Στην ιστοσελίδα φιλοξενείται το πλήρες κείμενο της συνέντευξης. Τα αποσπάσματα που δεν συμπεριελήφθησαν στην εφημερίδα, αποδίδονται με πλαγιογράμματα γραφή.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Οι εξελίξεις στο θέμα της τρομοκρατίας βοηθούν στην ανάκαμψη της κυβέρνησης;
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Βοήθησε πρώτα απ” όλα τον τόπο και βοήθησε πάρα πολύ. Νομίζω ότι είναι μία μεγάλη επιτυχία και είναι λογικό και δίκαιο να πιστωθεί η κυβέρνηση αυτή την επιτυχία. Ας εκφράσουμε την ελπίδα ότι θα ολοκληρωθεί το έργο αυτό και ότι θα ξεριζωθούν οριστικά οι τρομοκρατικές οργανώσεις στη χώρα μας που στοίχισαν ζωές, περιουσίες και κατέστησαν πολλές φορές τη χώρα μας όμηρο πιέσεων από το εξωτερικό.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Τα φορολογικά μέτρα λοιπόν πώς τα είδατε;
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Εντάσσονται στην κοινωνική πολιτική της κυβέρνησης. Μπορεί τα μέτρα αυτά να μην θεωρούνται επαρκή, αλλά πιστεύω ότι η κυβέρνηση δεν είχε άλλα περιθώρια. Άλλωστε, αυτές οι φορολογικές αυτές ελαφρύνσεις αφαιρούν δυνητικά πόρους από χρηματοδότηση άλλων δραστηριοτήτων, όπως η υγεία, η παιδεία κλπ. Πιστεύω, λοιπόν, ότι αυτό δεν πρέπει να είναι το κύριο θέμα της οικονομικής ατζέντας.
Αυτό που πρέπει να συζητηθεί είναι γιατί προβλήματα που αφορούν στη δομή της παραγωγής και της οργάνωσης της οικονομίας, όπως η χαμηλή παραγωγικότητα και ο πληθωρισμός και που χαρακτήρισαν τις εξελίξεις τις τελευταίες δεκαετίες, εξακολουθούν να εμφανίζονται μετά την ένταξή μας στην ΟΝΕ.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Εσείς ποια εξήγηση δίνετε;
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Απλούστατα, είχαν δημιουργηθεί υπερβολικές προσδοκίες για το νέο ευρω-περιβάλλον. Η ουσιαστική σύγκλιση, από μόνη της, δεν μπορεί να λύσει διαρθρωτικά προβλήματα. Αντίθετα, η ένταξή μας στη νομισματική ένωση έχει οξύνει τα προβλήματα γιατί δεν έχουμε πια στη διάθεσή μας παραδοσιακά εργαλεία, όπως η συναλλαγματική και νομισματική πολιτική. Γι” αυτό, από την αρχή – εγώ και πολλοί άλλοι – επιμέναμε στην πραγματική σύγκλιση.
Τώρα, έστω και κάπως αργά, οφείλουμε να δώσουμε προτεραιότητα στο βασικό μας πρόβλημα. Η παραγωγικότητά μας είναι μόλις το 67% του μέσου ευρωπαϊκού όρου, ενώ επιδιώκουμε ένα ευρωπαϊκό επίπεδο διαβίωσης. Δεν μπορούμε όμως επ” άπειρον να καταναλώνουμε περισσότερα από όσα παράγουμε. Προσωρινά, μπορούμε να καλύψουμε αυτή τη διαφορά – το παραγωγικό μας έλλειμμα – με χρηματοδότηση από το Γ” ΚΠΣ και την κοινή αγροτική πολιτική, αλλά κάποτε αυτοί οι πόροι θα εξαντληθούν. Πιστεύω – και παρακαλώ σημειώσατε τα λόγια μου – ότι αν δεν κινηθούμε τώρα για να αυξήσουμε την παραγωγικότητά μας, θα αντιμετωπίσουμε σοβαρή οικονομική κρίση, αμέσως μετά τους ολυμπιακούς αγώνες, το 2005.
Θα ήθελα να αναφέρω μόνο δύο στοιχεία, για να υπογραμμίσω τη σοβαρότητα του θέματος. Για να διατηρήσουμε το καταναλωτικό μας επίπεδο, έχουμε μειώσει επικίνδυνα τις ιδιωτικές αποταμιεύσεις, ενώ, παράλληλα, έχουμε αυξήσει επικίνδυνα το ιδιωτικό χρέος. Οι αποταμιεύσεις των ιδιωτών, μερικά χρόνια πριν, ήταν 18% του εθνικού εισοδήματος. Σήμερα είναι μόλις 8%. Με τόσο χαμηλές αποταμιεύσεις, δεν θα έχουμε επαρκείς πόρους να χρηματοδοτήσουμε την ανάπτυξη.
Δεύτερον, καταναλώνουμε ολοένα και περισσότερο εισαγόμενα προϊόντα. Οι εισαγωγές μας, που ήταν το 25% της κατανάλωσης στο παρελθόν είναι τώρα περίπου 45%. Με συρρίκνωση της συμμετοχής της παραγωγής μας στο συνολικό τζίρο, δεν μπορούμε να έχουμε θετική προοπτική.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ανοίγετε πολλά θέματα. Θα ήθελα να ρωτήσω στο τελευταίο, αν εκδηλώνεται μία πολιτική προς αυτή την κατεύθυνση. Θα συμφωνούσατε φαντάζομαι ότι αυτό είναι πρωτίστως ευθύνη της εξουσίας. Θα έπρεπε η επικέντρωση για την οποία μιλάτε να γίνεται με πρωτοβουλία της κυβέρνησης και δευτερευόντως από τις άλλες παρατάξεις. Διακρίνετε δηλαδή μία έλλειψη βούλησης να κατευθυνθεί προς τα εκεί η δημόσια συζήτηση;
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Δυστυχώς, δεν διακρίνω μεγάλη προθυμία να ανοίξει ένας σοβαρός διάλογος γι” αυτό το θέμα, ούτε από την κυβέρνηση, ούτε από τα άλλα κόμματα ή ακόμα και από τους οικονομικούς φορείς. Ίσως, επειδή εδώ υπεισέρχονται εξαιρετικά δύσκολα πολιτικά διλήμματα. Είναι αυτονόητο, πιστεύω, ότι η αντιμετώπιση του θέματος απαιτεί βαθιές και τολμηρές τομές.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Αυτό που λέτε, σε συνδυασμό με το προηγούμενο που είπατε για την ανάγκη βαθειών τομών, δεν περνά μέσα από μία διαδικασία – ας το πούμε – περαιτέρω φιλελευθεροποίησης της οικονομίας;
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Η άποψη η οποία ταυτίζει την ανάπτυξη με τη φιλελευθεροποίηση της οικονομίας είναι άκρως συντηρητική. Όταν – εγώ τουλάχιστον – μιλάω για βαθιές τομές, έχω κάτι άλλο υπόψη μου. Φυσικά, συνυπολογίζω και μέτρα τα οποία θα αυξήσουν τον ανταγωνισμό στις αγορές. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι, σε ένα βαθμό, οι πληθωριστικές πιέσεις που παρατηρούνται σήμερα, οφείλονται στην ανάπτυξη ολιγοπωλιακών καταστάσεων σε πολλές αγορές. Και εδώ, παρενθετικά θα ήθελα να πω ότι η ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή, η Επιτροπή Ανταγωνισμού έχει παραμείνει εντυπωσιακά αδρανής.
Αλλά, πέρα από την αποκατάσταση των συνθηκών ανταγωνισμού στην αγορά, χρειάζονται δέσμες μέτρων και συνεργασία ανάμεσα στο κράτος και σε παραγωγικούς φορείς, καθώς και δεσμευτικά προγράμματα σε χώρους κλειδιά, όπως είναι ο αγροτικός τομέας, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις και ο τουρισμός. Για να γίνει όμως αυτό, χρειάζεται να επικρατήσει ένα διαφορετικό κλίμα συνεργασίας ανάμεσα στην πολιτεία και τις παραγωγικές δυνάμεις. Αυτό το κλίμα δεν υπάρχει, διότι έχει κυριαρχήσει η αντίληψη ότι η δημιουργική πρωτοβουλία δεν επιβραβεύεται, ότι οι αεριτζήδες κυριαρχούν, ενώ η διαφθορά θερίζει και στο δημόσιο τομέα και στην αγορά. Με μία οικονομία που κυριαρχείται από τη διαφθορά – και η διαφθορά ανεβάζει και το κόστος παραγωγής – δεν μπορούμε να έχουμε αλλαγή κλίματος για την οποία μιλήσαμε. Με λίγα λόγια, χρειαζόμαστε μία κινητοποίηση, μία συσστράτευση για τη μετάβαση από μία οικονομία χαμηλής παραγωγικότητας και διαφθοράς σε μία οικονομία διαφάνειας, υγιούς ανταγωνισμού που επιβραβεύει τη δημιουργική πρωτοβουλία.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Θα επανέλθουμε στο θέμα της διαφθοράς. Παρατήρησα ότι δεν κάνατε καμία νύξη για το θέμα των ιδιωτικοποιήσεων, ένα φλέγον θέμα που τώρα βρίσκεται σε μία αμφιλεγόμενη κατάσταση…
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Για τις ιδιωτικοποιήσεις, σήμερα, δεν νομίζω ότι υπάρχουν διαφορές. Ιδιωτικοποιήσεις, πρέπει να γίνουν με γνώμονα την αύξηση της παραγωγικότητας της οικονομίας. Και, προσωπικά, θα ήμουν αντίθετος με ιδιωτικοποιήσεις που γίνονται για να αυξηθεί η ρευστότητα στο δημόσιο.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πάντως, συνολικά, η κυβέρνηση και με τα τελευταία μέτρα, δέχεται μία κριτική ότι δεν λαμβάνει υπόψη της τα κοινωνικά στρώματα που παραδοσιακά αποτελούσαν τον κορμό του ΠΑΣΟΚ. Τώρα, γίνεται μία μεγάλη συζήτηση γύρω από την πολιτική της παροχολογίας. Υπάρχει μία τέτοια στροφή προς τα ασθενέστερα στρώματα ή είναι μια ανεπαρκής πολιτική;
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Σε αυτή την πολιτική συγκυρία που διανύουμε, διακρίνει κανείς μία αυξημένη ευαισθησία της κυβέρνησης προς τη λεγόμενη κοινωνική πολιτική, αλλά, όπως είπα, τα περιθώρια είναι στενά.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Εσείς θα προτιμούσατε τις αλλαγές που ανακοινώθηκαν ή οι πόροι για τους οποίους μιλήσατε να κατευθύνονταν στην υγεία, την παιδεία και σε άλλες κοινωνικού τύπου υπηρεσίες.
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Δεν είμαι αντίθετος στα μέτρα των φοροελαφρύνσεων, αρκεί να γίνει κατανοητό ότι οι πόροι δεν προέρχονται από γνήσιο «περίσσευμα», αλλά από περικοπές άλλων χρηματοδοτήσεων. Χωρίς βελτίωση της παραγωγικότητας, οι δυνατότητες φοροελαφρύνσεων θα είναι ακόμη μικρότερες τα επόμενα χρόνια. Να πούμε λοιπόν στον πολίτη την αλήθεια.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Με τις υπάρχουσες τάσεις και το υφιστάμενο πολιτικό κλίμα μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο;
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Μα το πολιτικό κλίμα το δημιουργούμε εμείς, το δημιουργούν οι πολιτικές ηγεσίες. Και η ευθύνη σήμερα είναι να απορρίψουμε την νοοτροπία της οικονομικής διαχείρισης και να υιοθετήσουμε τη νοοτροπία της πολιτικής των αλλαγών και των μεγάλων βημάτων. Ο τόπος δεν χρειάζεται διαχειριστές. Χρειάζεται πολιτικούς με όραμα που μπορούν να κινητοποιήσουν τους πολίτες να συσπειρωθούν για τις μεγάλες αλλαγές. Χωρίς μεγάλες αλλαγές, ο τόπος δεν θα μπορέσει να πάει μπροστά.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Να το ρωτήσω πιο ευθέως: Μήπως το πολιτικό περιβάλλον που έχει δημιουργηθεί σε σχέση με την κυβέρνηση και το ΠΑΣΟΚ είναι εντελώς αρνητικό, μήπως το ΠΑΣΟΚ και η κυβέρνηση βρίσκονται σε άμυνα και, ως εκ τούτου, απαιτούνται συγκεκριμένες πρωτοβουλίες από το κόμμα σας για να μεταβληθεί αυτό το περιβάλλον;
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Εγώ θα συμφωνήσω μαζί σας ότι είναι ευθύνη του ΠΑΣΟΚ να απομακρυνθεί από λογικές διαχείρισης και μάλιστα διαχείρισης χαμηλής ποιότητας και να προωθήσει μια πλατφόρμα μεγάλων αλλαγών, γιατί στο κάτω – κάτω το ΠΑΣΟΚ, τουλάχιστον στα μάτια των ψηφοφόρων μας, δεν είναι κόμμα διαχείρισης, θα πρέπει να είναι κόμμα αλλαγής. Ας το πω αλλιώς: Είναι ευθύνη της πολιτικής ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ να ανατρέψει αυτό το αρνητικό κλίμα και να απορρίψει τη λογική της διαχείρισης και να προτάξει ένα πρόγραμμα αλλαγών με τόλμη και προοπτική.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ο σημερινός συσχετισμός δυνάμεων στο ΠΑΣΟΚ είναι όμως ευνοϊκός;
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Εγώ πιστεύω ότι από το 1996 εκκρεμεί μέσα στο ΠΑΣΟΚ ένας σοβαρός υπεύθυνος διάλογος για το πολιτικό στίγμα του ΠΑΣΟΚ, για το ρόλο του και την προοπτική του στη νέα εποχή. Το ΠΑΣΟΚ είναι στην εξουσία αρκετά χρόνια, πολλά στελέχη του έχουν μετακομίσει στον κρατικό μηχανισμό και έχουν αποκτήσει μία νοοτροπία διαχείρισης εξουσίας, άλλα στελέχη του έχουν απογοητευθεί και απομακρυνθεί και άλλα έχουν παραγκωνιστεί.
Αυτοί οι διαχωρισμοί πρέπει να καταργηθούν. Το ΠΑΣΟΚ κέρδισε τις εκλογές όχι για να ενσωματωθεί και να αφομοιωθεί μέσα σε ένα σύστημα που δεν παράγει πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό αποτέλεσμα, αλλά για να αλλάξει αυτό το σύστημα. Αυτό δεν έχει γίνει σε ένα μεγάλο βαθμό και αυτό είναι ένα από τα προβλήματα που νομίζω ότι πρέπει να συζητηθούν και να πάρουμε τις αποφάσεις μας.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ένα αρνητικό κλίμα τον Οκτώβριο πώς θα επηρεάσει τις εξελίξεις;
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Θα υπάρξει ακόμη μεγαλύτερη πίεση να ανοίξουμε την πολιτική ατζέντα μέσα στο ΠΑΣΟΚ. Δεν μπορούμε να αφήσουμε τα πράγματα έτσι όπως είναι.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Με ευθύνη του κου. Σημίτη;
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Θα έλεγα ότι έχει την κύρια ευθύνη να ανοίξει τον διάλογο. Μα ευθύνη έχουμε όλοι εμείς. Δεν μπορούμε να παραμείνουμε αδρανείς. Εμείς δεν θέλουμε να φαντάζουμε στον κόσμο σαν κουρασμένοι διαχειριστές της εξουσίας. Εμείς θέλουμε το ΠΑΣΟΚ να είναι δύναμη αλλαγής μέσα στην κοινωνία. Υπάρχουν μεγάλα αποθέματα καταξιωμένων στελεχών που θα μπορούσαν να αναλάβουν τέτοιες πρωτοβουλίες και που σήμερα ή έχουν ιδιωτεύσει ή έχουν παραγκωνιστεί. Αν θέλουμε να μιλήσουμε για μία πραγματική ανανέωση του ΠΑΣΟΚ, θα πρέπει να επιμείνουμε να ξεκουραστούν οι άτολμοι διαχειριστές και να αναλάβουν πρωτοβουλίες και ευθύνες στελέχη που έχουν τη δύναμη και την τόλμη να κάνουν τα οράματα της λαϊκής μας βάσης πραγματικότητα.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Αυτό πιστεύετε ότι πρέπει να γίνει και σε επίπεδο κυβέρνησης;
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Δεν μιλάω μόνο για την κυβέρνηση, αλλά για όλο το φάσμα της εξουσίας, από τις τοπικές κοινωνίες μέχρι πάνω. Ναι, αλλαγές, για πορεία αλλαγής παντού.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Το ενδεχόμενο μετά τις δημοτικές εκλογές να δρομολογηθούν οι εξελίξεις σε μία λογική που θα ενισχύει μια πιο κλειστή αντίληψη σας απασχολεί;
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Θα πρέπει τώρα να ασχοληθούμε όλοι αποκλειστικά με τη μάχη των δημοτικών και νομαρχιακών εκλογών, για να έχουμε το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα, αλλά αμέσως μετά και επαναλαμβάνω άσχετα από το συγκεκριμένο αποτέλεσμα θα πρέπει να ανοίξουμε αυτό το διάλογο. Εγώ είμαι αντίθετος σε κάθε σκέψη που θα μπορούσε να μετατρέψει το ΠΑΣΟΚ σε ένα καθεστωτικό κόμμα διαχείρισης ενός συστήματος που είναι απαρχαιωμένο και δεν παράγει. Πιστεύω ότι διευρύνεται εντυπωσιακά τώρα ο χώρος των στελεχών που πιστεύουν ότι πρέπει να αποθαρρυνθούν αυτού του είδους οι σκέψεις και ότι πρέπει επιτέλους το ΠΑΣΟΚ να ανακτήσει την ιστορική του φυσιογνωμία, την ψυχή του και να δώσει μία προοπτική στα ευρύτερα κοινωνικά στρώματα που το στήριξαν και που θέλουν να αλλάξει αυτός ο τόπος για το καλύτερο, για μας, για τα παιδιά μας και για την πατρίδα μας.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Αυτή η συζήτηση για την οποία μιλάτε θα μπορούσε να γίνει μέσω ενός συνεδρίου;
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Τις συγκεκριμένες διαδικασίες μπορούμε να τις συζητήσουμε. Σας υπενθυμίζω ότι πριν από το προηγούμενο τακτικό συνέδριο – 2 χρόνια πριν – είχα ζητήσει εγώ έκτακτο συνέδριο για να συζητήσουμε αυτά τα θέματα, κάτι που δεν έγινε. Φυσικά, ο διάλογος γίνει και σε ένα συνέδριο, αρκεί να μην είναι μία εκδήλωση άνευ περιεχομένου, αλλά κλιμάκωση σοβαρών συζητήσεων και διεργασιών στη βάση του κινήματος, με μεγάλη συμμετοχή των στελεχών μας.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Για σας πού τίθεται ο πήχης για τον Οκτώβριο;
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Δεν θα έβαζα συγκεκριμένο αριθμό, «πήχυ» όπως συνηθίζεται να λένε. Οποιαδήποτε μείωση από την ιστορική μας δύναμη στους δήμους και τις νομαρχίες θα θέσει ερωτήματα τα οποία πρέπει να συζητηθούν.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Η πολιτική συγκυρία κυριαρχείται μεν από την τρομοκρατία, αλλά στις δημοσκοπήσεις οριακά ανεβαίνει το ΠΑΣΟΚ. Μπορεί η εξάρθρωση της τρομοκρατίας να μεταβληθεί σε πολιτικό ατού για την κυβέρνηση;
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Οι επιτυχείς κινήσεις σε αυτόν τον τομέα πιστώνονται δικαίως στην κυβέρνηση. Βέβαια, σε τελευταία ανάλυση, η κυβέρνηση θα κριθεί κυρίως από την κατάσταση στον χώρο της οικονομίας. Το οικονομικό θέμα θα είναι κυρίαρχο κριτήριο στις σκέψεις του ψηφοφόρου.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Τα εθνικά θέματα;
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Και τα εθνικά θα παίξουν μεγάλο ρόλο. Έχουμε τώρα εξελίξεις στο κυπριακό και στα ελληνοτουρκικά και θα ήταν καλύτερα αυτά τα θέματα να είχαν συζητηθεί δημόσια, ώστε να υπάρχει μία ξεκάθαρη θέση και γραμμή του ελληνισμού απέναντι σε αυτές τις εξελίξεις. Στην υπόθεση του κυπριακού, πρέπει να σας πω, υπάρχουν ορισμένες εξελίξεις που με ανησυχούν. Η κυβέρνηση, βέβαια, έχει καταστήσει σαφές ότι η διεύρυνση δεν μπορεί να γίνει χωρίς την Κύπρο. Εγώ νομίζω ότι αυτή η μάχη έχει σχεδόν κερδισθεί, αλλά ελλοχεύει ο κίνδυνος να εμπλακούμε στο θέμα της λεγόμενης «πολιτικής λύσης». Εάν π.χ. υπάρξει πρόταση ενδιάμεσης λύσης προς το τέλος του χρόνου από την πλευρά του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, θα υπάρχουν αφόρητες πιέσεις και στην Κύπρο και σε εμάς, να δεχθούμε ότι μετά την ένταξη της Κύπρου, η επίλυση του πολιτικού θέματος θα γίνει πάνω σε μία βάση – μιας ενδιάμεσης συμφωνίας – η οποία θα είναι μακριά από τις δικές μας θέσεις και τις αποφάσεις του ίδιου του ΟΗΕ. Θα πρέπει λοιπόν η ελληνική διπλωματία να εξαντλήσει τη διαπραγματευτική της δύναμη ώστε να αποφύγει αυτό το ενδεχόμενο, αλλά, πάνω από όλα, πρέπει να έχει προετοιμαστεί το κοινό και στην Ελλάδα και στην Κύπρο για να στηρίξει τέτοιες δυναμικές διπλωματικές πρωτοβουλίες και να αντισταθεί. Και πάνω από όλα θα πρέπει από τώρα να σηματοδοτήσουμε προς τα έξω, στην Ευρώπη, στην Αμερική, στον ΟΗΕ ότι δεν είμαστε διατεθειμένοι να αποστούμε από τις πάγιες θέσεις μας όσον αφορά στη φύση του κυπριακού προβλήματος και τους όρους επίλυσής του.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Υπάρχει κάποια αλλαγή στον προσανατολισμό της Τουρκίας;
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα ως προς τις πολιτικές εξελίξεις στο εσωτερικό της Τουρκίας. Ανεξάρτητα όμως από αυτές, η πολιτική της απέναντι στην Ελλάδα και στην Κύπρο δεν πρόκειται να αλλάξει.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Δεν θα υπάρξουν διαφορές με την επικράτηση ευρωπαϊκότερων αντιλήψεων στο εσωτερικό της Τουρκίας;
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Δεν θα έβλεπα σημαντικές διαφορές όσον αφορά στη στάση της Τουρκίας στο κυπριακό και στην εμμονή της στις δύο κυριαρχίες στην Κύπρο και στα βασικά θέματα που αφορούν στα ελληνοτουρκικά. Στο κάτω – κάτω, ας μην ξεχνάμε ότι ο βασικός παράγοντας διαμόρφωσης εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας εξακολουθεί να είναι ο στρατός.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Αυτή την περίοδο υπάρχει και η ένταση με τους Πανεπιστημιακούς
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Εκεί ομολογώ ότι δεν έχω κατανοήσει γιατί φτάσαμε σε αυτό το αδιέξοδο. Εγώ βλέπω ότι θα ήταν σχετικά εύκολο να λυθεί αυτό το θέμα. Οι Πανεπιστημιακοί έχουν απόλυτα δίκιο όταν λένε ότι πρέπει να αυξηθούν οι συντάξεις τους. Τώρα οι συντάξεις είναι περίπου στο 42% των αμοιβών τους. Θα πρέπει να αυξηθούν και να πλησιάσουν τη σχέση συντάξεων – μισθών του υπόλοιπου δημόσιου τομέα. Νομίζω ότι μία λύση γύρω στο 70% θα ήταν ικανοποιητική και δεν θα είχε σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις για την κυβέρνηση. Θα ήταν άλλωστε και υλοποίηση μίας δέσμευσης του 1998, όταν δόθηκαν οι μισθολογικές αυξήσεις στους Πανεπιστημιακούς. Όσον αφορά στο μισθολογικό, η αγοραστική τους δύναμη από το 1998, έχει μειωθεί τουλάχιστον κατά 20%. Νομίζω ότι στα περιθώρια που έχει η κυβέρνηση θα μπορούσε να είχε δώσει μία μικρή αύξηση φέτος, όπως θα μπορούσε να έχει συγκροτήσει μία επιτροπή που θα έδινε ένα συγκεκριμένο δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα για σημαντικές αυξήσεις των αποδοχών που θα άρχιζαν από το 2003-2004. Σημειώνω ότι ενώ η κυβέρνηση αρνείται οποιαδήποτε αύξηση στους πανεπιστημιακούς τώρα, αυξάνονται – και ορθώς – οι μισθοί των διπλωματικών κατά 25-30%.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Από τη μεταρρύθμιση στην παιδεία, τι έχει απομείνει;
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ: Θεωρώ ότι θα ήταν άχαρο εκ μέρους μου, κάθε μέρα, να βγαίνω και να σχολιάζω τις εξελίξεις σε αυτόν τον τομέα. Το έχω πει μία – δύο φορές και αυτό αρκεί. Η αποδόμηση της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης που συντελείται σταδιακά είναι ένα παράδειγμα της πολιτικής αδυναμίας της κυβέρνησης να προωθήσει και να στηρίξει τομές και μεταρρυθμίσεις. Και δεν είναι τυχαίο ότι αυτό συνέβη στο χώρο της παιδείας και πρόσφατα στο χώρο της υγείας. Πιστεύω ότι πέρα από τη συζήτηση επί της ουσίας των αλλαγών που έγιναν και που – κατά τη γνώμη μου – δεν έπρεπε να γίνουν, το πολιτικό μήνυμα είναι ότι η κυβέρνηση δεν είναι διατεθειμένη να συγκρουστεί με κοινωνικές δυνάμεις για να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις που τις έχει ανάγκη ο τόπος μας.