Θέλω να ευχαριστήσω το Ίδρυμα Μαραγκοπούλου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου για την εκδήλωση αυτή και, για μια ακόμη φορά, να συγχαρώ ιδιαίτερα την κα Μαραγκοπούλου που, χρόνια τώρα, δίνει τη μάχη για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Εμείς σε αυτόν τον τόπο τείνουμε να βλέπουμε τα ανθρώπινα δικαιώματα σαν μια σχετική πολυτέλεια, έξω τα φλέγοντα θέματα του κόσμου. Και όμως δεν είναι έτσι.
Ο φίλος και πρέσβυς κ. Χρήστος Ζαχαράκης κάλυψε το δικό του και το δικό μου θέμα, απαλλάσσοντάς με από τον κόπο να επαναλάβω ζητήματα που, πολύ εύστοχα, ο ίδιος κάλυψε. Θα περιοριστώ λοιπόν να κάνω κάποιες γενικές παρατηρήσεις και για τα τρία θέματα της σημερινής εκδήλωσης.
Ως γενική παρατήρηση, διαπιστώνουμε ότι σε όλα τα θέματα που συζητάμε, στην αναδιοργάνωση του ΟΗΕ, στην υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, στην ένταξη της Τουρκίας αλλά και στο Κυπριακό υπάρχει μια μεγάλη αντίφαση, ένα χάσμα ανάμεσα στις διακηρύξεις και στην πράξη. Γιατί; Σ΄ αυτό το ερώτημα πρέπει να απαντήσουμε.
Για τα ανθρώπινα δικαιώματα: Το 1948 που ήταν περίοδος αισιοδοξίας στον κόσμο, πιστεύαμε ότι αφήναμε πίσω μας τη φρίκη του πολέμου και προχωρούσαμε σε μια νέα εποχή, στην ειρηνική συνύπαρξη των λαών. Τα Ηνωμένα Έθνη προχώρησαν στη Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δίνοντας ένα όραμα για τον κόσμο, στηριγμένο σε αρχές που, ακόμα και σήμερα, θαυμάζουμε για την ποιότητα και την οραματικότητά τους. Όμως, τα ανθρώπινα αυτά δικαιώματα, παρέμειναν «γράμμα» στη Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Δεν εφαρμόσθηκαν. Και αν κάποιος έξω από αυτόν τον πλανήτη μπορούσε να μας δει, τι θα έβλεπε; Θα έβλεπε φτώχεια και πείνα στην πλειοψηφία του κόσμου. Θα έβλεπε παιδιά που γεννιώνται και πεθαίνουν από πείνα και αρρώστιες. Θα έβλεπε παιδιά που μεγαλώνουν χωρίς ελπίδα. Θα έβλεπε λαούς και μειονότητες που καταπιέζονται. Θα έβλεπε βασανιστήρια σε ευρεία κλίμακα. Θα έβλεπε την απόγνωση της πλειοψηφίας του κόσμου γιατί δεν πιστεύει ότι υπάρχει διέξοδος γι΄ αυτούς και για τα παιδιά τους. Αυτά που εμείς που βρισκόμαστε στην κατηγορία των προνομιούχων προτιμούμε να μην τα βλέπουμε. Οφείλουμε όμως να αναγνωρίσουμε ότι για να είμαστε εμείς οι λίγοι καλά, το παγκόσμιο σύστημα επιβάλλει η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών να είναι φτωχοί και καταπιεσμένοι.
Με τέτοιο παγκόσμιο σύστημα διακυβέρνησης, δεν μπορούν να υλοποιηθούν ανθρώπινα δικαιώματα. Γιατί όπως πολύ σωστά υπογραμμίζει η Χάρτα των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν είναι μόνο τα ατομικά δικαιώματα, συνυπάρχουν με τα κοινωνικά δικαιώματα. Η Χάρτα των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων συμπεριλαμβάνει το κοινωνικό δικαίωμα πρόσβασης στην εργασία και διασφάλισης του ελάχιστου επιπέδου αξιοπρεπούς διαβίωσης του πολίτη και την υποχρέωση των κρατών, εάν το εισόδημα που προκύπτει από τη δουλειά του δεν είναι αρκετό για αξιοπρεπή διαβίωση, να πάρουν τα ίδια συμπληρωματικά μέτρα.
Αυτή η βασική προϋπόθεση δεν έχει εκπληρωθεί. Όταν λοιπόν στο παγκόσμιο σύστημα δημιουργούνται εστίες απογοήτευσης και καταπίεσης, δεν είναι εύλογο να περιμένουμε αντιδράσεις και εκρήξεις; Η τρομοκρατία είναι παθολογία αυτού του συστήματος διακυβέρνησης του πλανήτη και αυτό πρέπει να το καταλάβουμε. Εάν δεν χτυπήσουμε τις ρίζες του κακού, εάν δηλαδή δεν μπορέσουμε να δημιουργήσουμε προϋποθέσεις για να λειτουργήσουν τα ανθρώπινα δικαιώματα, δεν θα έχουμε ειρήνη στον κόσμο, δεν θα εξαλείψουμε την τρομοκρατία και, φυσικά, δεν θα έχουμε ένα περιβάλλον λειτουργίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Τα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως εμείς τα καταλαβαίνουμε, θα είναι το προνόμιο κάποιων προνομιούχων, σε κάποιες χώρες που θα είναι και η μειοψηφία στον πλανήτη.
Για την τρομοκρατία: Φυσικά καταδικάζουμε την παθολογία αυτού του συστήματος και, φυσικά, απαιτούμε από τις κυβερνήσεις των χωρών να πάρουν μέτρα για την προστασία μας και την καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Δεν πρέπει όμως να παρασυρθούμε σε μέτρα που «σερβίρονται» σε εμάς με πρόσχημα την καταπολέμηση της τρομοκρατίας αλλά αποσκοπούν στην αλλαγή των συνθηκών μέσα στις κοινωνίες μας. Ζούμε μια περίοδο βασικής αλλαγής – ο Σωτήρης Μουσούρης το είπε «νεοφιλελεύθερο καθεστώς» – είναι βασικά το καθεστώς μιας περίεργης διακυβέρνησης, όπου στην κορυφή της πυραμίδας υπάρχει μία κυρίαρχη χώρα και όποιος είναι μαζί της και είναι οπαδός έχει καλώς, όποιος δεν είναι μαζί της είναι εχθρός. Αυτή η πυραμίδα, αυτή η διαμόρφωση της παγκόσμιας τάξης πραγμάτων, δημιουργεί τρομερά προβλήματα διακυβέρνησης που επηρεάζουν και το οικονομικό σύστημα, επιβάλλοντας πολύ μεγάλες αλλαγές στην οργάνωσή τους.
Μεταπολεμικά, η οργάνωση της οικονομίας και της κοινωνίας διαμορφώθηκε με βάση την ισορροπία του διπολικού συστήματος μεταξύ της Δύσης και της Ανατολής. Μετά την κατάρρευση του Ανατολικού μπλοκ, η κατάσταση έχει αλλάξει. Οι απαιτήσεις για μια άλλη παγκόσμια οικονομία πάνω σε μια νεοφιλελεύθερη βάση είναι τέτοιες που πιέζουν για βασικές αλλαγές στα κεκτημένα της εργασίας. Συχνά, μέτρα εναντίον της τρομοκρατία δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα εργαλείο για την απονεύρωση της ελεύθερης βούλησης και την περιθωριοποίηση των πολιτών, και νομιμοποιούν έτσι, χωρίς διαμαρτυρία, ένα νέο κοινωνικό και οικονομικό καθεστώς αντίθετο στις έννοιες του κράτους δικαίου και του κοινωνικού κράτους.
Γι΄ αυτό θα πρέπει, με κάθε τρόπο, να αντισταθούμε σε μέτρα που, με πρόσχημα την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, ουσιαστικά θα αναιρέσουν στοιχειώδη ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα που έχουμε κατοχυρώσει στη μεταπολεμική περίοδο. Και είναι λυπηρό ότι στο φαινόμενο αυτό δεν υπάρχουν αντιστάσεις από τα κράτη μέλη της Ε.Ε. – δεν ξέρω αν η τελευταία ελπίδα μας είναι το Ευρωκοινοβούλιο, αμφιβάλλω πολύ – νομίζω η τελευταία ελπίδα μας είναι οι λαοί της Ευρώπης, η κινητοποίηση των πολιτών για τη Δημοκρατία, για τη διασφάλιση στοιχειωδών ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων.
Για τα Ηνωμένα Έθνη: Ο Σωτήρης Μουσούρης μίλησε με πόνο για τα Ηνωμένα Έθνη, ένα πόνο που κι εγώ συμμερίζομαι γιατί ένα μεγάλο κομμάτι της επαγγελματικής μου ζωής το πέρασα κι εγώ στα Ηνωμένα Έθνη. Δυστυχώς, τα Ηνωμένα Έθνη έχουν τελειώσει ως αυτόνομος πολιτικός παράγων στη διεθνή σκηνή. Θα πρέπει να αλλάξει πολύ η κατάσταση στον κόσμο και η ισορροπία των παγκοσμίων δυνάμεων για να ξαναδούμε Ηνωμένα Έθνη όπως τα ξέραμε παλιά. Σήμερα, παγκόσμιος οργανισμός «με δόντια» δεν είναι τα Ηνωμένα Έθνη, είναι το παγκόσμιο ΝΑΤΟ. Το ΝΑΤΟ, που διαρκώς διευρύνεται, παίρνει τις σημαντικές αποφάσεις που μπορεί, αργότερα, να επικυρώσει και το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Εάν λοιπόν θέλουμε ένα άλλο παγκόσμιο σύστημα διακυβέρνησης, εάν θέλουμε να στηρίξουμε την επανίδρυση των Ηνωμένων Εθνών πάνω σε άλλη βάση, θα πρέπει να προχωρήσουμε σε μια παγκόσμια κινητοποίηση για μια άλλη οργάνωση της παγκόσμιας οικονομίας που θα βάλει, ανάμεσα στ΄ άλλα, και στέρεη βάση για τη διασφάλιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Και δυστυχώς οι κυβερνήσεις μας, οι κυβερνήσεις όλων των χωρών – στο δυτικό κόσμο τουλάχιστον – είναι ευάλωτες στις πιέσεις του διεθνούς παράγοντα. Δεν μπορούν να ηγηθούν μιας τέτοιας κινητοποίησης. Είναι μέρος του προβλήματος, όχι της λύσης. Κάποια πράγματα, επιτέλους, πρέπει να τα πούμε με το όνομά τους.
Για την Τουρκία: Παρατηρούμε την ίδια διάσταση ανάμεσα στις διακυρήξεις και στην πράξη. Η Ε.Ε. έθεσε σαφείς όρους και προϋποθέσεις για την έναρξη των διαπραγματεύσεων για την ένταξη και, όπως τόνισε ο κ. Ζαχαράκης, δεν υπήρχε περίπτωση να προχωρήσει η διαδικασία με την κατάσταση που υπάρχει στο εσωτερικό της Τουρκίας. Η απόφαση όμως δεν ελήφθη με βάση αυτούς τους κανόνες. Η απόφαση ήταν αποτέλεσμα πίεσης των ΗΠΑ στην Ε.Ε. Και αυτό πρέπει να το πούμε, ότι αν δεν υπήρχε η μεγάλη πίεση των ΗΠΑ η έκβαση των συζητήσεων και των διαπραγματεύσεων για την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας θα ήταν διαφορετική. Και αυτή είναι η πυραμίδα της παγκόσμιας διακυβέρνησης για την οποία σας μίλησα.
Να μην κάνουμε λοιπόν το λάθος, να πιστεύουμε ότι ο κόσμος είναι πολύ-κεντρικός και ότι υπάρχει ένας πόλος δύναμης που λέγεται ΗΠΑ και ένας άλλος που λέγεται Ε.Ε. Δυστυχώς, η Ε.Ε. σε αυτά τα θέματα έχει μια υποταγμένη εξωτερική πολιτική. Και η Τουρκία θα μπει ή δεν θα μπει στην Ε.Ε. ανάλογα με τις στρατηγικές επιλογές των ΗΠΑ. Δεν θα εξαρτηθεί τόσο από τη βούληση των κρατών μελών της Ε.Ε. εκτός εάν αφήσουμε τους λαούς να μιλήσουν. Τότε θα υπάρχει κάποια ελπίδα. Και, ανεξάρτητα από τη θέση που έχει κανείς για το Ευρωσύνταγμα, η εμπειρία της Γαλλίας μας λέει ότι οι λαοί μπορούν να αντιστρέψουν τη βούληση των ηγεσιών τους.
Και μπαίνω στο θέμα που με αφορά. Το Κυπριακό: Δεν ξέρω πως το έχει φέρει η τύχη και μιλάω για το Κυπριακό από τα φοιτητικά μου χρόνια. Οι θέσεις που προσωπικά πήρα, ακολουθώντας και πολλούς άλλους ήταν ορθές. Και δεν ξέρω πως τα καταφέραμε αυτές τις σωστές θέσεις που πήραμε και τις θεωρούσαμε πάγιες θέσεις τις εγκαταλείψαμε στην πορεία και, διολισθαίνοντας συνεχώς, φθάσαμε κάπου αλλού. Να σας θυμίσω από πού αρχίσαμε και πού καταλήξαμε; Δεν νομίζω ότι χρειάζεται. Το ερώτημα είναι γιατί; Γιατί υπάρχει αυτή η μεγάλη αναντιστοιχία ανάμεσα στη ρητορεία και την υποστήριξη των θέσεών μας, στην έλλειψη σθένους να στηρίξουμε τις θέσεις μας;
Δυο τινά μπορεί να συμβαίνουν, και θέλω να σας προβληματίσω γι΄ αυτό. Ή αυτά που είπαμε ευθύς εξ΄ αρχής, οι λεγόμενες πάγιες θέσεις, ήταν ανεδαφικές, οπότε υπάρχει ευθύνη σε εμάς που υποστηρίξαμε ως σωστές τις θέσεις αυτές, ή αυτές οι θέσεις ήταν και σωστές και εφικτές αλλά απαιτούσαν πολιτική, διπλωματική και στρατιωτική θωράκιση που δεν φροντίσαμε να αναπτύξουμε.
Η δική μου αίσθηση είναι ότι οι θέσεις της Κύπρου και της Ελλάδας, οι πάγιες θέσεις ήταν σωστές διαχρονικά και θα μπορούσαν να είχαν περάσει. Λυγίσαμε όμως στις πιέσεις γιατί δεν είχαμε κτίσει τις άμυνές μας, το εσωτερικό μας μέτωπο, δεν είχαμε μια ενιαία στρατηγική και δεν είχαμε θωρακίσει τη στρατηγική αυτή με την απαιτούμενη διπλωματική, πολιτική και στρατιωτική υποδομή για να περάσουμε τις θέσεις μας.
Και αυτή η κατάσταση έχει γίνει αντιληπτή στην άλλη πλευρά. Όταν διαπραγματεύεσαι με κάποιον στην άλλη άκρη του τραπεζιού, το πρώτο πράγμα που κάνεις είναι να ψάξεις ποια είναι τα όριά του. Εάν η «πληροφορία» που παίρνεις από τον αντίπαλό σου στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων είναι ότι πάντα θα υποχωρεί, είναι σαφές ότι δεν χρειάζεται να δώσεις τίποτα και έχεις πάρα πολλά να πάρεις. Ε, αυτό έγινε. Αυτή είναι η τραγωδία του Κυπριακού.
Και ας μην ξεχάσουμε ότι ήταν η πλειοψηφία των κομμάτων, και στην Κύπρο και στην Ελλάδα, που είχε στηρίξει το Σχέδιο Ανάν και πηγαίναμε προς τον όλεθρο της Κύπρου. Φανταστείτε σήμερα αν είχε γίνει αποδεκτό το Σχέδιο Ανάν ποια προβλήματα θα είχαμε και στην Κύπρο και στην Ε.Ε. Ευτυχώς, βρέθηκε ο Κυπριακός λαός και είπε όχι.
Γνωρίζετε την προπαγάνδα και τα χρήματα που δόθηκαν για να περάσει το Σχέδιο Ανάν και ξέρετε ότι εμείς που μιλήσαμε από την αρχή ενάντια στο Σχέδιο Ανάν λοιδωρηθήκαμε και «τιμωρηθήκαμε» αλλά, σε τελευταία ανάλυση, οι Κύπριοι αντιστάθηκαν και είπαν όχι. Χάρις στο λαό της, η Κύπρος απελευθερώθηκε από το δεσμό ενός καταχθόνιου σχεδίου. Το Σχέδιο Ανάν ήταν νεκρό και η Κύπρος ήταν μέσα στην Ε.Ε. Και όμως, αμέσως μετά, εμφανίσθηκε και πάλι το φαινόμενο των υποχωρήσεων. Αναστήσαμε ξανά το Σχέδιο Ανάν, συζητάμε για επίλυση του Κυπριακού στο πλαίσιο Ανάν. Γιατί; Είχαμε πει ότι εάν δεν γίνει αποδεκτό το Σχέδιο Ανάν, αυτό δεν υπάρχει. Και τι υπάρχει; Υπάρχει το ανεξάρτητο Κράτος της Κυπριακής Δημοκρατίας που είναι μέλος του ΟΗΕ, μέλος της Ε.Ε., και έδαφος του οποίου κατέχεται στρατιωτικά και παράνομα από την Τουρκία. Και ότι η επίλυση του προβλήματος αυτού, δηλαδή της παράνομης κατοχής εδάφους κράτους – μέλους της Ε.Ε. θα πρέπει να επιδιωχθεί σε ευρωπαϊκό πλαίσιο, με βάση τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Δεν τολμήσαμε να προχωρήσουμε σε αυτή τη βάση. Και υποχωρήσαμε και πιο πέρα, σε τούτο εδώ, που είναι το πιο παράδοξο, να δεχόμαστε να ψηφίζουμε υπέρ της ένταξης μιας χώρας που δεν αναγνωρίζει ένα μέλος της Ε.Ε.! Σκεφθείτε τι θα γράψει ο ιστορικός του μέλλοντος για εμάς! Γνωρίζω τις πιέσεις που ασκήθηκαν, γνωρίζω την παγκόσμια πραγματικότητα. Αλλά, μην μου πείτε ότι εάν είχαμε αρχίσει μια καμπάνια νωρίς, αμέσως μετά την καταψήφιση του Σχεδίου Ανάν, εάν είχαμε δέσει τα δικά μας χέρια πριν και δηλώναμε ρητά και κατηγορηματικά ότι είναι αδιανόητο να συμφωνήσουμε στην έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων μιας χώρας που αρνείται να μας αναγνωρίσει, ότι αυτό δεν θα μπορούσαμε να το κάνουμε …
Αν οι κυβερνήσεις αισθάνονταν αδύναμες απέναντι στις πιέσεις που ξέρουμε ότι ήταν αφόρητες, θα μπορούσαν να κάνουν κάτι πολύ απλό. Δημοψήφισμα. Αφήστε το λαό να αποφασίσει και πείτε στη διεθνή κοινότητα, τι θέλετε να κάνουμε, δεν είναι θέμα κομμάτων, δεν είναι θέμα πολιτικών ηγεσιών, δεν είναι θέμα κυβέρνησης. Ο Ελληνισμός, στην Ελλάδα και στην Κύπρο έχει αποφασίσει. Τα χέρια μας είναι δεμένα, δεν μπορούμε να υποχωρήσουμε. Η Αυστρία μας έδωσε μαθήματα υψηλής διπλωματίας. Διαπραγματεύθηκε σκληρά και τελικά πήρε την ένταξη της Κροατίας. Εμείς όμως δεν έχουμε αλλάξει και γι΄ αυτό δεν είμαι αισιόδοξος ότι τα πράγματα θα βελτιωθούν στο μέλλον. Εκτός εάν βάλουμε πάλι στο προσκήνιο το λαό.
Ένα τελευταίο σχόλιο σε αυτό που είπε ο κ. Χρήστος Ζαχαράκης. Εγώ δεν νομίζω ότι η Τουρκία θα μπει σύντομα στην Ε.Ε. Αντίθετα, πιστεύω ότι η Τουρκία δεν θα μπει στην Ε.Ε. αλλά θα μπει σε ένα άλλο μόρφωμα που δεν θα είναι η Ε.Ε. που ξέρουμε ή οραματιζόμαστε. Νομίζω ότι θα προχωρήσουμε σε διεύρυνση του ΝΑΤΟ, σε μια μεγάλη ζώνη ελεύθερων οικονομικών συναλλαγών και, παράλληλα, σε μια Ε.Ε. δύο ή τριών ταχυτήτων. Το μόρφωμα της Ε.Ε. που θα ενσωματώνει και την πολιτική ενότητα δεν μπορεί να περιέχει την Τουρκία. Ο δρόμος της ένταξης της Τουρκίας στο όποιο μόρφωμα της Ε.Ε. θα είναι μακρύς. Στην πορεία θα συναντήσουμε κατακλεισμικές κοινωνικές εξελίξεις στην Ευρώπη και αυτές θα διαμορφώσουν το πολιτικό σκηνικό. Μέσα σ΄ αυτό το μεγάλο ανακάτεμα της νέας εποχής στην Ευρώπη θα προκύψουν άλλες δυνάμεις, άλλες καταστάσεις που ελπίζω να δώσουν σε τελευταία ανάλυση, στα ευρωπαϊκά κράτη τη δυνατότητα να αποκτήσουν όχι μόνο την οικονομική τους αυτοδυναμία – που την έχουν – αλλά την πολιτική και στρατιωτική τους αυτοδυναμία. Αυτή είναι η ελπίδα. Είναι μια κατεύθυνση προς την οποία οι άνθρωποι που πιστεύουν στην Ειρήνη, στη Δημοκρατία, στο ευρωπαϊκό όραμα πρέπει να προχωρήσουν και να κάνουν ότι είναι δυνατόν για να γίνει, έστω και αργά, πραγματικότητα το όραμα μιας αυτοδύναμης, δημοκρατικής και κοινωνικής Ευρώπης.