ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Κύριε Υπουργέ, η καταψήφιση του νομοσχεδίου για το ασυμβίβαστο αποτελεί πολιτική κρίση μεγάλης εντάσεως;
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Εγώ δεν συμφωνώ με αυτούς που βλέπουν μεγάλη πολιτική κρίση, γιατί το νομοσχέδιο αυτό δεν αφορά στην κυβερνητική πολιτική. Είναι ένα νομοσχέδιο που αφορά στην ποιοτική σύνθεση του κοινοβουλίου. Και γι” αυτό, άλλωστε, οι βουλευτές ψήφισαν κατά συνείδησιν και όχι με κριτήριο την κομματική πειθαρχία.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πολλοί υποστηρίζουν ότι ορισμένοι βουλευτές καταψήφισαν το νομοσχέδιο για προσωπικούς λόγους, πολλοί άλλοι για στείρα αντιπολιτευτικούς λόγους Υπάρχει κάτι ουσιαστικότερο πίσω από την καταψήφιση αυτού του νομοσχεδίου;
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Εγώ συγκαταλέγομαι στους βουλευτές που καταψήφισαν τη διάταξη για το ασυμβίβαστο, όχι για προσωπικούς λόγους, – δεν έχω κανένα προσωπικό λόγο – αλλά, γιατί με απασχολεί το θέμα της ποιοτικής σύνθεσης της βουλής. Το ερώτημα, λοιπόν, που τίθεται τώρα δεν είναι να ξανανοίξουμε τη συζήτηση για τη ρύθμιση του Συντάγματος.
Το ερώτημα το οποίο τίθεται είναι αν, μέσα στα πλαίσια της διάταξης, μπορούμε να αντιμετωπίσουμε ή να ικανοποιήσουμε τρεις βασικές αρχές.
Πρώτη αρχή: Η Βουλή πρέπει να είναι αντιπροσωπευτική. Για να είναι αντιπροσωπευτική, δεν μπορούμε να δημιουργούμε εμπόδια ή προσκόμματα σε κατηγορίες επαγγελματιών να θέτουν υποψηφιότητα για να εκλεγούν βουλευτές. Δεν θέλουμε σε αυτή τη βουλή να έχουμε νέους επιτυχημένους επαγγελματίες, δικηγόρους, γιατρούς, μηχανικούς, καλλιτέχνες, δημοσιογράφους; Δεν θέλουμε να έχουμε σ” αυτή τη Βουλή αγρότες; Δεν θέλουμε να έχουμε σε αυτή τη Βουλή άτομα τα οποία να διατηρούν ένα μαγαζί; Νομίζω ότι όποιες διατάξεις δημιουργούν προσκόμματα στην πρόσβαση αυτών των κατηγοριών στη Βουλή ακρωτηριάζουν την αντιπροσωπευτικότητά της και, γι” αυτό, είναι βαθύτατα αντισυνταγματικές.
Δεύτερη αρχή: Η βουλευτική ιδιότητα δεν συνιστά επάγγελμα. Ένα άτομο γίνεται βουλευτής, γιατί έχει πάρει μία προσωπική απόφαση να προσφέρει στα κοινά με πολιτική δράση. Αλλά, η ιδιότητα αυτή είναι πάντοτε υπό την αίρεση της έγκρισης του εκλογικού σώματος. Αργά ή γρήγορα, οι περισσότεροι θα επιστρέψουν στο επάγγελμά τους. Δεν μπορούν, λοιπόν, όσο χρόνο ασκούν το βουλευτικό αξίωμα, να αποκοπούν τελείως από τον επαγγελματικό χώρο από τον οποίο προέρχονται. Και, επιπλέον, η αρχή αυτή έχει σημασία, γιατί, όταν κανείς διατηρεί την επαφή με τον επαγγελματικό του χώρο, είναι πολύ πιο ζωντανό κύτταρο της κοινωνίας, με αποτέλεσμα να λειτουργεί μέσα στη Βουλή αντιπροσωπευτικά.
Τρίτη αρχή: Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι προτεραιότητα πρέπει να δοθεί στο έργο του βουλευτή. Δεν μπορεί να ασκήσει άλλες δραστηριότητες, οι οποίες υποβαθμίζουν το έργο του ως βουλευτή. Γι” αυτό δεν μπορεί να ασκεί και επάγγελμα.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ποιος θα ήταν ο ικανοποιητικότερος χειρισμός του θέματος από την κυβέρνηση;
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Η κυβέρνηση θα μπορούσε να είχε κάνει δεκτή την πρόταση που είχα κάνει χθες στην Ολομέλεια, να συγκροτηθεί δηλαδή μία ομάδα εργασίας, υπό την προεδρία του Προέδρου της Βουλής με συμμετοχή της κυβέρνησης αλλά και εκπροσώπων κομμάτων, για να επεξεργαστούν κείμενα τα οποία είχαν κατατεθεί στη Βουλή με κατεύθυνση και με βάση την έκθεση του Επιστημονικού Συμβουλίου. Αν γινόταν αυτό, νομίζω, σε σύντομο χρονικό διάστημα, θα μπορούσαμε να είχαμε ένα νομοσχέδιο ευρύτερης αποδοχής.
Το νομοσχέδιο αυτό θα έπρεπε να έχει ως βάση τις τρεις αρχές που προανέφερα και ως στόχο την ικανοποίησή τους μέσα στα πλαίσια του άρθρου 57 παρ. 1 του Συντάγματος. Νομίζω, εξάλλου, ότι η έκθεση του Επιστημονικού Συμβουλίου της Βουλής μας ξεκαθαρίζει αρκετά το τοπίο: Μας λέει τι είναι επάγγελμα και ποιο πλαίσιο μπορεί να δημιουργηθεί για άσκηση δραστηριοτήτων που είναι συμβατές με το βουλευτικό αξίωμα.
Εγώ προσωπικά πρότεινα στην Ολομέλεια τον ακόλουθο ορισμό: «Συμβατές με το βουλευτικό αξίωμα μπορεί να είναι δραστηριότητες οι οποίες δεν είναι διαρκείας ή σταθερές, δεν ασκούνται για λόγους βιοπορισμού, αλλά επιτρέπουν στον ενδιαφερόμενο βουλευτή να διατηρεί επαφή με το γνωστικό αντικείμενο του επαγγέλματός του και να συντηρεί τις δεξιότητές του. Ο ενδιαφερόμενος βουλευτής μπορεί να ασκεί αυτές τις δραστηριότητές του, μετά από έγκριση ειδικής επιτροπής της Βουλής, η απόφαση της οποίας δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Με αυτόν τον τρόπο, θα είχαμε μία γενική διάταξη στο σχέδιο νόμου και θα αφήναμε τις πολλές περιπτώσεις – που πρέπει να εξετάσουμε – στην ίδια τη βουλή. Έτσι, με αυτόν τον τρόπο, θα προστατεύαμε και την άσκηση του βουλευτικού αξιώματος και θα αποφεύγαμε πολλές προσφυγές στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ας περάσουμε τώρα σε ένα άλλο θέμα: Πιστεύετε ότι μπορεί να πείσει ο κος Μπους, όταν προβάλλει τον πόλεμο στο Ιράκ ως πόλεμο για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων;
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Νομίζω πως μπορούμε να ονομάσουμε με βεβαιότητα αυτόν τον πόλεμο «πόλεμο για το πετρέλαιο». Η ενεργειακή πολιτική και στρατηγική της Αμερικής, εξάλλου, έχει εκφραστεί εδώ και καιρό: Σας θυμίζω ότι επικεφαλής μιας ομάδας εργασίας για το ενεργειακό πρόβλημα ήταν ο νυν Αντιπρόεδρος ο κος Τσένυ, ο οποίος έλεγε ότι τα πετρέλαια της Μ. Ανατολής είναι κρίσιμης σημασίας. Ας μην ξεχνάμε ότι σε 20 χρόνια από τώρα, οι ΗΠΑ θα είναι χώρα εισαγωγής πετρελαίου και το 75% των ενεργειακών αναγκών της θα πρέπει να προέρχεται από εισαγωγές. Επιπλέον, ας μην ξεχνάμε ότι στη Μέση Ανατολή, εκτός από τους παραδοσιακούς της πελάτες, θα έχουμε και την Κίνα. Ποιος θα ελέγξει λοιπόν το ρυθμό παραγωγής και τις τιμές τότε;
Άλλωστε η Αμερική γνωρίζει ότι όποιος ελέγχει τις πηγές παραγωγής πετρελαίου στη Μ. Ανατολής, ουσιαστικά μοιράζει τα χαρτιά στην παγκόσμια οικονομία. Διότι το Ιράκ είναι η δεύτερη χώρα παραγωγής πετρελαίου και όποιος ελέγξει την παραγωγή και τις διαύλους παροχής της ενέργειας στις άλλες χώρες θα έχει πολύ μεγάλη διαπραγματευτική δύναμη και απέναντι στην ΕΕ, αλλά και μακροχρόνια απέναντι στην Κίνα. Και, εν πάση περιπτώσει, δημιουργεί άλλες καταστάσεις στην αγορά πετρελαίου. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι, αυτή τη στιγμή, εκτός από το Ιράκ, έχουμε προβλήματα και σε μία άλλη χώρα παραγωγής πετρελαίου, στη Βενεζουέλα.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Δεν είναι καθησυχαστικές οι διαβεβαιώσεις των αμερικανών ότι ο πόλεμος δεν θα κρατήσει πολύ;
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Εγώ δεν είμαι βέβαιος γι” αυτό. Φοβάμαι ότι θα υπάρχει μία αναστάτωση τουλάχιστον στο χώρο της παραγωγής και της διανομής ενέργειας και πετρελαίου που μπορεί να διαρκέσει περισσότερο. Αυτό θα αυξήσει τις πιέσεις πληθωρισμού, μάλιστα στασιμο-πληθωρισμού, για να είμαι ακριβής. Έτσι, θα έχουμε και ύφεση και αύξηση των τιμών. Το πώς θα αντιμετωπίσουμε αυτό το θέμα είναι το μεγάλο ερώτημα.
Σε αυτό το σημείο, θα πρέπει να αναφέρω δύο θέματα: Η Αμερική και η αμερικανική οικονομία έχει δείξει δείγματα μίας ευελιξίας. Νομίζω ότι την οικονομική ύφεση και την αύξηση των τιμών η αμερικανική πολιτική θα την αντιμετωπίσει ρεαλιστικά, με μία επεκτατική δημοσιονομική πολιτική την οποία ήδη ανακοίνωσε ο Πρόεδρος Μπους. Η Ευρώπη παραμένει καθηλωμένη σε ένα Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης που δεν βοηθάει την οικονομία να βγει από την ύφεση. Επομένως, η Ευρώπη θα υποστεί πολύ μεγαλύτερο πλήγμα. Εκτός αν φανούμε ρεαλιστές, αν ξαναδούμε τα θέματα του πληθωρισμού και των ελλειμμάτων υπό το πρίσμα της οικονομικής ύφεσης και να αφήσουμε να χαλαρώσουν ορισμένοι κανόνες, ώστε να υπάρξει μία αύξηση των επενδύσεων και ανάκαμψη. Η Ελλάδα βρίσκεται σε ακόμη πιο δύσκολη θέση.
Γι” αυτό νομίζω ότι είναι καθαρή τρέλα η προσέγγιση των αμερικανών να λύσουν αυτό το θέμα με προσφυγή στον πόλεμο, γιατί οι επιπτώσεις, ανεξάρτητα από την ίδια την πολεμική σύρραξη, οι συνέπειες θα είναι ανυπολόγιστες. Και δεν θα αφορούν μόνο στο Ιράκ, αλλά στη σταθερότητα των συστημάτων στην ευρύτερη περιοχή. Οι αλλαγές στην περιοχή θα είναι τεράστιες και δεν νομίζω ότι θα υπάρξει υπερδύναμη που να μπορεί να ελέγξει αυτές τις αλλαγές.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Τι περιθώρια ενεργειών έχει η ελληνική προεδρία απέναντι σε μία τόσο δυσμενή διεθνή συγκυρία;
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Εγώ νομίζω ότι μία πρωτοβουλία που θα μπορούσε να πάρει τώρα η ελληνική προεδρία είναι να ζητήσει τη σύγκληση ενός παγκόσμιου συνεδρίου για την ενέργεια και την ενεργειακή πολιτική.
Το θέμα της ενέργειας είναι ένα θέμα που απασχολεί και θα απασχολήσει τον κόσμο τα επόμενα 30 – 40 χρόνια. Γιατί να μη βρούμε έναν τρόπο πολιτικής διευθέτησης του προβλήματος της παραγωγής και της μοιρασιάς της ενέργειας στον κόσμο, γιατί να προσπαθήσουμε να το λύσουμε μονομερώς, από την πλευρά της Αμερικής και μάλιστα με προσφυγή στον πόλεμο;
Η Ε.Ε. θα μπορούσε να προωθήσει μια πλανητική πολιτική για την ενέργεια σε άλλη βάση, που θα εξασφαλίζει την ειρήνη, την οικονομική ανάπτυξη και την ασφάλεια στον κόσμο. Μία πολιτική που θα ρυθμίζει την πρόσβαση σε πηγές ενέργειας, τον ρυθμό εκμετάλλευσής τους, τον καθορισμό των τιμών και την ανάπτυξη νέων μορφών ενέργειας είναι σημαντικότατα πολιτικά ζητήματα, τα οποία επηρεάζουν τις οικονομικές και πολιτικές ισορροπίες στον πλανήτη.
Αν το κάνει αυτό η ΕΕ και πάρει μία ηγετική πρωτοβουλία προς αυτή την κατεύθυνση, νομίζω ότι θα έχει μαζί της τις πετρελαιοπαραγωγικές χώρες (Σαουδική Αραβία, Βενεζουέλα και Ιράκ) και νομίζω ότι η Κίνα και η Ρωσία θα συμφωνήσουν και αυτές. Σε αυτή την περίπτωση, νομίζω ότι η Αμερική θα βρεθεί κάτω από μία συγκεκριμένη πίεση και θα της είναι δύσκολο να πει όχι. Εάν λοιπόν αρχίσουμε και θέτουμε το ζήτημα σε άλλη βάση, τότε θεωρώ ότι θα αλλάξουν οι διαπραγματευτικοί όροι. Πρέπει να σας πω δε ότι οι αμερικανοί ήδη έχουν κάνει τέτοιες επαφές στο Τέξας και υπήρξαν άτυπες συνδιασκέψεις μεταξύ πετρελαιοπαραγωγικών χωρών και Αμερικής, όπως και μεταξύ Ρωσίας και Αμερικής.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Η Ελλάδα, που όπως είπατε θα βρεθεί σε δυσμενέστερη θέση σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, μπορεί να κάνει κάτι σήμερα ώστε να βελτιώσει τη θέση της;
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Τις προάλλες έγινε μία συζήτηση στη βουλή, την οποία όμως δεν είδα να αναπαράγεται στα ΜΜΕ. Το θέμα ήταν το ελληνικό σχέδιο σταθερότητας και ανάπτυξης μέχρι το 2006, όπου βλέπουμε μία αποκλιμάκωση του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων και μία πτωτική τάση στην αύξηση του εισοδήματος μετά το 2003.
Νομίζω ότι εκεί θα πρέπει να ζητήσουμε μία αναθεώρηση των κανόνων σταθερότητας και ανάπτυξης, έτσι που το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων να μην μπαίνει μέσα σε αυτό το περίφημο έλλειμμα του Μάαστριχτ, σε αυτό το 3%, για να μπορέσουμε δηλαδή να τονώσουμε την οικονομία μας με μία κατάλληλη δημοσιονομική πολιτική και να μην έχουμε την οικονομική κρίση που εγώ έχω προβλέψει από καιρό πως θα αρχίσει στο τέλος του 2003.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ο μέσος έλληνας δυσανασχετεί με την ύφεση που παρουσιάζει η ελληνική οικονομία, όπως αυτός τη βιώνει στο πορτοφόλι του. Υπάρχουν δυνατότητες ανάκαμψης;
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Είναι πολλά αυτά που θα μπορούσε να κάνει η κυβέρνηση, αλλά εγώ θα έλεγα ότι η μεγάλη προτεραιότητα αφορά τον οικονομικό τομέα και την οικονομική πολιτική. Ο συνδυασμός της ακρίβειας και της ανεργίας δημιουργεί ασφυκτικές συνθήκες στην ελληνική οικογένεια. Εδώ νομίζω ότι πρέπει να δοθεί μια προτεραιότητα στην αναζωογόνηση της οικονομικής δραστηριότητας.
Συγκεκριμένα, υπάρχουν λεφτά, πολλοί ευρωπαϊκοί πόροι για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Οι πόροι αυτοί δεν έχουν χρησιμοποιηθεί ακόμα, διότι έχει εκπονηθεί ένα πρόγραμμα το οποίο θα έδινε πόρους μέσω των Τραπεζών σε Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις. Η προθεσμία έληξε στις 18, νομίζω, Ιανουαρίου, είναι ζήτημα αν υπεβλήθησαν 10 -12 το πολύ αιτήσεις από Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις για την χρηματοδότησή τους, ενώ θα έπρεπε να είχαμε χιλιάδες αιτήσεις. Και αυτό έγινε, γιατί όλη αυτή η διαδικασία είναι σε λανθασμένη βάση.
Θα μπορούσαμε λοιπόν τώρα – και επειγόντως – να εκπονήσουμε ένα πρόγραμμα τεχνικής και οικονομικής στήριξης των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων που θα τους δώσει ζωή, θα αναζωογονήσει την οικονομική ζωή του τόπου και θα προχωρήσει μια ανάκαμψη της οικονομίας μέσα στο 2003. Και εδώ δεν μιλάμε για μερικά δις, μιλάμε για πολύ μεγάλα ποσά τα οποία έχουν αδρανοποιηθεί. Έχουν αδρανοποιηθεί, γιατί κάποιος είχε την έμπνευση να διοχετεύσει αυτά τα λεφτά μέσω των Τραπεζών. Αυτό δεν μπορεί να γίνει στην περίπτωση των Μικρομεσαίων, χρειάζονται άλλοι ενδιάμεσοι φορείς και άλλα συστήματα. Να λοιπόν ένας συγκεκριμένος χώρος όπου, αν η κυβέρνηση αλλάξει την πολιτική της, δώσει προτεραιότητα στη στήριξη των Μικρομεσαίων, θα έχουμε σημαντικά αποτελέσματα μέσα στο 2003.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Σήμερα, το προφίλ της κυβέρνησης μοιάζει αποδυναμωμένο. Πιστεύετε ότι οφείλεται στην κόπωση του κόσμου από την παραμονή του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία;
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Δεν συμφωνώ ότι το βασικό πρόβλημα του ΠΑΣΟΚ είναι η κόπωση από την παραμονή του στην εξουσία. Το πρόβλημα έγκειται στην αδυναμία προώθησης αποτελεσματικών και συντονισμένων πολιτικών παρεμβάσεων και κυβερνητικού έργου σε σημαντικούς τομείς της δημόσιας ζωής που να πείθουν τους ψηφοφόρους του ότι το ΠΑΣΟΚ νοιάζεται πραγματικά για τον μισθωτό, τον συνταξιούχο, τον αγρότη, τον μικρομεσαίο επιχειρηματία και τον νέο. Αντίθετα, ολοένα και περισσότερο, οι πολίτες νοιώθουν αποξενωμένοι από τις πολιτικές διεργασίες, με μόνο όπλο στην κατοχή τους για τη διεκπεραίωση των υποθέσεών τους τη δωροδοκία ή την προσκόλληση σε κομματικές παρέες. Χρειάζεται αλλαγή πολιτικής και πολιτικής στάσης απέναντι στο Λαό κι αυτά φυσικά συνεπάγονται αλλαγές στις δομές της «εσωτερικής» εξουσίας του κόμματος.