Το έμβλημα λεει ότι η μάχη του Ελληνισμού δίνεται στην Κύπρο. Το προσυπογράφω.
Μακαριότατε, κ. τέως Πρόεδρε της Κυπριακής Δημοκρατίας, κύριοι Υπουργοί, κυρίες και κύριοι,
Πάνε δύο χρόνια τώρα, που είχα την τιμή να μιλήσω σε μία συνεδρίαση του ΚΥΚΕΜ. Σήμερα θέλω να επαναλάβω, όχι μονότονα, κάποιες συγκεκριμένες απόψεις που επίμονα αναφέρω. Τις πιστεύω σαν βασικές αρχές.
Ζούμε σε μία εποχή που επικρατεί η ρευστότητα και η απαισιοδοξία. Σε αυτήν την εποχή οι Κασσάνδρες πληθαίνουν. Όμως, η ιστορία ποτέ δεν γράφτηκε από τις Κασσάνδρες. Γράφτηκε από τους μαχητές, από τους αγωνιστές. Εκείνους που πιστεύουν στα εθνικά μας ιδεώδη. Εκείνους που πιστεύουν ότι με αυτοπεποίθηση και ευθύνη, οι τύχες του Ελληνισμού θα προχωρήσουν μπροστά. Και σήμερα, σε αυτή την ομιλία, θέλω να σας μεταφέρω το μήνυμα της αισιοδοξίας. Να ακούσουμε τους ψιθύρους που πληθαίνουν, τη Νέα Πολιτική Σκέψη που προβάλλει στον Ελληνισμό και η οποία δεν δέχεται ότι ο Ελληνισμός είναι ανυπεράσπιστος.
Η Νέα Πολιτική Σκέψη είναι έτοιμη να αναλάβει τις ιστορικές ευθύνες και να οδηγήσει τον Ελληνισμό σε μία περήφανη πορεία, στο τέλος αυτού του αιώνα και στον 21ο αιώνα που ζυγώνει. Να ακούσουμε τους ψιθύρους της Νέας Γενιάς που με αυτοπεποίθηση αντιμετωπίζει το μέλλον. Η νέα τάξη πραγμάτων, η νέα κατάσταση που δημιουργείται, παρά την αστάθειά της, παρά τα προβλήματά της, αν δούμε πέρα και μακριά στον χρόνο, δίνει τεράστιες ευκαιρίες στον Ελληνισμό. Και αν ενωμένοι, με προγραμματισμό, διορατικότητα και αποφασιστικότητα να προχωρήσουμε, η εποχή που ανατέλλει μπορεί να γίνει η χρυσή εποχή του Ελληνισμού. Σε αυτήν την εποχή, ο Ελληνισμός έχει κάθε δυνατότητα να αναδειχθεί σε σημαντική περιφερειακή οικονομική δύναμη στα Βαλκάνια, στη Μέση Ανατολή, στην Ανατολική Μεσόγειο.
Σε αυτήν την εποχή, ο Ελληνισμός έχει τη δυνατότητα να παίξει τον ιστορικό του ρόλο. Όντας στο σταυροδρόμι των ρευμάτων, ανάμεσα στον Βορρά και στον Νότο, την Ανατολή και τη Δύση, να συνθέσει τις πολιτιστικές τάσεις του κόσμου και να ξαναμπολιάσει τις πολιτικές εξελίξεις με την ιδιαιτερότητα, τη γνησιότητα και την αυθεντία του Ελληνικού Πολιτισμού και των αξιών του. Ο Ελληνισμός σήμερα έχει την δυνατότητα, με ενότητα και προγραμματισμό, να προχωρήσει σε σχήματα συλλογικής ασφάλειας στην περιοχή και να εξασφαλίσει τη δική του Άμυνα. Πάνω απ΄ όλα, ο Ελληνισμός σήμερα μπορεί να προασπίσει την Άμυνα και την Ανεξαρτησία του.
Αυτές οι νέες σκέψεις πηγάζουν από τα καινούργια δεδομένα. Όταν κοιτάμε προς τα πίσω ανακαλούμε τα δεδομένα του διπολικού, ψυχροπολεμικού συστήματος, μέσα στο οποίο μεγαλώσαμε. Ήταν ένα ιδιόμορφο σύστημα, όπου η Ειρήνη και η Ασφάλεια εξασφαλίζονταν από μία διπολική ισορροπία πυρηνικού τρόμου. Το σύστημα προσέφερε στον Ελληνισμό και κάποια πλεονεκτήματα, κυρίως όμως είχε σοβαρά μειονεκτήματα. Ένα σημαντικό πλεονέκτημα για εμάς ήταν ότι μας επέτρεψε να παίξουμε έναν ιδιαίτερο ρόλο στην ανάπτυξη των δυτικών οικονομιών, να λάβουμε μέρος σε αυτήν την ανάπτυξη και, έτσι, σήμερα και η Ελλάδα και η Κύπρος, συγκριτικά πάντοτε μιλώντας, να είναι σχετικά ανεπτυγμένες οικονομίες.
Ανάμεσα στα μειονεκτήματα του παρελθόντος, ως πρώτο θα ανέφερα το γεγονός ότι ο ψυχρός πόλεμος, το σιδηρούν παραπέτασμα μεταξύ της Ανατολής και της Δύσης, απέκοψε την Ελλάδα από τη φυσιολογική της οικονομική, κοινωνική και εν πολλοίς πολιτική ενδοχώρα στα Βαλκάνια. Έμεινε η Ελλάδα ένα κομμάτι της Ευρώπης ξεκομμένο από γεωγραφική άποψη από την υπόλοιπη Ευρώπη. Και η Κύπρος, που ακολούθησε τον δρόμο των Αδεσμεύτων, χαρακτηρίστηκε σαν μία χώρα της Μέσης Ανατολής και όχι σαν ένα κομμάτι του Ελληνισμού, χώρα της Ευρώπης. Το δεύτερο μειονέκτημα του παρελθόντος ήταν ότι η στρατιωτικοπολιτική σημασία της Τουρκίας είχε ιδιαίτερα τονισθεί. Η Τουρκία εκμεταλλεύθηκε με ιδιαίτερη θα έλεγα διπλωματική ικανότητα, τις ευνοϊκές για εκείνη περιστάσεις και ακολούθησε ένα μακροχρόνιο πρόγραμμα τουρκικού επεκτατισμού.
Ήταν η εποχή που χάθηκε ο Ελληνισμός της Κωνσταντινούπολης, ήταν η εποχή που αφελληνίστηκε η Ίμβρος και η Τένεδος. Ακολούθησαν οι τραγωδίες της Κύπρου που έφεραν την παράνομη κατοχή ενός μέρος, ενός ανεξάρτητου κράτους, μέλους του Ο.Η.Ε. από τουρκικά στρατεύματα. Ήταν, με λίγα λόγια, η εποχή της συρρίκνωσης του Ελληνισμού. Και με αυτές τις καταβολές, με αυτά τα συναισθήματα, μεγαλώνοντας κατά την ψυχροπολεμική περίοδο, επήλθε και κάποιος κλονισμός σχετικά με την ελληνική ταυτότητα, το μέλλον του Έλληνα, το μέλλον του Ελληνισμού. Σας καλώ να αφήσουμε πίσω αυτή την εποχή. Δεν ξανακτίζουμε έναν γκρεμισμένο κόσμο. Κτίζουμε τον καινούργιο κόσμο. Σας καλώ να κοιτάξουμε μπροστά και πέρα από τα προβλήματα. Να κοιτάξουμε τις προκλήσεις και τις ευκαιρίες που μας δίνονται. Η νέα τάξη πραγμάτων δεν έχει διαμορφώσει ακόμα το σχήμα της συλλογικής ασφάλειας.
Ζούμε σε μία μεταβατική περίοδο που θα διαρκέσει πολύ. Είναι πολύ πιθανόν πως όλοι εμείς θα ζήσουμε σε μία μεταβατική περίοδο. Το νέο σύστημα, το παγκόσμιο σύστημα ισορροπιών, ίσως προκύψει μετά από τη δική μας εποχή. Θα πρέπει λοιπόν να αναγνωρίσουμε πως ζούμε σε μία ασταθή, μεταβατική περίοδο, γεμάτη προβλήματα αλλά και γεμάτη ευκαιρίες. Και έχει μεγάλη σημασία να αντιληφθούμε ποιες είναι ακριβώς οι διαστάσεις του Παγκοσμίου Συστήματος, έτσι όπως τείνει να διαμορφωθεί, για να μην επαναλάβουμε τα λάθη που κάναμε στο παρελθόν. Για να προχωρήσουμε στις ορθές επιλογές, με προγραμματισμό και διορατικότητα.
Ένα πράγμα είναι σίγουρο: Αυτοί που έσπευσαν να κηρύξουν το τέλος της Ιστορίας είχαν άδικο. Ο Φουκουγιάμα αλλά και πολιτικοί όπως ο τέως Υπουργός Εξωτερικών των Η.Π.Α. κ. Μπέηκερ, που διέγνωσαν μία απλή μετάβαση από ένα διπολικό σύστημα προς ένα φιλελεύθερο παγκόσμιο σύστημα προς ένα φιλελεύθερο παγκόσμιο σύστημα με ενιαία ασφάλεια, ένα σύστημα πιο ανθρώπινο, με δικαιοσύνη, που λύνει μέσα από τις ελεύθερες αγορές όλα τα προβλήματα. Αυτοί διαψεύσθηκαν μέσα σε δύο ή τρία χρόνια από την κήρυξή του τέλους της Ιστορίας. Δεν υπάρχει παγκόσμιο σύστημα το οποίο μπορεί να αντιμετωπίσει τα προβλήματά μας. Προσπαθούμε ψηλαφώντας να βρούμε έναν τρόπο για να αντιμετωπίσουμε τα παγκόσμια προβλήματα. Και αν κοιτάξουμε τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει η Ανθρωπότητα, με τις υπάρχουσες δομές, το ΝΑΤΟ και τον ΟΗΕ, το Γιουγκοσλαβικό δράμα, δεν μπορούμε να πούμε ότι το νέο σύστημα έχει ήδη εδραιωθεί και ότι ζούμε στην φιλελεύθερη εποχή του τέλους της Ιστορίας.
Βρισκόμαστε κάπου αλλού, σε διαφορετική κατάσταση. Είμαστε σε μία τεχνολογική εποχή όπου η τεχνολογία μεταβάλλεται ταχύτατα. Βρισκόμαστε σε μία εποχή όπου η παγκοσμιότητα της αγοράς είναι οργανωμένη σε ανταγωνιστική βάση. Όμως, ταυτόχρονα, ζούμε στην εποχή όπου τα έθνη συγκροτούνται σε μεγάλες ομάδες, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τον παγκόσμιο ανταγωνισμό. Ήδη, έχει διαμορφωθεί στη Βόρειο Αμερική, το σύστημα NAFTA, ένα τεράστιο πολιτικο-οικονομικό συγκρότημα, με τεράστιες τεχνολογικές δυνατότητες, το οποίο ανταγωνίζεται οικονομικά ένα άλλο, εξίσου ισχυρό οικονομικό, τεχνολογικό και πολιτικό συγκρότημα, την Ενωμένη Ευρώπη. Λίγο μακρύτερα από εμάς, στην Άπω Ανατολή, η Ιαπωνία και η ΝΑ Ασία συγκροτούν έναν όμιλο οικονομικό, τεχνολογικό, πολιτιστικό και πολιτικό που και αυτός ανταγωνίζεται σκληρά τους δύο πόλους. Άλλοι πόλοι προσπαθούν να συγκροτηθούν. Στις δεκαετίες που έρχονται είναι αναπόφευκτο να δημιουργηθεί και ο πόλος της Κίνας και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι, στο βάθος του ορίζοντα, η Ρωσία θα αναδειχθεί με κάποιον τρόπο ως ένα ακόμα πολιτικοοικονομικό συγκρότημα. Θα ζήσουμε λοιπόν μια εποχή ανταγωνισμών, όχι εθνικών αλλά πολυεθνικών συγκροτημάτων και δεν έχει βρεθεί ακόμα ισορροπία ανάμεσα σ΄ αυτές τις δυνάμεις που θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για οικονομική συνεργασία, για ευημερία των λαών και για συλλογική ασφάλεια.
Ο κόσμος χωρίζεται σήμερα σε δύο ζώνες. Η μία ζώνη που θα την χαρακτηρίζαμε ζώνη της Ειρήνης και της Συλλογικής Ασφάλειας, περικλείει τη Β. Αμερική, την Ενωμένη Ευρώπη και, ως κάποιο βαθμό, την Ιαπωνία και την ΝΑ Ασία. Μέσα σ΄ αυτά τα οικονομικο-πολιτικά συμπλέγματα, υπάρχουν μηχανισμοί συνεργασίας, επίλυσης των διαφορών, υπάρχουν κινήσεις για την εγκαθίδρυση συστημάτων πολιτικής ενοποίησης. Στον υπόλοιπο κόσμο, που καταλαμβάνει το 85% του πληθυσμού, έχουμε τη ζώνη της μη Ειρήνης. Τη ζώνη της ανασφάλειας, της αβεβαιότητας, τη ζώνη που δεν διαθέτει δυνατή προοπτική. Το λέω αυτό, για να τονίσω πόσο αναγκαίο είναι να διατρανώσουμε εμείς, ο Ελληνισμός και τα κράτη του Ελληνισμού, η Ελλάδα και η Κύπρος, την ευρωπαϊκή μας ταυτότητα και τη διεκδίκησή μας να ζήσουμε στη ζώνη της Ειρήνης και της Ασφάλειας αυτού του κόσμου.
Είπα ότι θα ζήσουμε μια μακρά μεταβατική περίοδο, με μεγάλα προβλήματα και πολλές ευκαιρίες. Δεν θέλω να είμαι εξαντλητικός στην ανάλυση των θεμάτων, θα σταθώ σε τρία βασικά ζητήματα που, κατά τη γνώμη μου, πρέπει να αποτελέσουν τη βάση, τους βασικούς άξονες, αν θέλετε, της Εθνικής Στρατηγικής του Ελληνισμού.
Σαφής και αταλάντευτος ευρωπαϊκός προσανατολισμός του Ελληνισμού.
Επιθετική οικονομική πολιτική της Ελλάδας και της Κύπρου και οικονομική συνεργασία στα Βαλκάνια, στις χώρες του Εύξεινου Πόντο, στην Ανατολική Μεσόγειο αλλά και στην Αφρική.
Παράλληλα με τα δύο προηγούμενα, συγκρότηση μιας αμυντικής πολιτικής, η οποία να καλύπτει τον ενιαίο χώρο του Ελληνισμού.
Όπως προανέφερα, η ψυχροπολεμική περίοδος κατέτασσε τον Ελληνισμό κάπου στο περιθώριο ή στο άκρο των ευρωπαϊκών εξελίξεων. Η Ελλάδα είναι σήμερα αμετάκλητο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να δώσουμε τους αγώνες για την προώθηση των ελληνικών θεμάτων. Βασικός στόχος της Ελλάδας είναι, και πρέπει να είναι, η άμεση εισδοχή και της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι Ευρωπαίοι πρέπει να κατανοήσουν πως τα σύνορα της Ευρώπης δεν σταματούν στον Ελλαδικό χώρο. Τα σύνορα της Ευρώπης, η ευθύνη της συλλογικής ασφάλειας της Ευρώπης, τελειώνει στο ανεξάρτητο κράτος της Κύπρου. Η Ευρώπη το οφείλει αυτό στον Ελληνισμό, η πολιτιστική και πολιτική βάση της Ευρώπης είναι η Ελληνική παράδοση. Αλλά και η Ευρώπη έχει ανάγκη το ελληνικό στοιχείο της Ελλάδας και της Κύπρου για να ανταγωνιστεί τα άλλα συγκροτήματα σε περιοχές που ο Ελληνισμός μπορεί να είναι πρωτοπόρος, στα Βαλκάνια και την Μέση Ανατολή.
Η μάχη πιθανόν να είναι δύσκολη. Η Ελλάδα πολλές φορές βρέθηκε απομονωμένη μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δίνοντας μάχη για την Κύπρο. Τη μάχη όμως τη δίνουμε και μαζί θα την κερδίσουμε και, μέσα στο 1995, θα τεθεί οριστικά το θέμα της εισδοχής της Κύπρου στην Ενωμένη Ευρώπη, έτσι που ο Ελληνισμός δεν θα είναι ακρωτηριασμένος και ριγμένος, θα είναι όπως πρέπει να είναι. Ένα κομμάτι του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού και της Ευρωπαϊκής Ιδέας.
Ο δεύτερος άξονας που πρέπει να ακολουθήσουμε είναι οι μεγάλες οικονομικές ευκαιρίες, οι οποίες προσφέρονται στον Ελληνικό επιχειρηματικό κόσμο, σε χώρες που είναι πιο μικρές. Γιατί υπάρχει και αυτό το παράδοξο: Πώς, ενώ ο ανταγωνισμός γίνεται στα πλαίσια μεγάλων οικονομικών συγκροτημάτων, η καινούργια τεχνολογία επιβραβεύει τις μικρότερες χώρες που λειτουργούν μέσα σε αυτά τα συγκροτήματα. Τις χώρες που διαθέτουν ευελιξία, τις χώρες που έχουν ταλέντα επιχειρηματικά, που μπορούν να κινηθούν ταχύτατα, με διορατικότητα και να πάρουν το ρίσκο. Ξαναζούμε σε αυτόν τον τομέα τις οικονομικές ευκαιρίες που είχε ο Ελληνισμός τον 18ο και 19ο αιώνα.
Είναι η χρυσή ευκαιρία για τον Ελληνισμό να αναπτύξει οικονομικές πρωτοβουλίες και οικονομική συνεργασία σε όλα τα Βαλκάνια αλλά και στην Ανατολική Ευρώπη, στον Εύξεινο Πόντο, στην Ανατολική Μεσόγειο, στη Βόρειο Αφρική. Ήδη, η κίνηση αρχίσει και η Ελλάδα είναι η δεύτερη χώρα, μετά τη Γερμανία, σε σπουδαιότητα επενδυτικών έργων στην περιοχή. Υπάρχουν σημαντικές προσβάσεις στη Ρουμανία. Αλλά και πιο πάνω, στη Μολδαβία. Και, όταν με το καλό, λήξει και ο εμφύλιος πόλεμος στη Γιουγκοσλαβία, η Ελλάδα θα παίξει και εκεί ένα σημαντικό, κυρίαρχο θα έλεγα, ρόλο στην οικονομική συνεργασία της περιοχής. Αλλά και πιο κοντά στην περιοχή, στην Ανατολική Μεσόγειο, μετά την προσέγγιση του Ισραήλ και των Αραβικών χωρών, ο Κυπριακός Ελληνισμός βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση να εκμεταλλευτεί τις νέες δυνατότητες συνεργασίας που παρουσιάζονται στη Μέση Ανατολή.
Το επιχειρηματικό ταλέντο δεν λείπει. Αφθονεί. Η ευελιξία δεν λείπει. Υπερέχουμε. Γιατί λοιπόν να μην φανταστούμε, γιατί να μην προγραμματίσουμε, με αισιοδοξία, όλοι μαζί, με στόχο μία οικονομική οντότητα της Ελλάδας με τεράστιες προσβάσεις, σε μία τεράστια περιοχή που δεν θα αποφέρει μονάχα οικονομικά οφέλη για τον Ελληνισμό αλλά θα δημιουργήσει συμπλέγματα συνεργασίας και φιλίας, διεθνή ερείσματα τα οποία θα αναδείξουν τον Ελληνισμό σε μία ισχυρή εθνότητα στην παγκόσμια οικονομία. Στην μοντέρνα διπλωματία, σημασία δεν έχει το πόσος είναι ο πληθυσμός μέσα στα σύνορά σου Σημασία έχει και πόσοι είναι οι φίλοι σου, οι οποίοι σε στηρίζουν έξω από τα σύνορά σου. Εμείς οι Έλληνες μπορούμε τώρα να ξανακερδίσουμε τα διεθνή ερείσματα που είχαμε χάσει από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και να εδραιώσουμε τις φιλίες με τους γειτονικούς λαούς.
Αυτό με φέρνει στο τρίτο θέμα, το θέμα της Άμυνας. Αν ζούσαμε σε μία ειρηνική περιοχή, αν δεν υπήρχε πρόβλημα Ασφάλειας, αν είχαμε γενικό αφοπλισμό, τίποτα δεν θα ήταν καλύτερο για τον Ελληνισμό. Γιατί ο πολιτισμός μας, οι αξίες μας, βασίζονται στις έννοιες της Δημοκρατίας, της Ειρήνης και της Συνεργασίας ανάμεσα σε ελεύθερους λαούς. Και είναι σε αυτό το πνεύμα που, πάρα πολύ ορθά, ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας είχε προτείνει για την ασφάλεια στην περιοχή μας τον γενικό αφοπλισμό. Την αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων, έτσι που ο λαός, μόνος του, να λύσει με άλλες μεθόδους τα προβλήματά του και να ζήσει καλά.
Αυτό όμως το όνειρο, της ειρηνικής συνύπαρξης, παραμένει ένα όνειρο. Η πραγματικότητα είναι εφιάλτης. Και η Ελλάδα και η Κύπρος, δύο ανεξάρτητα κράτη, αλλά κράτη του Ελληνισμού, εκτιμούν -και ορθώς εκτιμούν- ότι αντιμετωπίζουν μία κοινή απειλή: τον τουρκικό επεκτατισμό. Και, ενώ κτίζουμε το μέλλον με αισιοδοξία και οικονομική συνεργασία με άλλους λαούς, για την Ευρωπαϊκή Ένωση, έχουμε υποχρέωση απέναντι στους εαυτούς μας και την Ιστορία μας να προστατεύσουμε τον Ελληνισμό, να αμυνθούμε από κοινού. Η συρρίκνωση του Ελληνισμού που παρουσιάστηκε τα τελευταία χρόνια, η συρρίκνωση του Ελληνισμού της ψυχροπολεμικής περιόδου έχει τελειώσει. Πρέπει να βάλουμε τελεία και παύλα στη συρρίκνωση του Ελληνισμού. Οι Έλληνες δεν δέχονται περαιτέρω συρρίκνωσή τους.
Όταν δύο κράτη εκτιμούν πως αντιμετωπίζουν μια κοινή απειλή, το ελάχιστο που έχουν να κάνουν -και αλίμονό τους αν δεν το έκαναν αυτό- είναι να συντονίσουν τα αμυντικά τους προγράμματα έτσι ώστε, με συνεργασία αμυντική, να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν πιο αποτελεσματικά την απειλή αυτή. Ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας ο Ανδρέας Παπανδρέου, μιλώντας στη Βουλή, είχε πει ότι μια περαιτέρω προώθηση της Τουρκίας στην Κύπρο θα αποτελούσε casus belli για την Ελλάδα. . Εφ΄ όσον λοιπόν υπάρχει απειλή, έπεται ότι τα αμυντικά μας σχέδια πρέπει να συντονισθούν. Και ο Ενιαίος Αμυντικός Χώρος απαντά σε αυτή την ανάγκη.
Αλλά υπάρχει και κάτι άλλο που θέλω να υπογραμμίσω. Η Ελλάδα έχει αυξημένη ευθύνη απέναντι στην Κύπρο. Σύμφωνα με τη συνθήκη της Ζυρίχης, είναι εγγυήτρια δύναμη για την Κύπρο. Η Ελλάδα δεν μπορεί να κάνει τίποτα άλλο παρά να εγγυηθεί ως εγγυήτρια δύναμη την ανεξαρτησία του ανεξαρτήτου κράτους της Κύπρου, ενός κομματικού του Ελληνισμού. Η έννοια του αμυντικού δόγματος είναι καθαρά αμυντική. Το είπα και το επαναλαμβάνω. Αν δεν υπήρχε απειλή, αν δεν υπήρχε η βίαιη δημογραφική αλλαγή του πληθυσμού με τους εποίκους τότε το θέμα θα μπορούσε να ήταν διαφορετικό. Αλλά η απειλή υπάρχει και το Αμυντικό Δόγμα, ο Ενιαίος Αμυντικός Χώρος, είναι μία προσπάθεια να αποκατασταθεί η ισορροπία, έτσι που να εμπεδωθεί το αίσθημα της ασφάλειας στον Κυπριακό Ελληνισμό ότι η Κύπρος δεν είναι ξέφραγο αμπέλι. Ότι όλοι οι Έλληνες είναι μαζί με τους Κυπρίους και σε στιγμές κινδύνου θα είμαστε όλοι Κύπριοι. Για τον Ενιαίο Αμυντικό Χώρο έχει γίνει ήδη σοβαρή δουλειά. Εξαγγέλθηκε από τον Πρωθυπουργό της Ελλάδας Ανδρέα Παπανδρέου και τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Γλαύκο Κληρίδη τον περασμένο Νοέμβριο. Ακολούθησε η επίσκεψη του Υπουργού Άμυνας της Κύπρου στην Αθήνα όπου είχαμε συζητήσεις πάνω σε μία συγκεκριμένη βάση. Έγινε σοβαρή προεργασία από επιτελικά στελέχη της Ελλάδας και της Κύπρου. Και αυτές τις ημέρες συζητάμε τα πορίσματα των στρατιωτικών, συγκεκριμένα και πρακτικά, έτσι που μπορώ να πω ότι αυτή η εβδομάδα θα είναι ιστορική για την προώθηση της αμυντικής συνεργασίας Ελλάδας – Κύπρου. Πολλά από όσα αποφασίσαμε και όσα θα αποφασισθούν δεν είναι ανακοινώσιμα. Η Άμυνα έχει αυτή την ιδιαιτερότητα. Πρώτα κάνεις και μετά τα βλέπει ο κόσμος. Μιλάς λιγότερο και κάνεις περισσότερα. Και αυτό ακριβώς κάνουμε αυτή την εβδομάδα.
Έχουν γραφτεί και στον Τύπο διάφορα σενάρια. Είμαστε και ευφάνταστος λαός και μας αρέσει η μυθολογία. Άλλωστε, η Μυθολογία είναι ελληνικό προϊόν. Αλλά, όταν μιλάμε για Εθνικά θέματα, θα ήθελα να ζητήσω από όλους να είμαστε λίγο φειδωλοί στις φημολογίες και στη μυθολογία. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η κήρυξη του Ενιαίου Αμυντικού Δόγματος ενόχλησε πολλούς. Πολλοί θέλουν τον Ελληνισμό αδύναμο. Πολλοί θέλουν την Κύπρο αδύναμη να διαπραγματευθεί τα δικαιώματά της. Και εμείς τους απαντάμε ότι το Αμυντικό μας Δόγμα είναι αμυντικό. Και εμείς θυμόμαστε τη ρήση του Θουκυδίδη που λεει ότι ο δυνατός επιβάλλει στον αδύνατο αυτό που η δύναμή του του επιτρέπει και ότι ο αδύνατος υποχωρεί όσο η αδυναμία του τον υποχρεώνει.
Δεν πιστεύω ότι οι διαπραγματεύσεις για την επίλυση του Κυπριακού μπορούν να γίνουν κάτω από τους όχι ίσους όρους που υπάρχουν σήμερα. Η αποκατάσταση της ισορροπίας που επιδιώκουμε δεν αντιτίθεται σε προγράμματα διαπραγματεύσεων και επίλυσης του Κυπριακού. Αντίθετα, είναι προϋπόθεση για μία ορθή και ειρηνική επίλυση του Κυπριακού ζητήματος. Διότι, μόνο όταν η Κύπρος έχει μία αξιόπιστη Άμυνα, γιατί συμπεριλαμβάνεται στον Ενιαίο Αμυντικό Χώρο του Ελληνισμού, μπορεί να διαπραγματευθεί στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων αυτά που διεκδικεί, αυτά που ομόφωνα έχουν ψηφισθεί από τα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών στο παρελθόν αλλά δεν έχουν υλοποιηθεί. Ξέρουμε ότι έχουμε δίκιο. Ξέρουμε όμως και κάτι άλλο. Για να βρούμε το δίκιο μας πρέπει να είμαστε ενωμένοι και δυνατοί. Και αυτό σημαίνει Ενιαίος Αμυντικός Χώρος.
Έτσι, οι προσπάθειες είναι παράλληλες. Δεν είναι αντιμαχόμενες. Πρέπει να γίνουν προσπάθειες, διαπραγματεύσεις για μία βιώσιμη και δίκαιη λύση του Κυπριακού. Και δεν μιλάω για τακτικές κινήσεις που δεν αγγίζουν την ουσία του προβλήματος. Και η ουσία του προβλήματος είναι ότι υπάρχει παράνομη κατοχή τουρκικών στρατευμάτων στην ανεξάρτητη Κύπρο. Μία βιώσιμη λύση του Κυπριακού θα πρέπει να αρχίσει και θα πρέπει να λύσει το θέμα της Ασφάλειας και της Ανεξαρτησίας ενός κράτους – μέλους του Ο.Η.Ε. της Κύπρου. Και για να δυναμώσουμε και να κατευθύνουμε τις διαπραγματεύσεις προς αυτή την κατεύθυνση που είναι ο μόνος τρόπος επίλυσης του θέματος, δημιουργούμε τις αμυντικές μας προϋποθέσεις.
Πρώτον, για να αποθαρρύνουμε τους τυχοδιωκτικούς πειρασμούς μερικών που διαισθανόμενοι αμυντική αδυναμία, μπορεί να επιχειρήσουν και γιατί όχι κάτι που επιχείρησαν και στο παρελθόν και το 1974. Αλλά και να περάσουμε το μήνυμα και στις άλλες χώρες ότι το θέμα της επίλυσης του Κυπριακού θα λυθεί πάνω σε μία βάση όπου η Κύπρος θα έχει αξιόπιστη Άμυνα.
Αυτό είναι το πλαίσιο του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου. Τα πρώτα βήματα έχουν γίνει. Θα προχωρήσουμε γρήγορα και στην εμπέδωση αυτού του δόγματος.
Και, τελειώνοντας, θέλω να πω τούτο: Μία είναι η καρδιά του Ελληνισμού. Με μία καρδιά χτυπάμε. Ελλάδα και Κύπρος την ίδια καρδιά έχουμε Δεν υπάρχει Άμυνα και Ασφάλεια της Κύπρου χωριστά από την Άμυνα και την Ασφάλεια της Ελλάδας. Και δεν υπάρχει Άμυνα και Ασφάλεια της Ελλάδας όταν η Κύπρος κινδυνεύει. Είμαστε μαζί σε αυτόν τον αγώνα της εθνικής επιβίωσης. Της εθνικής καταξίωσης. Για έναν δρόμο που θα είναι δύσκολος. Και μεγάλη ανηφόρα. Αλλά, όπως είπα και στην αρχή της ομιλίας μου, βλέπω μακριά. Ίσως πολύ μακριά στον ορίζοντα. Όπου η τύχη μας χαμογελάει. Αρκεί να ξεπεράσουμε τις εθνικές μας αδυναμίες.
Στο θέμα της Εθνικής Στρατηγικής πρέπει να είμαστε συντονισμένοι, προγραμματισμένοι και ενωμένοι. Έχουμε πολλά, μα πάρα πολλά εσωτερικά ζητήματα που μπορούν να μας διαιρέσουν και μπορούμε να τσακωθούμε. Είμαστε ένας λαός που μας αρέσει ο διάλογος και η διαμάχη. Έχουμε πολλά εσωτερικά θέματα για να χωριστούμε κομματικά. Στα Εθνικά όμως ζητήματα πρέπει να υπάρχει ομοψυχία. Εθνική Στρατηγική ολόκληρου του Ελληνισμού. Και αυτό το μήνυμα αρχίζει και περνάει σε άλλες χώρες.
Πρέπει να σας πω ότι αισθάνθηκα πραγματικά υπερήφανος όταν ξένοι διπλωμάτες άρχισαν να με ρωτούν για τον Ενιαίο Αμυντικό Χώρο και τι σημαίνει αυτό. Με πίστεψαν, γιατί ξέρουν ότι είμαστε αποφασισμένοι να προχωρήσουμε μπροστά. Και είδα στα μάτια τους, για πρώτη φορά, ότι και αυτοί αρχίζουν να μας παίρνουν στα σοβαρά. Έτσι θα μπορέσουμε να λύσουμε το ζήτημά μας.
Με αυτά τα λόγια, θα ήθελα να κλείσω και να σας ευχαριστήσω για την ευκαιρία που μου δώσατε σήμερα να απευθυνθώ σε εσάς. Θέλω να πω τούτο: Δεν είμαι αιθεροβάμων. Είμαι και εγώ ένας από τους πολλούς Έλληνες που πιστεύουν στην παράδοσή τους, πιστεύουν ότι έχουμε ένα λαμπρό μέλλον μπροστά μας. Και ατενίζοντας αυτό το λαμπρό μέλλον μπροστά μας, πέρα από τις δυσκολίες, δεν βλέπω σε τι υπολείπεται ο Ελληνισμός. Αυτό το όραμα μπορούμε να το πραγματοποιήσουμε εμείς. Και σε αυτούς που δυσπιστούν, σε αυτούς που αμφιβάλλουν τους λεω: Γιατί όχι αυτό το όραμα; Η Ελλάδα το έχει πετύχει πολλές φορές, θα το πετύχουμε και αυτή τη φορά, θα νικήσουμε.