ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Περνώντας στο θέμα της παιδείας, ας στραφούμε στον κο Γεράσιμο Αρσένη, ο οποίος έδωσε το δικό του στίγμα στην παιδεία μας. Τώρα, αν αυτό το στίγμα έχει ή δεν έχει ανατραπεί, θα μας το πει ο ίδιος. Κύριε Αρσένη, καλημέρα σας. Είμαστε σε μέρες παιδείας. Σε μέρες που οι πανεπιστημιακοί φαίνεται ότι σήμερα «τα βρίσκουν» με την κυβέρνηση. Εκτιμάτε ότι είναι μία συμφωνία η οποία μπορεί να διαρκέσει, να έχει ορίζοντα, ή απλώς πάμε να περάσουμε αυτόν τον σκόπελο και περιμένουμε για τον επόμενο;
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Αυτό θα εξαρτηθεί από τις εσωτερικές συνεννοήσεις που θα γίνουν τις επόμενες ημέρες. Εάν δεν θέλουμε απλώς να αγοράσουμε χρόνο, αν θέλουμε να βάλουμε τα πράγματα στην κατεύθυνση της επίλυσης, τότε, πιστεύω ότι, πρώτα απ” όλα, θα πρέπει να γίνει μία συνεννόηση από τώρα, σχετικά με το πότε θα πρέπει να τελειώσει το έργο της η επιτροπή και δεύτερον με ποιες κατευθύνσεις και με ποιους στόχους θα εξετάσουμε κάποια θέματα. Εάν εκεί υπάρχει κάποια σύγκλιση απόψεων μεταξύ κράτους και πανεπιστημιακών νομίζω ότι οι προοπτικές θα είναι καλές. Εάν εκεί υπάρχουν διαφορετικές προσδοκίες από τη μία μεριά ή από την άλλη, τότε αυτό που είδαμε πριν από μερικές εβδομάδες, ένα φαινόμενο κρίσης, θα ξαναπαρουσιαστεί μετά από μερικές εβδομάδες.
Εγώ λοιπόν θα πρότεινα, τώρα, αυτές τις μέρες που ελπίζω να λυθεί το αδιέξοδο το οποίο παρατηρήσαμε, να υπάρξει μία σύγκλιση απόψεων ως προς τις κατευθύνσεις στις οποίες θα κινηθεί η επιτροπή για να λύσει το μισθολογικό αλλά και γενικότερα το θέμα των πανεπιστημίων.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Το σημείο τριβής φαίνεται να είναι το μισθολογικό.
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Καλό είναι να δούμε και το ιστορικό της όλης υπόθεσης. Είναι σαφές ότι μέχρι το 1998, οι μισθοί των πανεπιστημιακών ήταν ιδιαίτερα χαμηλοί. Επί δικής μου υπουργίας, πέρασε ένα νέο μισθολογικό σύστημα για τους εκπαιδευτικούς που έδωσε πράγματι σημαντικές αυξήσεις – και μέχρι 70% σε ορισμένες κατηγορίες – έτσι που ο Λέκτορας του πανεπιστημίου είχε ένα ανεκτό μισθό και ο Καθηγητής της πρώτης βαθμίδας, δηλαδή αυτός που είχε μία υπηρεσία 25 ετών, είχε έναν καθαρό μισθό περίπου 1.000.000. Αυτό έγινε το 1998. Η μορφή όμως των αυξήσεων που δώσαμε το 1998, ήταν υπό τη μορφή επιδομάτων κυρίως.
Έτσι από το 1998 μέχρι τώρα, δεν έγιναν αυξήσεις. Οι αυξήσεις που δόθηκαν στους δημοσίους υπαλλήλους αφορούσαν σε ένα μικρό κομμάτι των μισθών. Από το 1998 λοιπόν μέχρι σήμερα, οι πανεπιστημιακοί έχουν χάσει αγοραστική αξία στους μισθούς της τάξης του 20%. Αυτή είναι μία ιδιαιτερότητα του κλάδου τους και αυτό που ζητούν είναι μία αποκατάσταση αυτής της απώλειας και μία νέα προοπτική.
Νομίζω ότι οι πανεπιστημιακοί βρίσκονται με αυτό τους το αίτημα σε σταθερό έδαφος ζητώντας από την επιτροπή να αναγνωρίσει αυτό το πρόβλημα και να δει ότι, στη νέα εποχή, εάν θέλουμε αναβαθμισμένα πανεπιστήμια και καθηγητές πλήρους απασχόλησης, θα πρέπει το δημόσιο να αναγνωρίσει ότι θα πρέπει να υπάρξει μια μισθολογική βελτίωση. Η ιδιαιτερότητα της λειτουργίας των πανεπιστημιακών αναγνωρίζεται στο Σύνταγμα, όπως αναγνωρίζεται και η ιδιαιτερότητα της λειτουργίας των δικαστών. Νομίζω ότι δεν μπορούμε να πούμε ότι εάν γίνει μία αποκατάσταση αδικίας στους πανεπιστημιακούς αυτό θα δημιουργήσει προβλήματα σε άλλους χώρους.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Η ιδιαιτερότητα της ελληνικής δημόσιας διοίκησης, αν μου επιτρέπετε, είναι ότι γεμάτη ιδιαιτερότητες.
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Θα το δεχτώ αυτό. Όμως εάν θέλεις να έχεις μία δημόσια διοίκηση ποιότητας πρέπει να πληρώσουμε. Δεν μπορείς να έχεις και τα δύο: Χαμηλούς μισθούς και υψηλή ποιότητα.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Συμφωνώ σε αυτό. Το θέμα είναι ότι δεν συμφωνεί η κυβέρνηση.
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Η κυβέρνηση έχει φυσικά το πρόβλημα της δημοσιονομικής πειθαρχίας, είναι αναγκασμένη να περιορίσει τις δαπάνες. Δεν μπορούμε όμως από τη μία πλευρά να λέμε ότι έχουμε περίσσευμα και δίνουμε φοροελαφρύνσεις και, από την άλλη, ότι δεν έχουμε λεφτά να δώσουμε για την παιδεία. Εγώ θα προτιμούσα τα χρήματα να δοθούνε σε ευαίσθητους κοινωνικούς τομείς όπως είναι η υγεία και η παιδεία, όπου η Ελλάδα έχει μείνει πολύ πίσω. Νομίζω ότι είναι μία αντινομία να επιμένουμε σε μία παιδεία υψηλής ποιότητας με χαμηλούς μισθούς.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Διαπιστώνουμε ότι στα δίκαια αιτήματα που υπάρχουν σε ορισμένες επιμέρους ανάγκες, εάν έχουν έναν ισχυρό μοχλό πίεσης, μία συντεχνία ας το πούμε έτσι, καταφέρνουν και τα παίρνουν. Κάποιος ακροατής που δεν έχει μία τέτοια δυνατότητα να εκβιάσει την κυβέρνηση, τι θα κάνει;
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Εδώ θέτετε ένα βασικό δίλημμα δυσλειτουργίας της Δημοκρατίας. Εάν σε μία δημοκρατία αυτός που κερδίζει είναι αυτός που είναι σε θέση να πιέσει και να εκβιάσει, τότε τα πράγματα δεν πάνε καλά. Είναι ευθύνη όμως της δημοκρατίας, του πολιτικού κόσμου, της κυβέρνησης να βάλει τα πράγματα αλλιώς και να αμείβεται κάποιος ανάλογα με το μόχθο του, την παραγωγικότητά του και τη σπουδαιότητα του έργου του στο κοινωνικό σύνολο.
Και εδώ παρατηρούμε κραυγαλέες αδικίες μέσα στην ελληνική κοινωνία. Δεν μπορούμε να πούμε στους πανεπιστημιακούς σήμερα ή αύριο στους στρατιωτικούς τι να κάνουμε, δεν έχουμε λεφτά να σας δώσουμε, διότι έχουμε πιέσεις από τον προϋπολογισμό, όταν μέσα στον ευρύτερο χώρο του δημόσιου τομέα, έχουμε και μισθούς, καθαρούς μισθούς των 10.000.000 δραχμών το μήνα. Αυτά είναι προκλήσεις.
Εγώ θα περιμένω από την πολιτεία, από την κυβέρνηση να πει ότι αυτά τα χρήματα έχουμε, αυτές είναι οι δυνατότητές μας, ιδού ο τρόπος που δίκαια κατανέμω τα ποσά τα οποία διαθέτω, αυτοί είναι οι στόχοι μου, το χρονοδιάγραμμά μου για μια σταδιακή βελτίωση των αποδοχών και για να αποκατασταθούν κάποιες αδικίες. Το σημαντικό στο διάλογο μεταξύ κυβέρνησης και διάφορων φορέων δεν είναι πόσα θα πάρουν φέτος το 2002 ή το 2003, αλλά ποιο είναι το δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα, έτσι που σιγά-σιγά ένας συγκεκριμένος κλάδος θα πάρει τη θέση που του αναλογεί και του αρμόζει μέσα στην οικονομία και την κοινωνία. Και δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι οι εκπαιδευτικοί έχουν μείνει πίσω στον τόπο μας.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Η κυβέρνηση μας δίνει την αίσθηση ότι επιδιώκει να τα μεταφέρει όλα στις αρχές του 2004. Και η κατηγορία της Ν.Δ. είναι ότι το πράττει αυτό διότι έτσι ελπίζει ότι θα κερδίσει τις εκλογές. Πρώτα απ” όλα αυτό μας δίνει την αίσθηση ότι οι εκλογές θα γίνουν το 2004. Συμφωνείτε;
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Κι εγώ πιστεύω ότι οι εκλογές θα γίνουν το 2004. Θα έλεγα όμως ότι η εμπειρία μας λέει ότι ποτέ στην Ελλάδα κυβερνήσεις δεν κέρδισαν τις εκλογές με παροχές της τελευταίας στιγμής. Και αυτό αφορά και σε κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και σε κυβερνήσεις της ΝΔ.
Οι παροχές είναι ένα πολύ καταναλωτικό προϊόν, ξέρετε. Ευχαρίστως και το πιστώνεις στην κυβέρνηση σήμερα, αλλά και το ξεχνάς αύριο. Γι” αυτό έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία για την κυβέρνηση να δώσει ένα δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα σε βάθος χρόνου.
Δεν μπορούμε να αποκαταστήσουμε τις πολλές αδικίες που υπάρχουν σε πολλούς τομείς στο δημόσιο τομέα το 2002, το 2003 ή το 2004. Αυτό που πρέπει να δούμε είναι ποιο είναι το χρονοδιάγραμμα που θα επιτρέψει την αποκατάσταση των αδικιών αυτών σε βάθος χρόνου και μακάρι εκεί να έχουμε και μία διακομματική συμφωνία στη βουλή, ότι αυτά τα οποία θα συμφωνηθούν για βελτιώσεις σε βάθος χρόνου θα έχουν μία στήριξη διακομματική.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Σας ευχαριστώ θερμά.