η πιο παραγωγική επένδυση. Κοιτάξτε τι έγινε σε χώρες που εδώ και πενήντα χρόνια ήταν υποανάπτυκτες. Αναφέρομαι στην Κορέα, στην Ταϊβάν, στην Μαλαισία, στην Ταϊλάνδη, χώρες λίγο εξωτικές, που τις είχαμε έτσι και λίγο ασιατικές, είναι πολύ πιο μπροστά από εμάς. Πώς αναπτύχθηκαν αυτές οι χώρες; Γιατί οι Κορεάτες είναι μπροστά στην τεχνολογία και κατακτούν αγορές; Γιατί η Ταϊβάν; Γιατί η Μαλαισία, και τώρα βγαίνει και το Βιετνάμ; Γιατί επένδυσαν σοβαρά στη νέα Παιδεία. Αυτήν λοιπόν την πρώτη αρχή θα πρέπει να τη δεχθούμε. Όποια λεφτά χρειάζεται η Παιδεία για την αναμόρφωσή της θα πρέπει να τα δώσουμε. Όλα τα άλλα μετά, ακόμα και η κατανάλωσή μας.
Δεύτερη αρχή. Ότι η Παιδεία είναι κοινωνικό αγαθό. Μέσα από την Παιδεία, το άτομο δημιουργεί το μέλλον του. Είναι μέσα από την Παιδεία που μπορεί να αξιοποιήσει τις δυνάμεις του, είναι μέσα από την Παιδεία που θα έχει μέλλον. Άρα είναι κοινωνικό αγαθό, και είναι ευθύνη της Πολιτείας να δώσει αυτό το κοινωνικό αγαθό σε όλα τα παιδιά ανεξαιρέτως. Γι” αυτό η δημόσια Παιδεία δεν μπορεί παρά να παίξει τον κυρίαρχο ρόλο. Δεν υπάρχει αναπτυγμένο σύστημα Παιδείας πουθενά στον κόσμο χωρίς κυρίαρχο ρόλο στη δημόσια Παιδεία. Κανείς δε χρειάζεται να είναι δογματικός απέναντι σ” αυτό. Μπορεί να υπάρχει και χώρος για ιδιωτική πρωτοβουλία. Αλλά η ιδιωτική πρωτοβουλία δεν αφαιρεί από τη βασική ευθύνη της Πολιτείας που είναι η ανεπτυγμένη δημόσια Παιδεία.
Τρίτη αρχή είναι ότι κάθε παιδί έχει δικαίωμα απρόσκοπτης πρόσβασης σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, εάν το θέλει και αν το μπορεί. Δε θα περιορίσουμε τα παιδιά, ώστε τα πολλά να τελειώνουν στο Γυμνάσιο ή στο Λύκειο, και λιγότερα στο Πανεπιστήμιο. Ο κλειστός αριθμός εισακτέων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση επιτέλους και οριστικά πρέπει να καταργηθεί. Όλα τα παιδιά που έχουν τα προσόντα και θέλουν να προχωρήσουν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, έχουν δικαίωμα σε μία Παιδεία ανοιχτών οριζόντων.
Μπορούμε να συμφωνήσουμε σ” αυτά; Μπορεί να υπάρχουν και ενστάσεις, αλλά εγώ νομίζω ότι βασικά και με συζήτηση – δεν έχω χρόνο να αναπτύξω τα επιχειρήματα – μπορούμε να συμφωνήσουμε. Μα εάν συμφωνήσουμε σ” αυτά, ήδη βρισκόμαστε σε καλό δρόμο. Έχουμε αναγνωρίσει τι είναι το καινούριο που μας προκαλεί και μας απειλεί, ποια είναι η καινούρια ευκαιρία, και έχουμε και τρεις-τέσσερις βασικές αρχές.
Τώρα ποια είναι τα βασικά βήματα που πρέπει να κάνουμε για να διαμορφώσουμε ένα νέο πλαίσιο Παιδείας; Θα μπορούσα να αναφέρω πολλά. Αλλά επειδή δε θέλω να μακρηγορήσω, θα αναφέρω, όσο πιο συνοπτικά μπορώ, επτά βασικά βήματα.
Πρώτο βήμα, ριζική αλλαγή του Προγράμματος Σπουδών. Ήδη αναφέρθηκα στο ό,τι το σύστημα Παιδείας που είχαμε ήταν ένα σύστημα, ας το ονομάσουμε, παθητικής Παιδείας, όπου η γνώση, η σταθερή γνώση που δεν άλλαζε με τον καιρό, μεταφερόταν από το μυαλό του δασκάλου ή από το μοναδικό βιβλίο του δασκάλου στη μνήμη του μαθητή. Ήταν μία διαδικασία συσσώρευσης γνώσης. Ο μαθητής μάθαινε από το δάσκαλο και από το βιβλίο, και αποστήθιζε αυτό που του είχαν πει να μάθει.
Αυτή η διαδικασία δεν εξυπηρετεί πια. Το νέο πρόγραμμα σπουδών πρέπει να μαθαίνει το παιδί πώς να μαθαίνει. Τις πληροφορίες μπορεί να τις έχει από βιβλία πολλά. Πρέπει να κατοχυρωθεί επιτέλους στον τόπο μας το πολλαπλό βιβλίο, όχι το ένα βιβλίο για την Ιστορία, κ.λπ., να είναι πολλά τα βιβλία, να υπάρχει σχολική βιβλιοθήκη, όπου το παιδί θα αναζητήσει τη γνώση και την πληροφόρηση. Αυτό που δεν ξέρει το παιδί και πρέπει να μάθει είναι να μάθει πώς να επιλέγει. Να έχει την κριτική σκέψη να διαβάζει και, από αυτά που διαβάζει, να βγάζει το δικό του συμπέρασμα. Αυτό είναι το νέο Πρόγραμμα Σπουδών που πρέπει να έχουμε. Και έχουνε γίνει πρόοδοι σε πολλές άλλες χώρες.
Η βασική δυσκολία εδώ, και πρέπει να το πούμε, είναι ότι το εκπαιδευτικό μας σύστημα στα Πανεπιστήμια δε βγάζει εκπαιδευτικούς που είναι εκπαιδευμένοι για να κάνουν αυτήν τη δουλειά. Τη μεταφορά δηλαδή από ένα σύστημα παθητικής Παιδείας σε μια ενεργητική Παιδεία. Και ενεργητική Παιδεία σημαίνει ότι αλλάζει η διαλεκτική σχέση ανάμεσα στο μαθητή, στο δάσκαλο, στο βιβλίο, στη βιβλιοθήκη, στον υπολογιστή. Αυτήν την καινούρια σχέση θα πρέπει να την αναπτύξουν τα Πανεπιστήμια, θα πρέπει να τη μάθει ο εκπαιδευτής, θα πρέπει να μετεκπαιδευτεί σε αυτήν τη δουλειά, και αυτό φυσικά δε γίνεται από τον ένα χρόνο στον άλλον. Θα πάρει κάποιο χρόνο. Αλλά πρέπει να προχωρήσουμε πάνω σ” αυτήν τη βάση. Δε θέλουμε παιδιά που θα αποστηθίζουν. Θέλουμε παιδιά που θα κρίνουν και θα ξέρουν να βρουν αυτό που χρειάζονται να βρουν, και θα μπορούν να αρθρώσουν τη δική τους σκέψη μετά από δική τους έρευνα. Σε όλα τα επίπεδα.
Δεύτερο βήμα, το ολοήμερο σχολείο. Είναι ο μεγάλος μου καημός. Εγώ πιστεύω ότι, αν πάει κάτι στραβά σε ένα παιδί, αυτό θα ξεκινήσει από το δημοτικό σχολείο. Αν το παιδί βγει από το δημοτικό σχολείο με μεγάλες ελλείψεις, πολύ δύσκολα θα διορθωθεί αργότερα. Και επειδή η οικογένεια δεν μπορεί όπως παλιά να αντιμετωπίσει το παιδί παιδευτικά, θα χρειαστεί το παιδί να μείνει περισσότερες ώρες στο ολοήμερο σχολείο.
Τώρα τι γίνεται; Πάει το παιδί στο σχολείο, γυρίζει, συνήθως δεν είναι η μητέρα και ο πατέρας στο σπίτι, έχει κάποιαν που συνήθως δεν είναι και Ελληνίδα, δεν ξέρω αν του μιλάει και Ελληνικά, ανοίγει το παιδί την τηλεόραση και αποβλακώνεται, παίρνοντας πρότυπα βίας και χυδαιότητας. Αυτή είναι η παιδεία και η μόρφωσή του. Δεν το θέλουμε αυτό.
Θέλουμε ένα ολοήμερο σχολείο, με το οποίο, πέρα από τις εγκυκλοπαιδικές γνώσεις που πρέπει να αποκτήσει το παιδί, να του δίνεται ο χρόνος το απόγευμα να αναπτύξει το δημιουργικό του ταλέντο, είτε αυτό είναι ζωγραφική, είτε είναι μουσική, είτε είναι γυμναστική, είτε είναι οτιδήποτε άλλο. Και επειδή τα παιδιά δε μαθαίνουν με τον ίδιο ρυθμό, στο ολοήμερο σχολείο το απόγευμα θα καλύψουν με τη βοήθεια άλλου δασκάλου, όχι του πρωινού, τις ελλείψεις που έχουν, και θα το προετοιμάσουμε για το μάθημα της επόμενης ημέρας. Αυτό το σχολείο που παίζει σήμερα το ρόλο και του σχολείου και της οικογένειας και της γειτονιάς, είναι το ολοήμερο σχολείο.
Και έχει προχωρήσει. Είχα αρχίσει εικοσιοκτώ πιλοτικά προγράμματα ολοήμερων σχολείων αυτού του είδους; Αυτά δεν πρέπει να συγχέονται με τα προγράμματα διευρυμένου ωραρίου. Λυπάμαι που τα πιλοτικά προγράμματα καταργήθηκαν με το αιτιολογικό ότι κοστίζουν πολλά. Μα κοστίζουν πολλά; Κοστίζει πολύ περισσότερο η ζημιά που κάνουμε στα παιδιά μας. Και υπολόγισα πόσο θα στοιχίσει, για να έχουμε 1500 ολοήμερα σχολεία αυτού του τύπου, με εκπαιδευμένους δασκάλους και τις απαραίτητες υποδομές, νέες αίθουσες γιατί πρέπει να τρώνε το μεσημέρι, να αναπαύονται, να έχουν τη μουσική τους, το θέατρό τους, το ένα και το άλλο. Ξέρετε πόσο θα στοίχιζε αυτό; Θα στοίχιζε περίπου 90% ενός F16. Πήραμε τόσα F16, ένα λιγότερο δεν μπορούσαμε να πάρουμε; Ως τέως Υπουργός Άμυνας, θα είμαι ο τελευταίος που θα σας πει ότι δε χρειαζόμαστε δυνατή άμυνα. Αλλά νομίζω ότι προτεραιότητα πρέπει να είναι τα ολοήμερα σχολεία, κανένα παιδί να μη μείνει πίσω, να τελειώσουν το δημοτικό σχολείο, να έχουν καλύψει την εκπαίδευσή τους και να έχουν αναπτύξει τα ιδιαίτερα χαρίσματά τους. Κι όταν θα πάνε στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, θα έχουν γερές βάσεις για να προχωρήσουν.
Τρίτον, πρόσθετη διδακτική στήριξη. Στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο, τα παιδιά δεν προχωρούν με τον ίδιο ρυθμό. Χρειάζεται το απόγευμα, με άλλους καθηγητές, να καλυφθούν αυτά τα κενά. Όχι να επαναληφθεί το μάθημα το πρωινό εν είδη φροντιστηρίου, αλλά να καλύψουν τα κενά, να δούμε γιατί κάποια παιδιά ορισμένα πράγματα δεν τα καταλαβαίνουν. Τα Μαθηματικά, παραδείγματος χάριν, δεν τα καταλαβαίνουν όλοι με τον ίδιο τρόπο. Ο τρόπος που καταλαβαίνεις τη λογική των Μαθηματικών είναι διαφορετικός. Άλλος προσεγγίζει το πρόβλημα έτσι, άλλος αλλιώς. Θα πρέπει να βοηθήσουμε. Θα πρέπει να βοηθήσουμε το παιδί να αναπτύξει τη σκέψη του και να ξέρει να γράφει Ελληνικά. Γιατί τα παιδιά μας, τώρα μάλιστα και με τα κινητά, δεν ξέρουν Ελληνικά, γράφουν και στο κινητό τους με λατινικούς χαρακτήρες. Σε λίγο δε θα ξέρουν Ελληνικά, ούτε να μιλούν ούτε να γράφουν. Η πρόσθετη διδακτική στήριξη δεν είναι κάτι επιδοματικό στον καθηγητή, είναι κάτι βασικό στο σύστημα της εκπαίδευσης. Θα πρέπει να γίνεται από τους καλύτερους εκπαιδευτικούς, καλύτερους και από τους πρωινούς, γιατί εκεί είναι η δουλειά που πρέπει να κάνει ο εκπαιδευτής, να δει τις αδυναμίες και τη δύναμη του παιδιού για να το βοηθήσει.
Τέταρτο. Ενιαίο Λύκειο και ΤΕΕ. Επιμένω όπως επέμενα και παλιά ότι το παιδί χρειάζεται γενική μόρφωση. Δε μου αρέσει η ιδέα ότι το παιδί που έχει κλίση στα Μαθηματικά, θα ξέρει μόνον Μαθηματικά, και δε θα μπορεί να γράψει Ελληνικά ή δε θα έχει καμία επαφή με την ελληνική ιστορία ή την ελληνική λογοτεχνία. Θα πρέπει να μάθει και τους αρχαίους, θα πρέπει να μάθει και την Ιστορία του, όχι τόσο βαθιά όσο αυτός που εκεί έχει κλίση, αλλά πρέπει να έχει κι αυτό στοιχεία ουμανιστικής παιδείας. Κι αυτός ο οποίος έχει τάση για τα θεωρητικά, πρέπει και αυτός να ξέρει κάποιες βασικές αρχές Φυσικής και Βιολογίας, για να μπορεί να παρακολουθήσει ως πολίτης τις εξελίξεις, οι οποίες συντελούνται μέσα στην κοινωνία.
Η γενική παιδεία, η ουμανιστική παιδεία, είναι βασική αρχή και στο Λύκειο και στα Τεχνικά Εκπαιδευτήρια. Δεν ξέρω γιατί εμείς υποβαθμίζουμε τα Τεχνικά Εκπαιδευτήρια. Υπάρχουν μια χαρά παιδιά, τα οποία βέβαια πρέπει να έχουν μία γενική παιδεία, αλλά δεν τραβάνε τόσο πολύ προς εκείνην την κατεύθυνση, είναι πολύ καλύτερα σε ορισμένα τεχνικά πράγματα. Γιατί αυτό το παιδί να το αδικήσουμε και να το οδηγήσουμε σε μία Παιδεία που δεν το ενδιαφέρει; Είναι μια χαρά παιδί, αν θέλει να γίνει επιδιορθωτής μηχανών, αν θέλει να γίνει ηλεκτρολόγος πρακτικός ή κάτι άλλο. Αυτό το πράγμα πρέπει να το δούμε. Έχουμε υποβαθμίσει την τεχνική μας Παιδεία και παράγουμε αποφοίτους της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που δεν ενδιαφέρονται για το αντικείμενό τους και θα μπορούσαν να ήταν πολύ καλοί σε έναν τεχνικό χώρο.
Αλλά όπως και να το πάρουμε το πράγμα, η δευτεροβάθμια εκπαίδευση, ιδίως το Λύκειο, είναι μία αυτοδύναμη βαθμίδα της εκπαίδευσης και δεν είναι ο προθάλαμος στην εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Έχουμε καταστρέψει το Λύκειο, γιατί ουσιαστικά το παιδί από την ώρα που μπαίνει στο Λύκειο το ενδιαφέρουν οι εξετάσεις, η βαθμολογία του για να μπει στην πολυπόθητη σχολή την οποία θέλει. Για να αναπτυχθεί το Λύκειο όπως το θέλουμε, θα πρέπει να αποφορτίσουμε τη μάθηση στο Λύκειο από τις εισαγωγικές εξετάσεις στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Και θα έρθω σε αυτό το θέμα.
Αλλά πριν μπω σε αυτό, να μπω στο πέμπτο σημείο που θέλω να αναπτύξω, το οποίο αφορά την αξιολόγηση. Αγαπητοί φίλοι και φίλες, εγώ σκόνταψα σ” αυτό το θέμα. Μετά από δέκα χρόνια να μου λένε ότι έχω δίκιο, δεν είναι παρηγοριά για εμένα. Δεν υπάρχει σύστημα σε οποιαδήποτε κοινωνία που δεν αξιολογείται. Ας συμφωνήσουμε επιτέλους ότι πρέπει να αξιολογούμε το σύστημά μας. Το πώς θα το αξιολογήσουμε, το πώς θα έχουμε μία αντικειμενική αξιολόγηση που θα σπρώχνει μαθητές και εκπαιδευτικούς προς τα πάνω είναι ένα άλλο ζήτημα. Αλλά αξιολόγηση να έχουμε.
Τι πρότεινα και τι προτείνω. Πρώτα από όλα, αξιολόγηση των εκπαιδευτικών. Αυτός ο οποίος τελειώνει τη φιλολογική, τη μαθηματική σχολή, δεν είναι εκπαιδευτικός ακόμα. Δεν έχει πιστοποιηθεί ότι έχει διδακτική επάρκεια. Μπορεί να είναι καλός μαθηματικός, μπορεί να είναι καλός φιλόλογος, αλλά ξέρει να διδάσκει, του αρέσει να διδάσκει; Άρα το πρώτο βήμα, μετά από ένα διαγωνισμό του ΑΣΕΠ γιατί πρέπει να επιλεγούν οι καλύτεροι, θα πρέπει να προσκομίσει και ένα πιστοποιητικό διδακτικής επάρκειας. Γιατί το καταργήσαμε αυτό; Να ξέρουμε δηλαδή ότι αυτός έχει περάσει από μια διαδικασία εκπαίδευσης και μπορεί να διδάξει.
Και μετά πρέπει να αξιολογηθεί στην πορεία του. Από ποιον θα αξιολογηθεί; Θα αξιολογηθεί από τον Διευθυντή του, θα αξιολογηθεί από τον σχολικό του σύμβουλο, αλλά θα πρέπει να αξιολογηθεί και από ένα ανεξάρτητο σώμα αξιολογητών από εκπαιδευτικούς που να είναι δίπλα στην ιεραρχία. Ένα σύστημα, το οποίο να αξιολογείται μόνον ιεραρχικά δεν είναι αξιοκρατικό. Εμείς λειτουργούμε με παλιά αντανακλαστικά, ότι δε θέλουμε τον επιθεωρητή. Βεβαίως δε θέλουμε τον επιθεωρητή τον παραδοσιακό, αλλά χρειαζόμαστε να έχουμε μία αξιολόγηση της σχολικής μονάδας. Χρειαζόμαστε να έχουμε μία αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου, για να δούμε πού χωλαίνει. Εάν έχουμε μία τάξη ή ένα Λύκειο που δεν πάει καλά, ενώ στη γειτονική πόλη το Λύκειο πάει καλύτερα, αυτό δεν πρέπει να το κοιτάξουμε; Δεν πρέπει να το αξιολογήσουμε; Θα πρέπει λοιπόν να προχωρήσουμε σε μία αντικειμενική αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου και των εκπαιδευτικών. Να επιβραβεύσουμε αυτούς που πάνε καλά και να βοηθήσουμε αυτούς που έχουν μείνει πίσω να καλύψουν τα διδακτικά τους ή εκπαιδευτικά τους κενά. Η αξιολόγηση δεν είναι για να τιμωρήσουμε, η αξιολόγηση είναι για να βελτιώσουμε το σύστημα.
Το ίδιο, αξιολόγηση πρέπει να γίνεται και στους μαθητές. Προσοχή εδώ. Πώς αξιολογείται ο μαθητής; Ο μαθητής πρέπει να αξιολογείται με τη δράση του μέσα στην τάξη, με τις συλλογικές δουλειές και εργασίες τις οποίες κάνει – καταργήθηκε και το ντοσιέ του μαθητή, δεν ξέρω γιατί – και φυσικά θα αξιολογηθεί και από τις γραπτές εξετάσεις, ένα από τα πολλά στοιχεία της αξιολόγησής του. Και για να είναι οι εξετάσεις αντικειμενικές, δεν μπορεί να είναι κατά Τμήμα ή κατά τάξη, ή κατά σχολείο. Θα πρέπει να είναι κοινές σε όλα τα σχολεία της Ελλάδας, έτσι ώστε να υπάρχει και ένα κριτήριο συγκρισιμότητας.
Έκτο. Αυτοδύναμο Λύκειο. Δεν χρειάζονται πανελλαδικές εξετάσεις. Με αυτό το σύστημα, όταν τελειώσει το Λύκειο, το παιδί θα έχει τις γνώσεις, τις οποίες νομίζουμε ότι πρέπει να έχει, για να προχωρήσει μπροστά. Έχει ήδη αξιολογηθεί. Και, σύμφωνα με την αρχή που σας ανέφερα πριν, δικαιούται πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση χωρίς περαιτέρω εξετάσεις. Είχαμε 42.500 εισακτέους παλαιότερα, τους είχα ανεβάσει στους 85.000 που περίπου είναι και ο αριθμός των αποφοίτων Λυκείου. Σημειώνω, το απολυτήριο Λυκείου αξίζει κάτι, γιατί έχει περάσει από αξιολόγηση. Δεν του το πηγαίνεις στο σπίτι του ή στην καφετερία που βρίσκεται, είναι στο σχολείο μέσα. Το έχει κερδίσει μέσα στο σχολείο. Από τη στιγμή όμως που το κέρδισε, δικαιούται πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση χωρίς περαιτέρω εξετάσεις. Έτσι φεύγει το άγχος από το σχολείο του αν θα μπω ή δε θα μπω στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Ναι, μου λένε, αλλά εγώ που θέλω να πάω σε εκείνη τη σχολή και όχι στην άλλη; Που εκεί θα κριθώ και από ποιο βαθμό έχω στο απολυτήριο του Ενιαίου Λυκείου, τι κάνω; Υπάρχει απάντηση σε αυτό. Η εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση δεν πρέπει να γίνεται με βάση τα Τμήματα. Πρέπει να γίνεται με βάση πέντε βασικούς κύκλους, όπως είχα ορίσει. Δηλαδή, δεν μπαίνεις στην Ιατρική, δεν μπαίνεις στο Υγειονομικό, δεν μπαίνεις στη Φαρμακευτική, δεν μπαίνεις στους Ηλεκτρολόγους Μηχανολόγους, δεν μπαίνεις στους Πολιτικούς Μηχανικούς. Μπαίνεις στους μεγάλους κύκλους μέσα στο Πανεπιστήμιο. Τα μαθήματα στα δύο πρώτα χρόνια είναι σχεδόν κοινά. Μετά από δύο χρόνια μέσα στο Πανεπιστήμιο, με την επίδοση όχι στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, αλλά μέσα στο Πανεπιστήμιο στα δύο χρόνια, μπορεί να γίνει η διάκριση ποιοι θα πάνε στο Υγειονομικό, ποιοι θα πάνε στην Ιατρική και ποιοι θα πάνε στη Φαρμακευτική. Δεν μπορεί να κρίνεις ένα παιδί δεκαεπτά-δεκαοκτώ χρονών αν είναι ο καλύτερος να γίνει γιατρός ή φαρμακοποιός ή ηλεκτρολόγος μηχανολόγος ή πολιτικός μηχανικός. Θα το κρίνεις μέσα στο Πανεπιστήμιο. Ας το αναθέσουμε αυτό στο Πανεπιστήμιο στα δύο χρόνια. Εισαγωγή λοιπόν κατά μεγάλους κύκλους.
Και, δεύτερον, οριζόντια κινητικότητα. Δεν ξέρω γιατί το καταργήσαμε αυτό. Δηλαδή, αυτός ο οποίος έχει μπει ως φυσικός και μετά άλλαξε γνώμη και θέλει να γίνει μαθηματικός, γιατί, μετά από δύο χρόνια εξετάσεων, να μην μπορεί να κινηθεί οριζόντια σε μια άλλη σχολή; Εάν τα κάνουμε αυτά, τότε θα βγάλουμε την αγωνία από το παιδί. Αρκεί να τελειώσει καλά το Λύκειο, θα μπει σ” ένα Πανεπιστήμιο και, ανάλογα με τις επιδόσεις στο Πανεπιστήμιο, με ώριμη πια κρίση, θα κρίνει το Πανεπιστήμιο ποιος είναι καλύτερος ηλεκτρολόγος μηχανικός και ποιος πολιτικός μηχανικός, Έτσι θα τελειώσουν και τα φροντιστήρια και θα έχουμε και την αυτονομία του Λυκείου. Γιατί δεν τα κάνουμε αυτά;
Έβδομο. Δια βίου εκπαίδευση. Το ανέφερα πριν, το αναφέρω και τώρα. Πολλοί αποφασίζουν στα δεκαοκτώ τους χρόνια να κάνουν κάτι άλλο, να κάνουν την τρέλα τους, να δουλέψουν αλλού, και αργότερα, στα τριάντα-τριανταπέντε τους, θέλουν να πάνε στο Πανεπιστήμιο. Γιατί να αρνηθούμε πρόσβαση σ” αυτούς τους πολίτες στην τριτοβάθμια εκπαίδευση; Γιατί καταργήσαμε τα Προγράμματα Σπουδών Επιλογής; Ευτυχώς έχουμε το Ανοιχτό Πανεπιστήμιο, το οποίο προχωράει ακόμα. Αλλά δεν αρκεί αυτό.
Ανέφερα επτά σημεία, για να κεντρίσω λίγο το ενδιαφέρον σας σε βήματα που μπορούν να γίνουν και να αλλάξουν το χώρο της Παιδείας. Και επανέρχομαι στα βασικά ερωτήματα που έχουμε. Εντάξει, μπορεί να μην υπάρχει απόλυτη συμφωνία σε αυτά που είπα, αλλά δε νομίζω ότι θα υπάρχουν και ριζικές διαφορές. Θα τα συζητήσουμε αυτά.
Γιατί δεν τα καταφέρνουμε; Γιατί όταν κάνουμε κάτι, μετά το γκρεμίζουμε; Τι φταίει; Πολύ επιγραμματικά, θέλω να σας πω τα εξής. Φταίει, πρώτον, ο πολιτικός ανταγωνισμός. Φταίει, δεύτερον, ο κακώς νοούμενος συνδικαλισμός. Και, τρίτον, τα άνομα οικονομικά συμφέροντα, τα οποία, από την πίσω πόρτα, δημιουργούν προβλήματα στην πρόοδο της Παιδείας. Και τέλος, ο πολύ αρνητικός ρόλος που παίζουν τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, ιδίως η τηλεόραση.
Λίγα λόγια για το καθένα από αυτά. Ο πολιτικός ανταγωνισμός. Ας πω μια δική μου ιστορία. Εγώ προχωρούσα στην εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, και κάποια στιγμή, η τότε αξιωματική αντιπολίτευση της Νέας Δημοκρατίας κατέθεσε πρόταση μομφής εναντίον μου. Μπράβο τους. Εγώ έχω πολλούς φίλους στη Νέα Δημοκρατία και πολλούς τους εκτιμώ ιδιαίτερα. Δε θα πω ονόματα, αλλά πρόκειται για κορυφαία στελέχη. Όταν τους είδα τους ρώτησα τι κάνετε. Μου λένε, Γεράσιμε, συμφωνούμε εκατό τοις εκατό, αλλά εμείς θα καταψηφίσουμε γιατί θέλουμε να κερδίσουμε και ψήφους. Τους είπα τότε, ήταν το 1998, παιδιά, θα το βρείτε κάποια μέρα κι εσείς μπροστά σας. Εδώ πρέπει μαζί να χτίσουμε την Παιδεία και να συμφωνήσουμε σε ορισμένα πράγματα. Το 2004, ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, ο Γιώργος Παπανδρέου, έκανε μια πρόταση και είπε, ελάτε να συμφωνήσουμε για το χώρο της Παιδείας. Και χρησιμοποίησε τη λέξη και είπε «εγώ είμαι διατεθειμένος να βάλω πλάτες» για ένα πρόγραμμα Παιδείας. Δεν ανταποκρίθηκε η κυβέρνηση κι έτσι δεν προχώρησε αυτό. Είναι κρίμα.
Τώρα μπαίνουμε ουσιαστικά σε μία προεκλογική περίοδο και θα “ναι ουτοπικό να πω ότι ήρθε καιρός να κάνουμε μια μεγάλη διακομματική συμφωνία πάνω σε πράγματα, στα οποία, νομίζω, με καλή πίστη, μπορούμε όλοι να συμφωνήσουμε. Αλλά ελπίζω, μετά τις εκλογές, να έχουμε καταλάβει ότι ένας πολιτικός ανταγωνισμός δεν βλάπτει μόνο την Παιδεία, βλάπτει και τα ίδια τα κόμματα. Δε λέω να συμφωνήσουμε σε όλα, αλλά σε ορισμένα πράγματα νομίζω ότι καλό θα είναι να βγάλουμε την πολιτική από το χωράφι της Παιδείας, γιατί την Παιδεία την οφείλουμε στα παιδιά μας.
Δεύτερον, ο κακώς νοούμενος συνδικαλισμός. Κοιτάξτε, έχω την εντύπωση, και θέλω να απευθυνθώ σε εκπαιδευτικούς, ότι δεν εκπροσωπείστε στη συζήτηση από μάχιμους εκπαιδευτικούς που ξέρουν τι γίνεται μέσα στην τάξη. Εγώ, στη δύσκολη περίοδο, πήγαινα κάθε πρωί στα σχολεία και έπαιρνα τον καφέ μου με τους εκπαιδευτικούς. Και ήταν όλων των τάσεων, και οι πολύ θετικοί, και οι πολλοί αρνητικοί, και οι έτσι, και οι αλλιώς. Κάναμε όμως μία συζήτηση. Και είχα την εντύπωση ότι αυτά που μάθαινα από αυτούς, και αυτοί μάθαιναν από εμένα, δεν γίνονταν αντικείμενο συζήτησης στους θεσμικούς ρόλους του λεγόμενου διαλόγου. Δεν μπορεί να εκπροσωπούν τους εκπαιδευτικούς, συνδικαλιστές εκπαιδευτικοί που για εικοσιδύο χρόνια δεν έχουν πατήσει σε τάξη. Και νομίζω ότι έχετε και μία ευθύνη ως εκπαιδευτικοί να έχετε μία διαφορετική εκπροσώπηση, για να γίνει μια υπεύθυνη συζήτηση.
Θα αναφερθώ στο τρίτο. Παιδεία σημαίνει λεφτά. Είναι πολλά τα λεφτά. Και δεν είναι μόνο τα βιβλία. Στη σύγχρονη εποχή με τις γνώσεις και τους εξοπλισμούς για την Παιδεία, είναι πολλά τα λεφτά. Είναι μεγάλη business. Και αυτός ο οποίος ελέγχει το χώρο της γνώσης στην εποχή της γνώσης, ελέγχει τα πάντα. Και μπλέκουμε με συμφέροντα, τα οποία δε θα βγούνε ανοικτά να το πούνε. Θα βγούνε περιέργως, αντιδραστικά στην προσπάθεια αναβάθμισης της δημόσιας Παιδείας. Το είχα πει στους εκπαιδευτικούς. Κύριοι, είναι η τελευταία ευκαιρία για τη δημόσια Παιδεία. Προσέξτε, η εμπορευματοποίηση της Παιδείας μπορεί να είναι γεγονός σε λίγα χρόνια. Όταν μάλιστα αυτά τα συμφέροντα έχουν και εκδοτικά προνόμια και δύναμη στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, δεν είναι εύκολα τα πράγματα. Ιδίως όταν έχεις ένα κοινό το οποίο δεν είναι πληροφορημένο.
Και εδώ είναι ο ρόλος της τηλεόρασης. Η τηλεόραση δεν παρουσιάζει την καλή όψη του σχολείου, αλλά μόνο την κακή. Μα υπάρχουν και καλοί μαθητές. Υπάρχουν και καλοί καθηγητές μέσα στο σχολείο. Αυτοί δεν πρέπει να επιβραβεύονται; Αυτοί δεν πρέπει να παρουσιάζονται; Οι εκπρόσωποι της ταραχής είναι η μία έκφανση του προβλήματος. Και αυτούς να τους δούμε. Αλλά δεν υπάρχουν κι άλλοι; Δεν υπάρχει σιωπηλή πλειοψηφία, η οποία έχει μία άλλη άποψη; Και των εκπαιδευτικών και των μαθητών. Δεν έχει ευθύνη η τηλεόραση να δείξει αυτό; Αν γίνει κατάληψη, αυτό θα δείχνουν. Αν κλείσει ένα σχολείο, αυτό θα δείχνουν. Μα τα άλλα που είναι ανοιχτά και δουλεύουν;
Τι κάνουμε λοιπόν; Κοιτάξτε, αυτό το οποίο εγώ προτείνω σ” εσάς, και θέλω να συγχαρώ το Σύλλογο γι” αυτήν την πρωτοβουλία, είναι ότι πρέπει να ανοίξετε ένα διάλογο στην κοινωνία. Πρέπει να πάρουμε εμείς οι πολίτες στα χέρια μας την πρωτοβουλία για ένα διάλογο, για μία συζήτηση που δεν γίνεται ούτε μέσα από τους θεσμικούς ρόλους που παίζουμε εμείς, πολιτικοί, συνδικαλιστές, και άλλοι, ούτε και από την τηλεόραση, εκτός αν είσαι παραθυράκιας – αλλά δεν ξέρω από τα παραθυράκια τι μαθαίνετε, εγώ δε μαθαίνω τίποτα από αυτά, δεν ακούγονται άλλωστε.
Αν γίνει μία συζήτηση στις τοπικές κοινωνίες και εάν δημιουργηθεί ένα κλίμα εκπαιδευτικών αλλαγών πάνω σε ορισμένες αρχές, αυτό νομίζω θα βοηθήσει πάρα πολύ κάποια στιγμή στο μέλλον τη σύγκλιση των πολιτικών απόψεων, γιατί εμένα τουλάχιστον με πληγώνει το γεγονός ότι σ” αυτόν τον τόπο χάνουμε ευκαιρίες και χάνουμε τα τρένα. Με ενοχλεί ότι χώρες που είχα επισκεφθεί εδώ και είκοσι χρόνια και ήταν έτη φωτός πίσω από την Ελλάδα, είναι σήμερα πολύ μπροστά από εμάς. Και είναι περίεργο πώς εμείς, ένας έξυπνος λαός, έχουμε βρει ένα σύστημα που συνεχώς μας καταπιέζει και δε μας αφήνει να δημιουργούμε. Είναι και δική σας ευθύνη να βοηθήσετε. Όσον αφορά εμένα προσωπικά, αλλά και πολλούς άλλους, δεν το βάζουμε κάτω. Εμείς θα συνεχίσουμε να δίνουμε τη μάχη για μία καλή δημόσια Παιδεία που έχει ανάγκη ο κόσμος, που έχουν ανάγκη τα παιδιά μας.
Ευχαριστώ.
Ακολουθούν ερωτήσεις.

Κατσίκης: Κύριε Υπουργέ, παρακολούθησα με μεγάλο ενδιαφέρον την αποψινή σας εισήγηση, εκτιμώ ότι θίξατε το ζήτημα κάθε μιας αιτίας που μας οδηγεί, και που μας έχει οδηγήσει, σε αυτό το ανακάτωμα και το μαρασμό, θα λέγαμε, της Παιδείας. Ποιο είναι όμως το βασικότερο αίτιο που μας καθοδηγεί σε αυτήν την κακή πλευρά και γιατί, αν ξεκινάμε από τους πολιτικούς μας και τους πνευματικούς ηγέτες, δεν μπορούν κάποτε – εδώ έχουμε ευχηθεί πολλές φορές να συμβεί αυτό – να καταλήξουν σε μια ευθυγραμμισμένη, ενιαία πορεία; Θεωρώ κι εγώ ως πρώτη προτεραιότητα το ψάρεμα του όποιου κονδυλίου σ” άλλους τομείς να λιγοστέψει και να προστεθεί στην Παιδεία, αλλά πιστεύω ότι κι εκείνοι οι οποίοι ανήκουν σε διαφορετικούς χώρους από την εκάστοτε κυβέρνηση ή από τον εκάστοτε Υπουργό Παιδείας – και μάλιστα παρατηρήθηκε ότι όταν αλλάζουν και οι Υπουργοί ακόμα, αλλάζει και το σύστημα – λοιπόν, θα έλεγα ότι αυτή η ιστορία θα πρέπει να περάσει προς όλες τις κατευθύνσεις, και εσείς που ανήκετε στο Κοινοβούλιο, καθίστε κάποτε σε ένα σωστό, στρογγυλό τραπέζι πρωτίστως, και να τα βρείτε. Διότι οι ευχές από χρόνο σε χρόνο μεγιστοποιούνται και το αποτέλεσμα παραμένει το ίδιο. Πείτε μας λοιπόν με έναν καθοδηγητικό τρόπο το πώς θα φτάσετε εσείς πρώτα εκεί, για να ακολουθήσουμε κι εμείς οι υπόλοιποι, η υπόλοιπη κοινωνία.

Αρσένης: Σας ανέφερα τέσσερις λόγους που εμποδίζουν τη συναίνεση. Κοιτάξτε, να δούμε και τα αισιόδοξα. Δεν είναι στην πολιτική μας κουλτούρα η πολιτική συναίνεση. Αυτό σιγά-σιγά θα γίνει. Αν συγκρίνετε όμως τα πολιτικά μας ήθη τριάντα χρόνια πριν και τώρα, θα πρέπει να αναγνωρίσετε ότι ο τόπος έχει κάνει μία πάρα πολύ μεγάλη πρόοδο προς τη σωστή κατεύθυνση. Δεν έχουμε φτάσει ακόμα εκεί.
Εγώ θέλω να εκφράσω την ελπίδα, και δεν είμαι αιθεροβάμων, ότι έχει φτάσει ο καιρός να προχωρήσουμε σε μία σύγκλιση απόψεων, για να έχουμε ένα σταθερό πλαίσιο. Να ξέρουμε, δηλαδή, ότι τα επόμενα δέκα χρόνια έχουμε προγραμματίσει να κάνουμε τα εξής πράγματα. Και ότι αυτά θα τα κάνουμε σταδιακά και κανένας Υπουργός και καμία κυβέρνηση, ό,τι προκύψει στα δέκα χρόνια, δε θα το αλλάξει αυτό, εκτός εάν μία ανεξάρτητη αρχή επιφανών εκπαιδευτικών προτείνει κάποιες διορθωτικές αλλαγές. Από τη στιγμή που θα υπάρχει μία σταθερότητα του Νόμου, μία δέσμευση δηλαδή, εγώ νομίζω ότι θα “ναι ένα μεγάλο βήμα, και επιτρέψετέ μου να εκφράσω την αισιοδοξία μου ότι αυτό θα έπρεπε να είχε γίνει εδώ και πολλά χρόνια πριν, δε γίνεται σήμερα, αλλά θα γίνει αύριο.
Αλλά υπάρχει και ένα άλλο θέμα, το οποίο ίσως δεν το τόνισα αρκετά και θέλω να το τονίσω. Επειδή μου αρέσει και η ιστορία της εκπαίδευσης και πήγα πίσω στην ιστορία της μεταρρύθμισης Παπανούτσου-Γεωργίου Παπανδρέου, εκεί κοιτάξτε τι έγινε. Εκεί υπήρχε φωνή των εκπαιδευτικών. Η κρατική τότε ραδιοφωνία, ένα ραδιόφωνο είχαμε, είχε κάθε μέρα ένα δεκάλεπτο για την Παιδεία. Και έλεγε με πολύ απλά πράγματα ποιο είναι το πρόβλημα. Αλλά κάθε μέρα ο πολίτης μάθαινε ποια είναι τα προβλήματα και ποια είναι τα θέματα. Δυο φορές τη βδομάδα επίσης το ραδιόφωνο είχε συζήτηση, λόγο και αντίλογο, με επιφανείς εκπαιδευτικούς. Εγώ θυμάμαι τις συζητήσεις με τον Γεωργούλη που ήταν και διευθυντής στο Βαρβάκειο τότε – έχω τελειώσει το Βαρβάκειο γι” αυτό το ξέρω – και τον Παπανούτσο, που ήταν κορυφαίοι εκπαιδευτικοί, να κονταροχτυπιούνται, και σε επιφυλλίδες, ο ένας στην Καθημερινή ο άλλος στο Βήμα, αλλά και στο ραδιόφωνο. Αυτή τη φωνή του εκπαιδευτικού, τη γνήσια φωνή – εδώ είσαστε, σχολικοί σύμβουλοι, διευθυντές, εκπαιδευτικοί, πού έχει ακουστεί η φωνή σας; Άρα, αυτές οι συζητήσεις, με δική σας πρωτοβουλία που έχουν αρχίσει, αν θα μπορούσαν να συνεχιστούν, να καλέσετε και άλλους να μιλήσουν, αν αυτό μπορεί να επαναληφθεί σε πολλές πόλεις της Ελλάδας, θα αρχίσει να δημιουργείται κι ένα κλίμα. Να καταλαβαίνουμε και για τι μιλάμε και τι χρειαζόμαστε να κάνουμε. Θα μου πείτε, έτσι που πάμε σαν τον κάβουρα, πότε θα γίνουν όλα αυτά τα πράγματα; Οι αλλαγές πρέπει να γίνουν τώρα. Πάμε λίγο αργά. Ας σπρώξουμε να πάμε λίγο γρηγορότερα. Τι άλλο να σας πω;

Παπαδόπουλος: Έχω τη γνώμη ότι οι προτεραιότητες που δίνει μια κοινωνία στις αξίες της φαίνονται περισσότερο στην πράξη παρά στη θεωρία. Γιατί πάρα πολλοί, έχουμε την αίσθηση, θα προσυπέγραφαν αυτά που λέτε, σχεδόν όλα τα εθνικά πολιτικά κόμματα, σχεδόν όλοι όσοι ακούν ένα τέτοιο λόγο, αλλά το πώς αξιολογούμε τις προτεραιότητες φαίνεται όταν καλούμαστε να τις κάνουμε πράξη. Και επειδή έχω την αίσθηση ότι, ακόμη και στα επίσημα κυβερνητικά προγράμματα, οι άξονες που είπατε για τις αλλαγές που πρέπει να κάνουμε περιέχονται, είμαστε σε μια προεκλογική περίοδο και πάμε για την υλοποίηση ενός κυβερνητικού προγράμματος. Αν θελήσουμε να δούμε πόσο επιτρέπει ο προϋπολογισμός του 2007 το να προχωρήσουν αλλαγές στην Παιδεία και σε όλα αυτά τα οποία είπατε ότι είναι ώριμη ανάγκη της ελληνικής κοινωνίας, θα δείτε ότι πρακτικά δεν υπάρχει δυνατότητα. Η ίδια η σημερινή κυβερνητική πολιτική είπε ότι θα διέθετε τουλάχιστον σε μια κλιμάκωση το 5% των δαπανών, θεωρεί ότι είναι προτεραιότητα. Δε φαίνεται αυτό στην πράξη. Το πραγματικό μας πρόβλημα είναι: η κοινωνία πείθεται, πρώτον, ότι είναι προτεραιότητα, πιέζει πολιτικά να είναι προτεραιότητα, ζητά αποδείξεις από τους πολιτικούς της εκπροσώπους ότι αυτά που εξαγγέλλουν στη θεωρία θα υλοποιούνται στην πράξη; Για να μπορέσουμε να τα κάνουμε όλα αυτά κάποτε, να είναι μια πραγματική παρέμβαση της ελληνικής κοινωνίας, για να γίνουν όλα αυτά στην ελληνική Παιδεία ως προτεραιότητα.

Αρσένης: Κοιτάξτε, το θέμα έχει δύο διαστάσεις. Το ένα είναι η χρηματοδότηση και το άλλο είναι η υλοποίηση. Όσον αφορά τη χρηματοδότηση, εγώ σας έχω πει την άποψή μου. Ότι μέσα στα πλαίσια του οποιουδήποτε προϋπολογισμού, μπορεί να γίνει ανακατανομή των προτεραιοτήτων εις βάρος άλλων δαπανών ή εις βάρος άλλων εσόδων, για να προωθηθεί η Παιδεία.
Εγώ πάντως δεν έχω την εκτίμηση ότι έχουμε σκοντάψει στο χρηματοδοτικό. Έχουμε σκοντάψει στο θέμα της υλοποίησης. Οι δυσκολίες είναι να διαμορφώσεις ένα κλίμα διαχείρισης και διοίκησης του εκπαιδευτικού συστήματος που να είναι αποτελεσματικό. Οι αγκυλώσεις είναι εκεί. Η λειτουργία των θεσμών που παρακωλύεται δεν είναι λόγω ελλείψεως χρημάτων. Είναι διότι η διαχείριση είναι πλημμελής διότι υπάρχουν αγκυλώσεις, υπάρχουν αντιδράσεις μέσα στο σύστημα για αλλαγές. Πάρτε, παραδείγματος χάριν, την ανάγκη να διοικηθεί η σχολική μονάδα διαφορετικά, να δοθούν άλλες αρμοδιότητες στο διευθυντή του σχολείου, να δοθούν και άλλες αρμοδιότητες ουσιαστικές στο χώρο της αξιολόγησης, κ.λπ., στο σχολικό σύμβουλο. Αυτά δεν είναι ζητήματα χρηματοδότησης. Είναι ζητήματα ρυθμίσεων διοικητικών, όπου υπάρχουν πολλές αντιδράσεις. Η εντύπωση η δική μου πάντως είναι ότι σκοντάφτουμε περισσότερο εκεί, και εάν δείτε πώς διοικείται το Υπουργείο Παιδείας ή, να το πω αλλιώς, ποιοι διοικούν το Υπουργείο Παιδείας, θα δείτε ότι το πρόβλημα είναι εκεί, στην υλοποίηση.
Για τα χρήματα νομίζω ότι μπορούμε να πείσουμε τον κόσμο ότι χρειάζονται θυσίες, αν του πεις ετούτο εδώ το απλό: κοίταξε να δεις, πληρώνεις 800 με 900 ευρώ για φροντιστήριο στο παιδί σου στην τρίτη Λυκείου. Εάν του πεις ότι θα σου φτιάξω εγώ ένα σύστημα που δε θα χρειάζεται φροντιστήριο, διότι αλλιώς θα κάνω την πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, αλλιώς θα γίνουν τα μαθήματα, αλλιώς θα είναι το πρόγραμμα σπουδών, αλλιώς θα κάνω το ένα και το άλλο, δε θα σε στηρίξει ο κόσμος γι” αυτό; Δεν θα είναι διατεθειμένος να συνεισφέρει στον κρατικό προϋπολογισμό; Μιλάμε για δημόσια Παιδεία, αλλά η πραγματικότητα είναι ότι οι ιδιωτικές δαπάνες για τη δημόσια Παιδεία είναι πολύ υψηλές.

Ζάχος: Ευχαριστούμε κύριε Υπουργέ για την ομιλία που μας κάνατε σήμερα. Μια συνδυαστική σκέψη που μπορώ να αναφέρω, μια που είχαμε το προνόμιο, μήπως έπρεπε να είστε πιο καινοτόμος και πιο ρηξικέλευθος;

Αρσένης: Να βγάλουμε μερικά μυστικά στη φόρα. Εγώ είχα προτείνει στον κύριο Τσούλια να συμφωνήσουμε σε ένα πρόγραμμα αλλαγών και μεταρρυθμίσεων και ταυτόχρονα σε μία γενναία αύξηση των αποδοχών των εκπαιδευτικών. Δυστυχώς αυτό απορρίφθηκε ως συζήτηση. Εάν δεν το ξέρετε να το μάθετε. Γιατί απορρίφθηκε; Γιατί είπαν ότι εμείς δε συζητάμε τις αλλαγές. Και το θέμα είναι ότι δεν μπορούμε να συζητήσουμε αυξήσεις με τρόπο που να πάνε τα λεφτά πεταμένα. Πού θα πάνε τα λεφτά; Και όσα χρειάζεται να τα δώσουμε. Εκεί είχαμε μπει σε μια άλλη αντιπαράθεση, που είναι μεγάλη ιστορία και δε χρειάζεται να την πούμε τώρα. Πάντως, και ίσως δεν το ξέρετε αυτό, εγώ είχα συγκροτήσει την Επιτροπή Μπλέσιου για τη διοικητική μεταρρύθμιση και τις αποδοχές των εκπαιδευτικών. Δυστυχώς δεν το πρόλαβα γιατί με πρόλαβαν οι εκλογές. Η Έκθεση βγήκε στις αρχές του 2000. Δηλαδή προχώρησα μόνος μου, χωρίς διάλογο, γι” αυτό.
Και εδώ πρέπει να σας το πω ότι δεν μπορείς να έχεις απαιτήσεις από έναν εκπαιδευτικό, όταν δεν πληρώνεται ικανοποιητικά. Εγώ δε λέω ότι ο εκπαιδευτικός θα γίνει προνομιούχος οικονομικά, αλλά θα πρέπει να έχει την άνεση να επιδοθεί αποκλειστικά στο έργο του στο σχολείο και αυτή η άνεση σημαίνει μία πολύ σημαντική αύξηση του μισθού. Εγώ δε μιλάω για τρία, τέσσερα, πέντε τοις εκατό, μιλάω για πάρα πολύ σημαντική αύξηση. Εγώ δεν καταλαβαίνω γιατί οι δικαστικοί – έχω εκτίμηση βέβαια στους δικαστικούς – πρέπει να είναι οι πιο καλοπληρωμένοι του Δημοσίου. Λειτούργημα είναι αυτό, αλλά δεν είναι λειτούργημα και του εκπαιδευτικού; Και εγώ είμαι εκατό τοις εκατό μαζί σας, αλλά δε θα ήθελα να δίνονται αυξήσεις για ένα σύστημα Παιδείας όπου ο εκπαιδευτικός πηγαίνει λίγες ώρες, δεν είναι μέχρι τη μία η ώρα στο σχολείο, αλλά φεύγει νωρίτερα, και δεν αποδίδει. Εγώ θέλω μεγάλες αυξήσεις μαζί με αξιολόγηση, μαζί με αλλαγές. Ελπίζω να μη φαίνεται αυτό αυστηρό, εγώ νομίζω ότι είμαι δίκαιος.

Μαγκούφης: Καλωσορίσατε κύριε Υπουργέ. Συμφωνώ σε όλα όσα είπατε, αλλά προβληματίζομαι για μία άλλη διαφωνία για όσα ενδεχομένως δεν είπαμε. Ένα ερώτημα που προκύπτει για εμένα είναι: τι βάθος χρόνου, ζωής, θα μπορεί να έχει ένα εκπαιδευτικό σύστημα, δεδομένων των ραγδαίων εξελίξεων, των ραγδαίων αλλαγών στον τομέα της Παιδείας και της γνώσης σε συνδυασμό με την τεχνολογία και τις ανάγκες που υπάρχουν σε μία κοινωνία; Το φορντικό μοντέλο, η πυραμίδα, παλιότερα ήταν ταυτόσημο και στην παραγωγική διαδικασία και στη γνώση. Αυτό, αν το δούμε σήμερα σε ένα παγκόσμιο επίπεδο, το φορντικό μοντέλο πάλι παραμένει, πυραμίδα. Αν πάμε σε μικρότερες χώρες θα δούμε ότι δεν υπάρχει μία αντιστοίχηση στο σύστημα της γνώσης και της Παιδείας σε σχέση με το παραγωγικό μοντέλο. Παραδείγματος χάριν, στην Ελλάδα ανατράπηκε η σχέση της πυραμίδος. Τώρα ήρθε ανάποδα, μάλλον έγινε κώνος, με τη μικρή τη βάση από κάτω. Η αγροτιά, η εργατιά φθίνει, και οι υπηρεσίες αυξήθηκαν. Εδώ βλέπουμε ότι τα συστήματα δεν οδηγούν εκεί που εσείς είπατε, στην κολώνα. Ίσως να είναι αναγκαίο. Δεν ξέρω βέβαια πώς μπορεί να επέλθει, εδώ έχω έναν προβληματισμό κατά πόσο μπορεί να σταθεί μία κολώνα. Ή μπορεί να σταθεί για περιορισμένο χρονικό διάστημα σε μία χώρα, αλλά σε παγκόσμιο επίπεδο όχι. Εδώ είναι τα ζητήματα που έχω έντονους προβληματισμούς. Και θα ήθελα μέσα από αυτόν τον προβληματισμό που κατέθεσα να εμπλουτίσω τις γνώσεις μου με τις δικές σας απόψεις. Ευχαριστώ πολύ.

Αρσένης: Εγώ πιστεύω ότι η κολώνα είναι πιο σταθερή από τον κώνο. Έχεις θέσει ένα σοβαρό θέμα και θέλω να κάνω δύο παρατηρήσεις. Εγώ επέμεινα σε γενικές αρχές συμφωνίας και είπα ότι μια ανεξάρτητη αρχή, από γνήσιους όμως εκπαιδευτικούς που γνωρίζουν τη ζωή μέσα στα σχολεία, να προτείνει διορθωτικές κινήσεις όπως προχωράμε, γιατί η ζωή αλλάζει, αλλάζουν οι συνθήκες ή μαθαίνουμε και κάποια πράγματα που δεν τα ξέραμε πριν. Δηλαδή, το σύστημα πρέπει να έχει σταθερές αλλά και μια ευελιξία. Το δεύτερο είναι ότι η διάρθρωση της παραγωγής μας έχει τα ίδια χάλια που έχει και το εκπαιδευτικό μας σύστημα. Δεν μπορεί να σταθεί μια χώρα με μια εργατική πυραμίδα τέτοια, δεν μπορεί να εξαφανισθεί ο αγροτικός πληθυσμός, δεν μπορεί να μην υπάρχει βάση παραγωγής, δεν μπορεί όλοι να πουλάνε ως έμποροι ο ένας στον άλλον, κάτι πρέπει να γίνει. Αυτό όμως δεν έχει να κάνει με τις τεχνολογικές εξελίξεις, έχει να κάνει με τις παραμορφώσεις της ελληνικής οικονομίας, για τις οποίες ευχαρίστως να συζητήσουμε κάποιες άλλη φορά.

Print this pageEmail this to someoneShare on FacebookTweet about this on TwitterPin on PinterestShare on Google+Share on LinkedIn