ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:
Η συζήτηση για συνεργασία του ΠΑΣΟΚ με την Αριστερά ξεκίνησε λίγους μήνες πριν τις δημοτικές εκλογές, με πρωτοβουλία του ίδιου του ΠΑΣΟΚ. Εκτιμάτε ότι αυτό το εγχείρημα μπορεί να προχωρήσει, δεδομένου ότι οι ηγεσίες των κομμάτων της Αριστεράς είναι εξαιρετικά επιφυλακτικές σε αυτή την «επίθεση φιλίας» και υπό ποιες προϋποθέσεις;

ΓΕΡ. ΑΡΣΕΝΗΣ:
Εμένα προσωπικά, τίποτα δεν θα με ευχαριστούσε περισσότερο από μία συνεργασία με όλους τους πολιτικούς, με την ευρύτερη Αριστερά, καθώς με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται μία επικοινωνία ιδεών, ρευμάτων σκέψης και εφαρμοσμένης πολιτικής. Αλλά και όσον αφορά στο ΠΑΣΟΚ, η συνεργασία με την Αριστερά αποτελεί μία πάγια επιδίωξη του.
Δεν πρέπει όμως η συνεργασία αυτή να συνδέεται άμεσα με τις δημοτικές εκλογές.. Ο λόγος είναι απλός: Οι ευκαιριακές, εν όψει εκλογών, συνεργασίες δεν αγκαλιάζουν έναν υγιή πολιτικό διάλογο, αλλά προδίδουν έναν ανειλικρινή, ψηφοθηρικό χαρακτήρα, πράγμα που δεν μπορεί να αποτελεί επιδίωξη του σύγχρονου ΠΑΣΟΚ. Οι διεργασίες μέσα από τις οποίες πρέπει να περάσουμε για να βρούμε συγκλίνουσες προτάσεις και προγράμματα με την Αριστερά θα πάρουν καιρό. Μπορούμε να ξεκινήσουμε τώρα, υπό τον όρο όμως να μην έχει η προσπάθεια αυτή ευκαιριακό χαρακτήρα.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:
Έξι περίπου μήνες μετά το Συνέδριο και τον Ανασχηματισμό, η Κυβέρνηση και το ΠΑΣΟΚ φαίνεται και πάλι να έχουν «κολλήσει». Το πολιτικό κλίμα κάθε άλλο παρά θετικό είναι. Τελικά μπορεί να γίνει κάτι, ώστε να ξεκινήσει η «ανάκαμψη» και η «υπέρβαση» αυτού του δυσμενούς κλίματος;
ΓΕΡ. ΑΡΣΕΝΗΣ:
Το κλίμα που έχει διαμορφωθεί μας αδικεί. Είναι όμως στα δικά μας τα χέρια να αλλάξουμε αυτό το κλίμα, όχι βέβαια με επικοινωνιακά τεχνάσματα, αλλά με επανακαθορισμό της πορείας μας.
Και η πορεία αυτή πρέπει να είναι στραμμένη προς τον έλληνα πολίτη και ταυτόχρονα να πηγάζει από αυτόν. Οφείλουμε να τονώσουμε το ενδιαφέρον του έλληνα πολίτη προς την πολιτική της συμμετοχής και της δράσης, να τον απομακρύνουμε από την νωχέλεια του καναπέ. Και αυτό μπορεί να γίνει αποδεικνύοντάς του εμπράκτως ότι ακούμε τα αιτήματά του και βελτιώνουμε ουσιαστικά την ποιότητα της ζωής του.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:
Πού χρειάζεται διορθωτικές κινήσεις και επανακαθορισμό η ακολουθούμενη σήμερα Κυβερνητική πολιτική;

ΓΕΡ. ΑΡΣΕΝΗΣ:
Όσον αφορά στον επανακαθορισμό της κυβερνητικής πολιτικής, θα ξεχώριζα τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς μας μέσα από τολμηρές αναπτυξιακές τομές.
Επιπλέον, η κυβέρνηση οφείλει να προτάξει την αντιμετώπιση του παραγωγικού ελλείμματος ως κύριου στόχου της κυβερνητικής πολιτικής, με ορίζοντα το 2006 και με ιδιαίτερη αναφορά στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τον αγροτικό τομέα. Είναι στο πλαίσιο μιας τέτοιας αναπτυξιακής πορείας, που θα μπορέσουμε να ασκήσουμε κοινωνική πολιτική και να οριοθετήσουμε τις κοινωνικές δυνάμεις που θα μας στηρίξουν.
Τέλος, έχουμε την υποχρέωση να επανεξετάσουμε την εξωτερική μας πολιτική, καθώς οι τελευταίες εξελίξεις δείχνουν ότι η βήμα προς βήμα προσέγγιση με την Τουρκία δεν έχει τα αναμενόμενα αποτελέσματα και μερικοί πιστεύουμε ότι έχει αμβλύνει τη διαπραγματευτική μας θέση.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:
Πρόσφατα σε δημόσια ομιλία σας στην Αθήνα καλέσατε τον Πρωθυπουργό να αναλάβει την ευθύνη που του αναλογεί για να υπερβεί η Κυβέρνηση τις αντιθέσεις της. Τι ακριβώς περιμένετε ότι μπορεί να κάνει ο Πρωθυπουργός;

ΓΕΡ. ΑΡΣΕΝΗΣ:
Πρώτα από όλα, ο Πρωθυπουργός πρέπει να αναλάβει την ευθύνη που του ανήκει για να υπερβεί η Κυβέρνηση τις εσωτερικές της αντιθέσεις που την έχουν καθηλώσει σε απραξία.
Ως απόλυτη προτεραιότητα, πρέπει να πείσει η Κυβέρνηση το κοινό ότι τα λεγόμενα διαπλεκόμενα δεν καθορίζουν το πολιτικό γίγνεσθαι και ότι η πολιτεία λειτουργεί με αποκλειστικό γνώμονα το δημόσιο συμφέρον. Και για να το κατορθώσει αυτό, πρέπει να να επισπεύσει την υλοποίηση του Γ” ΚΠΣ και να προχωρήσει στη χορήγηση των ραδιοτηλεοπτικών αδειών, αποδεικνύοντας έτσι εμπράκτως την αυτονομία της έναντι των αντικρουομένων οικονομικών συμφερόντων.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:
Υπάρχει σε εξέλιξη μία συζητηση για την αλλαγή του εκλογικού νόμου προς το αναλογικότερο. Κάποιοι μάλιστα προτείνουν το λεγόμενο «γερμανικό μοντέλο». Είναι εφικτό σήμερα ένα αναλογικότερο σύστημα ή μήπως τελικά στην προσπάθεια να «δελεαστεί» η Αριστερά θα τεθεί σε δοκιμασία μία από τις μεγαλύτερες τομές της μεταπολίτευσης, η σταθερή διακυβέρνηση της χώρας;

ΓΕΡ. ΑΡΣΕΝΗΣ:
Όσο πιο αναλογικό είναι το εκλογικό σύστημα, τόσο πιο γνήσια η αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Πιστεύω ότι ένα αναλογικότερο εκλογικό σύστημα είνα εφικτό σήμερα και πρέπει να το προωθήσουμε. Είμαι αντίθετος στο «γερμανικό μοντέλο», γιατί αν εφαρμοστεί στον τόπο μας σε αυτή τη συγκυρία, οι κομματικές ηγεσίες θα προσδιορίζουν ουσιαστικά την σύνθεση των ομάδων τους. Έτσι, θα «υπαλληλοποιηθεί» ο βουλευτής, ο ρόλος του οποίου έχει ήδη υποβαθμιστεί.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:
Άνοιξε και πάλι παρασκηνιακά η συζήτηση περί «διαδοχής» του Κ. Σημίτη. Υπάρχουν μάλιστα και ορισμένοι που φέρονται να εξετάζουν και το ενδεχόμενο αντικατάστασης του Πρωθυπουργού πριν από τις βουλευτικές εκλογές. Πώς κρίνετε εσείς αυτά τα σενάρια και τις σκέψεις;

ΓΕΡ. ΑΡΣΕΝΗΣ:
Το ΠΑΣΟΚ δεν μπορεί να διαπνέεται από μικροκομματικές νοοτροπίες ή καιροσκοπικές επιλογές. Ούτε το ΠΑΣΟΚ μπορεί να αντιμετωπίζεται σαν προϊόν, ούτε και ο θεσμός του Πρωθυπουργού σαν απλό περιτύλιγμα. Η αλλαγή του προσώπου του Πρωθυπουργού δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται σαν ζήτημα marketing, αλλά συνδέεται με ουσιαστικά ζητήματα πολιτικής ταυτότητας ενός κόμματος.
Αυτή τη στιγμή, το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε είναι να μην ασχολούμαστε επιπόλαια με σενάρια διαδοχής και να ασχοληθούμε με το έργο της πολιτικής μας ανασύνταξης.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:
Ακούσαμε και ακούμε από πολλά Κυβερνητικά στελέχη να λένε και δημόσια ότι υπάρχουν εξωπολιτικά κέντρα που, στο όνομα οικονομικών συμφερόντων, δημιουργούν σοβαρά προβλήματα στην Κυβέρνηση και το πολιτικό σύστημα. Εκτιμάτε ότι τελικά υπάρχουν επιχειρηματίες που επιθυμούν την αστάθεια και την περιπέτεια, στο όνομα κάποιων κονδυλίων του Γ” ΚΠΣ ή παραχώρησης τηλεοπτικών αδειών;

ΓΕΡ. ΑΡΣΕΝΗΣ:
Αυτά τα συμπτώματα είναι ορατά στο κοινό. Άλλωστε έχουμε ακούσει τέτοιες καταγγελίες από επίσημα χείλη. Σε μια αστική δημοκρατία θα υπάρχει πάντα μία δύσκολη συμβίωση ανάμεσα στην οικονομική δύναμη και στην πολιτική εξουσία. Το χρήμα είναι ισχύς και αποτελεί ιδιότητα της ισχύος το να θέλει να μετατρέπεται, άμεσα ή έμμεσα, θεμιτά ή αθέμιτα, σε εξουσία.
Η ποιότητα της δημοκρατίας σε έναν τόπο καθορίζεται από την ικανότητα της πολιτικής εξουσίας να κρατήσει σε απόσταση ασφάλειας τη λειτουργία των οικονομικών δυνάμεων από τη διαδικασία της λήψης πολιτικών αποφάσεων.
Αν δεχθούμε αυτή τη βασική αρχή, τότε πρέπει να δεχθούμε ότι το θέμα της διαπλοκής δεν προσφέρεται για εισαγγελικό ρόλο σε κανένα κόμμα. Η διαπλοκή αφορά σε ολόκληρο τον πολιτικό βίο της χώρας. Είναι λοιπόν ευθύνη του πολιτικού κόσμου και πρώτα-πρώτα της Κυβέρνησης να διασφαλίσει την ακεραιότητα της λειτουργίας του δημοκρατικού μας πολιτεύματος.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:
Υπάρχει ανοικτή διαβούλευση αυτή τη στιγμή για το θέμα του λεγόμενου Ευρωστρατού. Τι περιθώρια έχει η Ελληνική πλευρά; Εκτιμάτε ότι μπορεί να παρακαμφθεί τελείως το Βρεττανικό κείμενο που έχει χαρακτηρισθεί αρχικά ως απαράδεκτο από την Αθήνα ή θα μείνουμε σε ένα «λίφτινγκ» αυτού του κειμένου;

ΓΕΡ. ΑΡΣΕΝΗΣ:
Η δημιουργία του Ευρωστρατού αποτελεί μια φάση της ολοκλήρωσης της πολιτικής ενοποίησης της Ευρώπης. Η άμυνα της Ευρώπης είναι ένα απαραίτητο στοιχείο του οικοδομήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και φυσικά για την άμυνα της Ευρώπης, μόνο τα κράτη-μέλη της Ευρώπης μπορεί να έχουν λόγο και να αποφασίσουν.
Η ευρωπαϊκή άμυνα θα έχει σημασία, έννοια και περιεχόμενο, μόνο όταν αποφασίζεται από τα κράτη-μέλη. Θα πρέπει η Ελλάδα να αναζητήσει και συμμάχους μέσα στα κράτη -μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς αυτή την κατεύθυνση. Γιατί το θέμα δεν είναι μόνο ελληνικό, είναι θέμα της εκπλήρωσης του οράματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Παραμένει βέβαια το ζήτημα της χρήσης των υλικών υποδομών. Στο βαθμό που θα χρησιμοποιηθούν αυτές οι υποδομές, βεβαίως μετά την απόφαση της Ευρώπης για μια συγκεκριμένη δραστηριότητα, αυτό το θέμα μπορεί να συζητηθεί χωριστά με τη στρατιωτική και πολιτική ηγεσία του ΝΑTΟ.
Αυτό όμως είναι άλλο πράγμα, από το να εμπλακούν στη λήψη και στη διαδικασία λήψης απόφασης της Ευρωπαϊκής Ένωσης άλλες χώρες, όπως η Τουρκία για θέματα που αφορούν αποκλειστικά τον Ευρωστρατό. Εκεί θα πρέπει να είμαστε αυστηροί και σταθεροί και, αν χρειασθεί, να προβάλουμε veto.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:
Υπάρχουν σε εξέλιξη συνομιλίες για το Κυπριακό. Είστε αισιόδοξος ότι μπορεί να υπάρξει μία «ευπρεπής» λύση, βάσει των ψηφισμάτων και των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας; Μέχρι ποιο σημείο μπορεί να υπάρξει «συμβιβασμός»;

ΓΕΡ. ΑΡΣΕΝΗΣ:
Το οριακό σημείο το έχουμε ήδη υπερβεί. Η συμφωνία Μακαρίου – Ντενκτάς του 1977 για το δικοινοτικό χαρακτήρα της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι η έσχατη υποχώρηση που μπορεί να γίνει αποδεκτή για τη λύση του Κυπριακού. Από την άλλη πλευρά όμως, ο δικοινοτικός χαρακτήρας δεν μπορεί να καταλύσει τον ενιαίο χαρακτήρα της Κυπριακής Δημοκρατίας και τη μία και μοναδική κυριαρχία.
Αυτό που πρέπει να μας απασχολεί δεν είναι μία «ευπρεπής» λύση, αλλά μία βιώσιμη λύση. Μία βιώσιμη λύση του Κυπριακού δεν μπορεί παρά να αναγνωρίσει το διεθνή χαρακτήρα του προβλήματος που προέκυψε από την παράνομη και συνεχιζόμενη κατοχή εδάφους της Κύπρου από Τουρκικά στρατεύματα και να στηρίζεται σε ψηφίσματα και αποφάσεις του ΟΗΕ που προσβλέπουν στην απομάκρυνση των στρατευμάτων κατοχής, την επιστροφή των εποίκων και το σεβασμό των ατομικών δικαιωμάτων και του Ευρωπαϊκού κεκτημένου.
Σενάρια τριζωνικής κυριαρχίας που κυκλοφορούν τεχνηέντως και άλλα συναφή, αποτελούν παρακμιακές προτάσεις που υποβαθμίζουν τη βαρύτητα των παραγόντων που συνθέτουν το Κυπριακό και δεν αξίζουν καν να σχολιασθούν.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:
Και με την ένταξη της Κύπρου;

ΓΕΡ. ΑΡΣΕΝΗΣ:
Η Ελλάδα πρέπει από τώρα να καταστήσει σε όλους σαφές ότι δεν πρόκειται να δεχθεί τη διεύρυνση της Ε.Ε., αν σε αυτή δεν συμπεριληφθεί η Κύπρος χωρίς όρους ή προϋποθέσεις. Η επίλυση του Κυπριακού δεν αποτελεί προϋπόθεση της ένταξης.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:
Ελληνοτουρκικός «διερευνητικός» διάλογος. Περιμένετε να υπάρξει κάποια θετική κατάληξη, τουλάχιστον ως προς το θέμα της υφαλοκρηπίδας; Εκτιμάτε ότι η Τουρκία, με τα όσα έθεσε στο τραπέζι από την πρώτη κιόλας συνάντηση (γκρίζες ζώνες, αφοπλισμός των νησιών, μείωση του ελληνικού εναέριου χώρου, μειονοτικά κ.α.), επιδεικνύει καλή πρόθεση και βοηθάει στο διάλογο;

ΓΕΡ. ΑΡΣΕΝΗΣ:
Η Τουρκία από χρόνια προσπαθεί να οδηγήσει στην αναθεώρηση της συνθήκης της Λωζάννης. Φοβάμαι ότι σιγά-σιγά έχει καταφέρει να προωθήσει τις θέσεις της.
Το θέμα του Αιγαίου είναι θέμα που τίθεται μόνο από την τουρκική πλευρά. Για μας δεν υπάρχουν ζητήματα για διάλογο ή διαπραγμάτευση με την Τουρκία. Οι διεθνείς Συμβάσεις έχουν σαφώς τοποθετηθεί σε αυτό το ζήτημα και το μόνο που μένει να λυθεί, είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας.
Εκεί νομίζω ότι πρέπει να είμαστε σταθεροί, να πάμε πίσω στην πάγια θέση μας, παρακάμπτοντας θέσεις που έχουν ίσως παρεξηγηθεί τα τελευταία χρόνια και να πούμε ότι δεν υπάρχει θέμα Αιγαίου, δεν υπάρχει χώρος για πολιτικό διάλογο ανάμεσα στη Ελλάδα και στην Τουρκία για το θέμα του Αιγαίου.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:
Υπήρξατε Υπουργός Παιδείας και μάλιστα επωμισθήκατε την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Προχωράει σήμερα αυτή η μεταρρύθμιση; Είστε ικανοποιημένος από την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στην εκπαίδευση;

ΓΕΡ. ΑΡΣΕΝΗΣ:
Η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση αποτέλεσε μία γιγαντιαία προσπάθεια εκσυγχρονισμού όλων των πλευρών του εκπαιδευτικού πρίσματος, Το κύριο όμως γνώρισμα της ήταν ο τολμηρός της χαρακτήρας, η αποφασιστικότητα με την οποία αντιμετώπισε τόσο την κρισιμότητα προβλημάτων όσο και την οξύτητα των συγκρούσεων με τα οργανωμένα οικονομικά συμφέροντα.
Σήμερα, το σκηνικό έχει αλλάξει. Το σθένος της επετηρίδας, παραδείγματος χάριν, υποσκελίζει την αξιοκρατική επιλογή των νέων, ικανών εκπαιδευτικών που περνούν τις εξετάσεις του ΑΣΕΠ και τους καταδικάζει στην αναμονή…

Print this pageEmail this to someoneShare on FacebookTweet about this on TwitterPin on PinterestShare on Google+Share on LinkedIn