Όλοι μας θα θέλαμε να δίναμε στη σημερινή, την 66η Επέτειο της Οικουμενικής Διακήρυξης των δικαιωμάτων του Ανθρώπου, έναν πανηγυρικό χαρακτήρα.
Δυστυχώς, η κατάσταση που επικρατεί στην υφήλιο δεν μας επιτρέπει να είμαστε πανηγυρικοί. Ποτέ άλλοτε δεν υπήρξε τέτοιο χάσμα ανάμεσα στις Διακηρύξεις και στην πραγματικότητα.
Από τη μια μεριά, η Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και η Σύμβαση για τα Δικαιώματα των παιδιών διαπνέονται από τις αξίες του διαφωτισμού και αναδεικνύουν την ελευθερία, την ισότητα, την αλληλεγγύη, την αξιοπρέπεια, την ανοχή ως υπέρτερα αγαθά.
Από την άλλη μεριά, βιώνουμε την αμφισβήτηση του κατεστημένου αξιακού συστήματος. ΟΙ λέξεις που μόλις τώρα σας εκστόμισα, ακούγονται σαν κούφιες λέξεις, που πέφτουν στο κενό.
Ζούμε μια πρωτοφανή κρίση, που συνεπιφέρει επιδείνωση της ανισοκατανομής του εισοδήματος, μεγάλη ανεργία, κατάρρευση του κοινωνικού κράτους και των δικτύων κοινωνικής προστασίας, την φτωχοποίηση της πλειονότητας του πληθυσμού και την εφιαλτική αύξηση της παιδικής φτώχειας.
Οφείλουμε να δώσουμε εξήγηση στο διευρυνόμενο χάσμα ανάμεσα στις διακηρύξεις και την πραγματικότητα. Η συνήθης εξήγηση είναι ότι το χάσμα οφείλεται σε αποτυχία των Κυβερνήσεων να υλοποιήσουν σχετικά προγράμματα ή ακόμη σε πλημμελή συγκρότηση αυτών των προγραμμάτων. Δέχομαι ότι ατελέσφορες κυβερνητικές πολιτικές ευθύνονται σ΄ έναν βαθμό για αυτό το χάσμα. Απόδειξη, ότι μερικές χώρες, παρά την κρίση, κατόρθωσαν να προστατεύσουν τα δικαιώματα του ανθρώπου και να βελτιώσουν τις συνθήκες διαβίωσης των παιδιών.
Θα επανέλθω σε αυτό το θέμα σε λίγο. Όμως ο παράγων αυτός – ατελέσφορη κυβερνητική πολιτική – δεν μπορεί μόνος του να καλύψει το χάσμα που παρατηρούμε. Πρέπει να αναζητήσουμε τα αίτια βαθύτερα.
Μερικές σκέψεις σχετικά με αυτό το ζήτημα:
Ο χάρτης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η Οικουμενική Διακήρυξη και άλλες Συμβάσεις που ακολούθησαν, είχαν άμεση σχέση με το κοινωνικο-οικονομικό σύστημα που επικρατούσε. Γενικά, μπορούμε να πούμε ότι ο Χάρτης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ήταν απότοκος της εποχής της Διαφώτισης και ήταν σύννομος με της οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες της αστικής Δημοκρατίας.
Βασικοί πολιτειακοί θεσμοί της αστικής Δημοκρατίας: Το Έθνος – Κράτος, το κοινωνικό κράτος και τα δίκτυα κοινωνικής προστασίας, το κοινωνικό συμβόλαιο. Πάνω απ΄ όλα, η βεβαιότητα της συνεχούς προόδου και της ευζωίας, στάθηκαν στηρίγματα στην προώθηση της υπόθεσης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Σήμερα όμως, βιώνουμε μια βαθύτατη κρίση που δεν είναι μόνο οικονομική και που θα έχει διάρκεια. Αυτό πρέπει να το καταλάβουμε. Δεν περνάμε τώρα μια κυκλική διακύμανση όπου, σε λίγο χρόνο μπροστά μας, τα πράγματα θα επανέλθουν εκεί που ήταν πριν από την κρίση. Έχουμε φύγει οριστικά από τα παλαιά δεδομένα και βιώνουμε τώρα τη μεταβατική περίοδο προς ένα νέο παγκόσμιο σύστημα όπου ο σύγχρονος καπιταλισμός, η παγκοσμιοποίηση όπως τον αποκαλούμε, έχει αλλάξει τις κοινωνικές και οικονομικές δομές, τους πολιτικούς θεσμούς που σας ανέφερα: Το Εθνικό Κράτος, η Ελευθερία, η Ισότητα, η Αδελφικότητα, η κοινωνική συνοχή, η αλληλεγγύη, το κοινωνικό συμβόλαιο, το γενικό συμφέρον, βρίσκονται σε υποχώρηση.
Με άλλα λόγια, η κυριαρχία της παγκοσμιοποίησης υπονομεύει τις έννοιες και τις αξίες πάνω στις οποίες στηρίζεται ο χάρτης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Για να γίνω ακόμα πιο σαφής: η παγκοσμιοποίηση, στη σημερινή της τουλάχιστον μορφή, και τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι θεσμοί που δεν μπορούν να συμβιώσουν. Πράγματι, η παγκοσμιοποίηση προσπαθεί να μας σπρώξει σ΄ ένα μετα-εθνικό, μετα-δημοκρατικό, μη συναινετικό σύστημα παραγωγής. Γι΄ αυτό ο κυρίαρχος οικονομικός και πολιτικός λόγος έχει έρθει σε ρήξη με τις ιστορικές αξιακές και ιδεολογικές του ρίζες. Το νέο δόγμα του μονοδρόμου, εκλογικεύει την αθλιότητα και την φτώχεια ως αναπόφευκτες παράλληλες απώλειες της νέας εποχής, που υπόσχεται νέο πλούτο, με παράλληλη ανισοκατανομή, όπου οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι.
Και εδώ βρίσκεται η μεγάλη πρόκληση του 21ου αιώνα: Να δώσει ανθρώπινη μορφή στη σημερινή στυγνή παγκοσμιοποίηση και να διαμορφώσει ένα νέο κοινωνικο-οικονομικό σύμπλεγμα που θα είναι φιλικό στον άνθρωπο και τα δικαιώματά του.
Η Ευρώπη, πιστεύω, ότι είναι ο προνομιακός χώρος που μπορεί να ανταποκριθεί σ΄ αυτήν την πρόκληση: να δημιουργήσει τις συνθήκες για τη διαμόρφωση ενός νέου Διαφωτισμού, όπου η Δημοκρατία, τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και η υλική πρόοδος και η κοινωνική συνοχή θα συνυπάρχουν.
Εάν συμφωνείτε μ΄ αυτή τη συλλογιστική, τότε θα πρέπει να δεχθείτε ότι ο αγώνας για τη στήριξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων θα πρέπει να διεξάγεται από εδώ και πέρα σ΄ ένα ευρύτερο πεδίο κινητοποίησης για ένα καλύτερο οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό σύστημα του αύριο.
Το Ίδρυμά μας αποτελεί πρωτοπορία σ΄ αυτή τη νέα μορφή αγώνα. Σχετικά σας πληροφορώ ότι στις 16 Δεκεμβρίου θα παρουσιάσουμε σε Ημερίδα τη β΄ έκδοση του ΙΜΔΑ «ΤΑΙΠΕΔ – Όργανο εκποίησης της περιουσίας και κατάργησης της εθνικής κυριαρχίας της Ελλάδας», όπου θίγονται βασικά ζητήματα δημοκρατίας και προστασίας του εθνικού πλούτου.
Τώρα θα με ρωτήσετε: Μετά από αυτές τις απαισιόδοξες εκτιμήσεις για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σ΄ αυτή τη συγκυρία, μήπως η δράση μας στο χώρο αυτό είναι ατελέσφορη; Μήπως πρέπει να αναβάλουμε τον αγώνα μας για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα μέχρις ότου αλλάξει το οικονομικό και κοινωνικό σύστημα. Δεν συμμερίζομαι αυτή την απαισιόδοξη άποψη. Έστω και κάτω από δυσμενείς συνθήκες, πιστεύω ότι μπορούμε, με προσπάθεια, να καταγράψουμε κάποια πρόοδο. Αλλά μπορεί να αποδώσει. Απόδειξη: η Έκθεση της UNICEF για την φτώχεια στις ανεπτυγμένες χώρες που εκδόθηκε το 2013, καταγράφει αρκετές χώρες στην Ευρώπη που, παρά την κρίση, κατόρθωσαν να μειώσουν το ποσοστό του πληθυσμού τους που ζει κάτω από τα όρια της φτώχειας.
Ο γενικός απολογισμός όμως είναι δυσμενής. Στην Ευρώπη (σύνολο 41 χωρών), 76,5εκ. άτομα ζουν κάτω από τα όρια της φτώχειας. Ιδιαίτερα ανησυχητικοί είναι οι αριθμοί που αφορούν στην παιδική φτώχεια. Παρά τα προγράμματα που έχουν πανηγυρικά ανακοινωθεί η παιδική φτώχεια αυξάνεται με επιταχυνόμενους ρυθμούς. Οι εισηγητές που θα ακολουθήσουν θα σας δώσουν λεπτομέρειες για την παιδική φτώχεια στην Ελλάδα και την κατάσταση στα σχολεία. Εγώ θέλω να περιορισθώ σε μια μόνο παρατήρηση:
Το Εθνικό Σχέδιο της Ελλάδας, 2011-2014 , που εκπονήθηκε στα πλαίσια της Ε.Ε., είχε ως στόχο τη μείωση της παιδικής φτώχειας από 23% το 2008 στο 18% στο 2014, ως αποτέλεσμα σειράς μέτρων από την κυβερνητική πλευρά. Φέτος, όμως, υπολογίζεται ότι το ποσοστό της φτώχειας στον παιδικό πληθυσμό αντί να μειωθεί στο 18% έχει αυξηθεί, εφιαλτικά, στο 40,5%.
Γιατί αυτή η παταγώδης αποτυχία; Για δύο λόγους: Πρώτον, οι πόροι που είχαν προγραμματισθεί να διατεθούν για την καταπολέμηση της παιδικής φτώχειας δεν διατέθηκαν με το αιτιολογικό ότι η δημοσιονομική κατάσταση επέβαλε νέες περικοπές στις δαπάνες. Δεύτερον, γιατί οι πόροι που διατέθηκαν στα προγράμματα δεν χρησιμοποιήθηκαν κατά τον καλύτερο δυνατόν τρόπο. Στο μέλλον, λοιπόν, θα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα όχι μόνο στην αύξηση των μεταβιβάσεων αλλά και στη βελτίωση του μηχανισμού μεταβιβάσεων, ούτως ώστε οι πόροι να καταλήγουν στους φτωχούς αντί να σπαταλούνται σε άσκοπες διοικητικές δαπάνες.
Πιστεύω ότι στο ζήτημα της παιδικής φτώχειας, η κοινωνία δείχνει ιδιαίτερη ευαισθησία και πιστεύω ότι θα στηρίξει ένα ειδικό πρόγραμμα για την καταπολέμησή της. Προτείνω το Ίδρυμά μας, σε συνεργασία με τον Συνήγορο των παιδιών και άλλες ΜΚΟ, να συγκροτήσει μια Επιτροπή υψηλού επιπέδου για να μελετήσει και παρουσιάσει ένα τέτοιο πρόγραμμα. Το πρόγραμμα αυτό μπορεί, στη συνέχεια, να σταλεί στα κόμματα με το αίτημα να συμπεριληφθεί στα προεκλογικά τους προγράμματα. Πιστεύω ότι αυτό θα είναι ένα μεγάλο βήμα για την ενσωμάτωση του προγράμματος αυτού στον προϋπολογισμό 2015 – που κατά πάσα πιθανότητα θα αναθεωρηθεί την άνοιξη – και στη συγκρότηση ειδικών οργάνων για την εποπτεία και αξιολόγηση του προγράμματος.
Θα προχωρούσα και παραπέρα. Θα πρότεινα, το ειδικό αυτό πρόγραμμα να προωθηθεί στον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, τον κ. Γιούνκερ, που είναι γνωστός και φίλος της Προέδρου μας, με το αίτημα συγκρότησης ειδικού ευρωπαϊκού προγράμματος για την καταπολέμηση της φτώχειας και με ενσωμάτωσής του στο συζητούμενο αναπτυξιακό πρόγραμμα των 350 δις € για υποδομές. Έτσι, το πακέτο Γιούνκερ θα τόνιζε όχι μόνο τον αναπτυξιακό αλλά και τον κοινωνικό χαρακτήρα των μέτρων της Ε.Ε. για την έξοδο από την κρίση.