ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:
Όλες οι δημοσκοπήσεις φέρουν τη Ν.Δ. όχι απλώς να προηγείται του ΠΑΣΟΚ στην πρόθεση ψήφου, αλλά να δείχνει και περισσότερο φιλολαϊκό κόμμα. Είναι στραβός ο γυαλός ή στραβά αρμενίζετε;
ΓΕΡ. ΑΡΣΕΝΗΣ:
Σίγουρα δεν φταίει ο γυαλός. Ξέρετε, στην πολιτική προσδιορίζεσαι από την εικόνα σου και όχι από τις προθέσεις σου. Ισχύει δηλαδή το σαιξπηρικό «έτσι είναι, αν έτσι νομίζετε». Βέβαια, η εικόνα που έχει διαμορφωθεί μας αδικεί. Αδικεί την ιστορία μας και τη δυναμική μας. Δεν πιστεύω ότι η Ν.Δ., με τον ευκαιριακό της λαϊκισμό και οπορτουνισμό, κερδίζει έδαφος. Είναι η διάψευση των προσδοκιών του εκλογικού σώματος για μας που κάνει τη ζημιά. Είναι στα δικά μας τα χέρια να αλλάξουμε αυτή την εικόνα, όχι βέβαια με επικοινωνιακά τεχνάσματα, αλλά με επανακαθορισμό της πορείας μας.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:
Επανακαθορισμό η κυβερνητική πολιτική πού χρειάζεται κε. Αρσένη;
ΓΕΡ. ΑΡΣΕΝΗΣ:
Πρώτα από όλα, ο Πρωθυπουργός πρέπει να αναλάβει την ευθύνη που του ανήκει για να υπερβεί η Κυβέρνηση τις εσωτερικές της αντιθέσεις που την έχουν καθηλώσει σε απραξία. Έχουμε χάσει δύο χρόνια και πρέπει τώρα να τρέξουμε για να προλάβουμε να ολοκληρώσουμε το έργο μας στα επόμενα δύο.
Ως απόλυτη προτεραιότητα, πρέπει να πείσει η Κυβέρνηση το κοινό ότι τα λεγόμενα διαπλεκόμενα δεν καθορίζουν το πολιτικό γίγνεσθαι και ότι η πολιτεία είναι σε θέση να προστατεύσει την αυτονομία της και να λειτουργεί με αποκλειστικό γνώμονα το δημόσιο συμφέρον. Η Κυβέρνηση μπορεί να σηματοδοτήσει τον δικό της αυτόνομο βηματισμό, κόβοντας τον γόρδιο δεσμό των αντικρουομένων οικονομικών συμφερόντων, να επισπεύσει την υλοποίηση του Γ” ΚΠΣ και να προχωρήσει στη χορήγηση των ραδιοτηλεοπτικών αδειών.
Όσον αφορά στον επανακαθορισμό της κυβερνητικής πολιτικής, θα ξεχώριζα δύο χώρους.:
1. Να προτάξει την αντιμετώπιση του παραγωγικού ελλείμματος ως κύριου στόχου της κυβερνητικής πολιτικής, με ορίζοντα το 2006 και με ιδιαίτερη αναφορά στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τον αγροτικό τομέα. Είναι στο πλαίσιο μιας τέτοιας αναπτυξιακής πορείας, που θα μπορέσουμε να ασκήσουμε κοινωνική πολιτική και να οριοθετήσουμε τις κοινωνικές δυνάμεις που θα μας στηρίξουν.
2. Να επανεξετάσει, με συμβολή όλων των πτερύγων της Βουλής, την εξωτερική μας πολιτική, καθώς οι τελευταίες εξελίξεις δείχνουν ότι η βήμα προς βήμα προσέγγιση με την Τουρκία δεν είχε τα αναμενόμενα αποτελέσματα και, κατά τη γνώμη πολλών, έχει αμβλύνει τη διαπραγματευτική μας θέση.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:
Και αν δεν συμβεί αυτό;
ΓΕΡ. ΑΡΣΕΝΗΣ:
Εκτιμώ ότι θα αναληφθούν πρωτοβουλίες βάσης μέσα στο χώρο μας που θα πιέσουν για επαναπροσδιορισμό της πορείας μας. Εγώ πιστεύω ότι, αργά ή γρήγορα, το ποτάμι θα ξαναβρεί την κοίτη του.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:
Οι ευαισθησίες σας στα λεγόμενα εθνικά θέματα είναι δεδομένες. Είστε αισιόδοξος για την επίλυση του Κυπριακού και ως ποιο σημείο μπορεί να υπάρξει συμβιβασμός;
ΓΕΡ. ΑΡΣΕΝΗΣ:
Ήμουν πρόσφατα στην Κύπρο και οφείλω να σας πω ότι δεν βρίσκω λόγους για να είμαστε αισιόδοξοι. Η Τουρκία μέσω Ντενκτάς επιμένει στις δύο κυριαρχίες, δηλαδή σε δύο κράτη. Καμιά συμφωνία δεν μπορεί επιτευχθεί σε αυτή τη βάση. Πιστεύω ότι η συμφωνία Μακαρίου – Ντενκτάς το 1977 για τον δικοινοτικό χαρακτήρα της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι η έσχατη υποχώρηση που μπορεί να γίνει αποδεκτή. Ο ελληνισμός δεν έχει περιθώρια περαιτέρω υποχωρήσεων. Η Κύπρος έζησε πολλά χρόνια χωρίς λύση. Μπορεί να υπομείνει κι άλλο, μέχρις ότου επιτευχθεί λύση που θα είναι πραγματικά δίκαιη και βιώσιμη.
Κρίνω ότι είναι επικίνδυνη η άποψη που κυκλοφορεί δειλά – δειλά, ότι, για να διευκολυνθεί η ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε., θα έπρεπε να γίνει ένας «συμβιβασμός» και να γίνει αποδεκτή μια μη ικανοποιητική λύση του κυπριακού. Ακούμε διάφορα σενάρια π.χ. περί τριζωνικής κυριαρχίας κ.α. Πιστεύω ότι μία τέτοια έκβαση θα ήταν ολέθρια για το μέλλον του ελληνισμού στη Νήσο.
Η ένταξη της Κύπρου μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς λύση του κυπριακού, αρκεί η Ελλάδα να καταστήσει από τώρα σαφές πως δεν θα δεχθεί διεύρυνση της Ε.Ε., αν δεν συμπεριληφθεί στην πρώτη ομάδα η Κύπρος, χωρίς όρους ή προϋποθέσεις.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:
Έχετε πει πως διαφωνείτε με τον εκσυγχρονισμό του κου Σημίτη, αλλά ότι ο κ. Πρωθυπουργός δεν πραγματοποίησε ούτε αυτόν. Γιατί; Ποιοι κατά τη γνώμη σας τον εμπόδισαν;
ΓΕΡ. ΑΡΣΕΝΗΣ:
Κανένα κυβερνητικό εγχείρημα δεν μπορεί να πετύχει, αν δεν έχει προηγουμένως εξασφαλισθεί ικανοποιητική αντιστοιχία ανάμεσα στις κοινωνικές ομάδες που συγκροτούν το πολιτικό και κομματικό στήριγμα της κυβέρνησης και τις κοινωνικές ομάδες που εμπλέκονται και ωφελούνται από το συγκεκριμένο εγχείρημα. Με λίγα λόγια, δεν μπορεί άλλοι να στηρίζουν και άλλοι να ωφελούνται. Κατά τη γνώμη μου, η προϋπόθεση αυτή δεν είχε εξασφαλισθεί.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:
Μπορείτε να γίνετε πιο συγκεκριμένος;
ΓΕΡ. ΑΡΣΕΝΗΣ:
Μας είχε λεχθεί ότι ο εκσυγχρονισμός απευθυνόταν στα νέα και ανερχόμενα κοινωνικά στρώματα, αλλά παρέμενε αναπάντητο το ερώτημα ποιος θα είναι ο νέος ρόλος των ευρύτερων λαϊκών στρωμάτων που πολιτικά στήριζαν το ΠΑΣΟΚ. Αυτή η αναντιστοιχία εξηγεί την αμφιθυμία, τις παλινδρομήσεις και τελικά την αδράνεια που χαρακτηρίζει το σκηνικό. Δεν πάει πολύς καιρός που υπήρχαν προσδοκίες για συνεργασία του κου Σουφλιά με το ΠΑΣΟΚ, για να τον δούμε αργότερα κορυφαίο στέλεχος – και πάλι – της Ν.Δ. Πρόσφατα κατακεραυνώσαμε τον ΣΕΒ ως παραμάγαζο της Ρηγίλλης και ανοίξαμε πανιά για ένα ραντεβού με την Αριστερά. Προ ημερών όμως, παραδώσαμε το τιμόνι του ΟΤΕ, ενός από τους πιο στρατηγικούς φορείς της ανάπτυξης, στον Πρόεδρο του ΣΕΒ κο Αντωνακόπουλο και απορρίψαμε στη Βουλή, χωρίς διάλογο, προτάσεις του ΣΥΝ για την αντιμετώπιση της διαπλοκής. Με το ίδιο σκεπτικό, εξηγώ τις παλινδρομήσεις στο Ασφαλιστικό, στην Ολυμπιακή, στις Αποκρατικοποιήσεις, στην Εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:
Για την εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση, τι έχετε να μας πείτε;
ΓΕΡ. ΑΡΣΕΝΗΣ:
Δώσαμε μια σκληρή μάχη για την αναβάθμιση της δημόσιας παιδείας, έχοντας απέναντί μας οργανωμένα οικονομικά συμφέροντα και κλειστές, αλλά καθόλου αντιπροσωπευτικές, συντεχνίες. Κερδίσαμε τη μάχη, πριν από τις εκλογές του 2000 για να παραδώσουμε μετά τον χώρο στους εχθρούς της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης οι οποίοι φυσικά έχουν επιδοθεί στο έργο της αποδόμησής της. Αν οι παράγοντες αυτοί είναι τόσο σημαντικοί ώστε να υιοθετούμε τώρα πολιτική κατευνασμού απέναντί τους, τότε γιατί ανοίξαμε το μέτωπο της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης;
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:
Τελευταία πυκνώνουν οι προτάσεις του ΠΑΣΟΚ προς τα κόμματα της Αριστεράς. Αποτελεί λύση στα προβλήματα διακυβέρνησης της χώρας;
ΓΕΡ. ΑΡΣΕΝΗΣ:
Υπάρχει τέτοιος σφετερισμός τίτλων και περγαμηνών, ώστε κανείς δεν είναι βέβαιος πού είναι αριστερά, πού είναι δεξιά, πού βρίσκεται η συντήρηση, η οπισθοδρόμηση και η προοδευτική σκέψη… Εν πάσει περιπτώσει, εγώ ήμουν πάντοτε υπέρ της συνεργασίας των ευρύτερων προοδευτικών και αριστερών δυνάμεων. Η συνεργασία αυτή όμως δεν μπορεί να είναι ευκαιριακή, πρέπει να σφυρηλατηθεί με συνέπεια, σε μια μακροχρόνια και ισότιμη βάση.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:
Εσείς τι προτείνετε για διέξοδο από τη σημερινή κατάσταση; Γιατί, φαντάζομαι, δεν αποτελεί για εσάς λύση η επάνοδος της Νέας Δημοκρατίας, έστω και ως «παρένθεση»;
ΓΕΡ. ΑΡΣΕΝΗΣ:
Ας αποφύγουμε το παραισθησιογόνο της «παρένθεσης». Ας μη γελιόμαστε. Η τυχόν επάνοδος της Ν.Δ. θα σήμαινε οπισθοδρόμηση. Το ΠΑΣΟΚ έχει την κύρια ευθύνη να αποτρέψει αυτό το ενδεχόμενο, κερδίζοντας και τις επόμενες εκλογές. Μπορούμε και πρέπει να το επιτύχουμε. Σας σκιαγράφησα ήδη τι πρέπει να γίνει, κατά τη γνώμη μου, σε επίπεδο κυβέρνησης. Και θα ήθελα να προσθέσω ότι πρέπει να ξεχωρίσουμε ποιες είναι οι κοινωνικές ομάδες που είναι μαζί μας και στηρίζουν το έργο μας και ποιες είναι απέναντί μας.
Ταυτόχρονα, πρέπει να προσέξουμε το κόμμα. Να ξαναφτιάξουμε το σπίτι μας. Πρέπει να σπάσουν τα κομματικά κατεστημένα που έχουν ως σκοπό τη νομή εξουσίας και να ανοιχτούμε στην κοινωνία. Για να ξαναβρεί το ΠΑΣΟΚ ορμή, ιδέες και βούληση, πρέπει να αγκαλιάσει τα όνειρα, την πικρία και την οργή του έλληνα πολίτη.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:
Σε ενδεχόμενο ήττας στις εκλογές προβλέπετε προβλήματα για τη συνοχή του κόμματός σας;
ΓΕΡ. ΑΡΣΕΝΗΣ:
Η συνοχή ενός κόμματος αρχών δεν εξαρτάται από το εάν είναι ή όχι στην εξουσία. Η συνοχή του εξαρτάται από την καταξίωσή του στη λαϊκή συνείδηση. Η εξουσία δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά ένα εργαλείο για να μετουσιώνουμε τα οράματά μας σε πράξη. Όσο πιο κοντά παραμένουμε στις ιδεολογικές μας ρίζες, όσο πιο έντονα προβάλλουμε τον πατριωτικό και κοινωνικό χαρακτήρα του ΠΑΣΟΚ τόσο απομακρυνόμαστε από προβλήματα συνοχής. Φυσικά, για τους κυνηγούς της νομής της εξουσίας που πάντοτε παρεισφρύουν στα κόμματα, η απώλεια της εξουσίας συνιστά πρόβλημα, αλλά δεν χρειάζεται να ασχοληθούμε με αυτούς.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:
Τις όποιες προτάσεις για αντικατάσταση του κου Σημίτη πριν τις εκλογές πώς τις βλέπετε;
ΓΕΡ. ΑΡΣΕΝΗΣ:
Δεν τις βλέπω καθόλου. Το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε είναι να μην ασχολούμαστε με αυτές και να ασχοληθούμε με το έργο της πολιτικής μας ανασύνταξης.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:
Όσον αφορά στο εκλογικό σύστημα, πιστεύετε ότι θα πρέπει να είναι αναλογικότερη ή αναλογική; Και πώς βλέπετε το λεγόμενο «γερμανικό μοντέλο»;
ΓΕΡ. ΑΡΣΕΝΗΣ:
Όσο πιο αναλογικό είναι το εκλογικό σύστημα, τόσο πιο γνήσια η αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Πιστεύω ότι ένα αναλογικότερο εκλογικό σύστημα είνα εφικτό σήμερα και πρέπει να το προωθήσουμε. Ας αρκεστούμε σε αυτό το βήμα κι ας πάμε εξελικτικά στην απλή αναλογική, όσο με το χρόνο αναπτύσσεται μια κουλτούρα πολιτικής συνεργασίας. Είμαι αντίθετος στο «γερμανικό μοντέλο», γιατί αν εφαρμοστεί στον τόπο μας σε αυτή τη συγκυρία, οι κομματικές ηγεσίες θα προσδιορίζουν ουσιαστικά την σύνθεση των ομάδων τους.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:
Παλαιότερα, είχατε προβλέψει την πρόκληση οικονομικής κρίσης μετά την ολυμπιάδα του 2004. Τι ακριβώς έχετε υπόψη σας;
ΓΕΡ. ΑΡΣΕΝΗΣ:
Δεν πάμε καλά στο μέτωπο της ανταγωνιστικότητας. Θα σας δώσω δύο στοιχεία μόνο: Η εισαγωγική διείσδυση δηλαδή το ποσοστό της κατανάλωσης που προέρχεται από εισαγωγές έχει αυξηθεί από 25% το 1985, στο 43% το 2000! Η διάβρωση αυτή της παραγωγικής μας βάσης οδήγησε σε δραματική αύξηση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, από 0,9% του εισοδήματός μας το 1995, στο 4% του εισοδήματός μας το 2000. Το πρόβλημα δεν είναι τώρα ορατό, γιατί τα ελλείμματα καλύπτονται από μεταβιβάσεις πόρων από το Γ” ΚΠΣ και από την κοινή αγροτική πολιτική (ΚΑΠ).
Μετά τους ολυμπιακούς αγώνες, οι μεταβιβάσεις αυτές θα περιοριστούν δραστικά, όταν θα έχουμε επιπλέον να καλύψουμε τις υπερβάσεις των έργων και τη μείωση των αγροτικών εισοδημάτων. Η διαφορά ή θα καλυφθεί από διεύρυνση της δικής μας παραγωγικής βάσης, ή με μείωση του βιωτικού μας επιπέδου. Οι απαραίτητες παραγωγικές αναδιαρθρώσεις δεν έχουν γίνει και οι διαδικασίες είναι χρονοβόρες.
Γι” αυτό ανησυχώ.
Υπάρχει κι ένα άλλο στοιχείο που πρέπει να προσέξουμε: Η αποταμίευση των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών μειώνεται τα τελευταία χρόνια από 21% του εισοδήματός μας το 1985, στο 10% το 2000. Αυτό σημαίνει ότι χρηματοδοτούμε την κατανάλωση από τη μείωση των αποταμιεύσεών μας, υποθηκεύοντας το μέλλον μας. Τώρα χρηματοδοτούμε τις επενδύσεις μας από τους εξωτερικούς πόρους του ΚΠΣ και της ΚΑΠ, όπως σας ανέφερα. Αλλά σε λίγα χρόνια, χωρίς τις πηγές εξωτερικής χρηματοδότησης, θα είναι αδύνατον να στηρίξουμε την αναπτυξιακή μας πορεία με τόσο χαμηλές εσωτερικές αποταμιεύσεις. Πώς θα επανέλθουν οι αποταμιεύσεις μας στα επίπεδα του 1985;
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:
Και το … αντίδοτο;
ΓΕΡ. ΑΡΣΕΝΗΣ:
Σας το είπα ήδη. Σε κυβερνητικό επίπεδο θα πρέπει να προβληθεί ως εθνικός στόχος η βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς μας μέσα από τολμηρές αναπτυξιακές τομές.
Σε πολιτικό επίπεδο, οφείλουμε να κινητοποιήσουμε όλες τις παραγωγικές δυνάμεις της χώρας, τους εργαζόμενους, τους αγρότες, τους επαγγελματίες, τους μικρομεσαίους, τους επιχειρηματίες σε μία συστράτευση για μία βιώσιμη ανάπτυξη. Η συντεταγμένη πορεία, η επίτευξη κοινών στόχων, η δίκαιη κατανομή των ευθυνών και των βαρών, αλλά και η δίκαιη κατανομή των καρπών της κοινής προσπάθειας μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο εθνικού διαλόγου και προγραμματικής συμφωνίας.
Δεν έχω καμιά αμφιβολία πως μία τέτοια ευρύτατη κοινωνική κινητοποίηση θα αντιμετωπίσει πολλά εμπόδια και θα βρει αντιμέτωπες τις δυνάμεις της συντήρησης. Δύσκολο, αλλά αναγκαίο έργο. Ας μη ξεχνάμε ότι η ευθύνη της πολιτικής είναι να καταστήσει δυνατό αυτό που είναι αναγκαίο.