Δεν ξέρω πώς τα καταφέρνει η φίλη μας η Αλίκη, αλλά πάντοτε μας παρουσιάζει είτε βιβλίο είτε εκδήλωση που είναι στην επικαιρότητα. Δεν θα μπορούσα να φανταστώ ένα πιο επίκαιρο θέμα από το θέμα του βιβλίου αυτού. Σήμερα, συζητάμε την εμφανή κρίση στο χώρο της πληροφόρησης και της δημοσιογραφίας, μετά από την παρουσίαση της εικονικής πραγματικότητας, που ήταν μακρυά από πραγματικότητα της χώρας μας, όταν οι έλληνες πολίτες διαδήλωναν για την ειρήνη στους δρόμους και οι τηλεοράσεις επέμεναν σε θέματα που θα αφορούσαν τις κοινωνικές μας στήλες, στις δραστηριότητες ενός «τέως» στην Ελλάδα. Ή προβάλλοντας ακόμη και το συλλαλητήριο, το μεγαλειώδες συλλαλητήριο στην Αθήνα, τόνισαν τα «παρατράγουδα» της ουράς ορισμένων νέων αναρχικών, χωρίς να δείξουν τον όγκο, τον παλμό, τη θέληση του έλληνα πολίτη να διαδηλώσει την πίστη του στην ειρήνη και τον αγώνα για την ειρήνη. Το θέμα λοιπόν είναι επίκαιρο και πρέπει να μας προβληματίσει. Εγώ δεν νομίζω ότι αυτό έγινε μόνον για λόγους προβολής θεμάτων που «πουλάνε» στον κόσμο. Νομίζω ότι η εντύπωση και το πολιτικό κλίμα θα ήταν διαφορετικό, αν εμπεδωνόταν μέσα από τα ΜΜΕ η εντύπωση ότι ο λαός δεν κάθεται στον καναπέ, αλλά μιλάει, ενεργεί και έχει αποτέλεσμα. Το μήνυμα ότι η συμπεριφορά της πολιτικής μπορεί να αλλάξει με την ενεργό δράση του πολίτη είναι ένα μήνυμα που θα έπρεπε να είχε τονισθεί από τα ΜΜΕ, αλλά δεν έγινε, για πολλούς λόγους. Ας γυρίσουμε όμως πίσω στο βιβλίο. Θέλω να συγχαρώ και το Ίδρυμα Μαραγκοπούλου, τον εκδοτικό οίκο Λιβάνη, αλλά και όλους τους συντελεστές γι” αυτή τη θαυμάσια έκδοση. Είναι ένα θαυμάσιο βιβλίο, επιμελημένο, που έγινε με τη συνεργασία δημοσιογράφων, φωτογράφων, σκιτσογράφων και που συντελούν σε ένα συγκλονιστικό σύνολο. Αν ήμουν Υπουργός Παιδείας σήμερα, χωρίς καμία αμφιβολία, θα το ενέκρινα να σταλεί σε όλες τις Σχολικές Βιβλιοθήκες. Και νομίζω ότι πρέπει να το πούμε αυτό στον σημερινό Υπουργό Παιδείας ότι το βιβλίο αυτό πρέπει να το διαβάσουν τα παιδιά. Να διαβάσουν τις συγκινητικές εμπειρίες των δημοσιογράφων, να δουν τις εντυπωσιακές φωτογραφίες που κραυγάζουν για την ειρήνη και να δουν και την ελπίδα της ζωής που μεταφέρουν οι σκιτσογράφοι. Ο τίτλος είναι φυσικά φορτισμένος πολιτικά και κοινωνικά. Κι έχω, πρώτα απ” όλα, μία δυσκολία με την έννοια του «πολέμου»: Ίσως πρέπει να πούμε δυο λόγια για το τι είναι και τι δεν είναι πόλεμος. Εμείς λειτουργούμε ίσως με παλαιά αντανακλαστικά και όταν μιλάμε για πόλεμο έχουμε υπόψη μας την αντιπαράθεση δύο σχεδόν ισοδυνάμων στρατών, τον ένα εναντίον του άλλου, τον ένα να αγωνίζεται για την ελευθερία και τη δημοκρατία και τον άλλον ίσως για ολοκληρωτικούς σκοπούς. Με δυο λόγια, έχουμε ίσως υπόψη μας τον Β” Παγκόσμιο Πόλεμο. Αυτός όμως ήταν ίσως και ο τελευταίος πόλεμος με την κλασική έννοια. Τότε οι δυνάμεις της Συμμαχίας πολέμησαν τον φασιστικό άξονα, οι λαοί στήριξαν τη Συμμαχία και σε αυτά τα πλαίσια έγινε αποδεκτό από όλους ότι η πληροφόρηση μπαίνει και αυτή μέσα στο πλαίσιο του ίδιου του πολέμου. Η επικοινωνία ήταν και αυτή ένα μέσο για να αποδιοργανώσει τον εχθρό και να υψώσει το ηθικό των συμμάχων και των πολιτών. Δεχθήκαμε λοιπόν ότι, κάτω από αυτές τις συνθήκες, η πληροφόρηση είναι στρατευμένη. Αυτό όμως πέρασε. Και ήταν ίσως και ο τελευταίος πόλεμος – και το ελπίζω – αυτού του είδους. Από εκεί και πέρα, είχαμε άλλες εκδηλώσεις, είχαμε στρατιωτικές επεμβάσεις, είχαμε στρατιωτικά χτυπήματα που δεν είχαν τα χαρακτηριστικά του κλασικού πολέμου. Δεν ήταν πόλεμος, νομίζω, με την κλασική έννοια, το στρατιωτικό χτύπημα στη Γιουγκοσλαβία, δεν ήταν πόλεμος ο πόλεμος του Κόλπου στις αρχές της δεκαετίας του ’90. Και δεν θα είναι πόλεμος αυτό που ήδη έχει προαναγγελθεί, ο νέος πόλεμος στο Ιράκ. Θα είναι μία στρατιωτική επέμβαση από μία χώρα, ή από χώρες οι οποίες είναι τεχνολογικά προχωρημένες, εναντίον λαών που ουσιαστικά είναι αδύνατοι. Και τα θύματα, στη μεγάλη πλειοψηφία, θα είναι άμαχος πληθυσμός, γυναίκες και παιδιά. Και θα είναι και ένας πόλεμος εξ αποστάσεως, τον οποίο θα παρακολουθήσουμε και πάλι από τον καναπέ. Και θα είναι και ένας πόλεμος που δεν θα έχει την νομιμοποίηση των λαών. Σε αυτή την περίπτωση νομίζω, η ανοχή που δείξαμε στον Β Παγκόσμιο Πόλεμο δεν έχει νόημα. Σε αυτή την περίπτωση, πρέπει να επιμείνουμε ότι ο πολίτης του κόσμου πρέπει να έχει πλήρη πληροφόρηση, από όλες τις πλευρές, για να κρίνει ο ίδιος τα πράγματα και για να αποφασίσει. Θα υπάρξουν πάλι τα οργανωμένα ΜΜΕ, οι πολιτικές πιέσεις για να έχουμε ειδικές ειδήσεις όσον αφορά στην προβολή των γεγονότων, αλλά ο δημοσιογραφικός κόσμος πρέπει να αντισταθεί. Αυτή τη φορά χρειάζεται ο κόσμος πλήρη πληροφόρηση. Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα: Η ελευθερία στο χώρο της πληροφόρησης κινδυνεύει όχι μόνο από τη δημοσιογραφία του πολέμου, αλλά και από τα εσωτερικά γεγονότα μίας χώρας. Χωρίς καμία αμφιβολία, σε όλες τις χώρες του κόσμου – και στη δική μας – υπάρχει πρόβλημα δημοκρατίας στον Τύπο. Υπάρχει πρόβλημα χειρισμού των ειδήσεων, προβολής των ειδήσεων με πολιτικές και οικονομικές σκοπιμότητες που διαστρεβλώνουν την αντικειμενική αλήθεια, μη δίνοντας πλήρη απάντηση στην ανάγκη πλήρους πληροφόρησης των πολιτών. Εδώ σε αυτό το πάνελ είμαστε αρκετοί πολιτικοί που έχουμε υποστεί αυτό το καθεστώς της παραπληροφόρησης, της παραχάραξης των προτάσεων και του αποκλεισμού. Πιστεύω ότι μία Δημοκρατία δεν μπορεί να λειτουργήσει ικανοποιητικά, αν δεν έχουμε πλήρη ελευθερία του Τύπου, αν δεν έχουμε πλήρη πρόσβαση του πολίτη στην πληροφόρηση. Και, επειδή θέλω να είμαι σύντομος, θα κάνω δύο μόνο προτάσεις: Πρώτον, επιτέλους, θα πρέπει να εφαρμοστεί η συνταγματική διάταξη που αφορά στην ιδιοκτησία των ΜΜΕ. Πρέπει να ξεχωρίσουμε την επιχείρηση – αν θέλετε – της πληροφόρησης από την ιδιοκτησία άλλων δραστηριοτήτων και εταιρειών που έχουν δοσοληψίες με το δημόσιο. Αυτό το φαινόμενο της διαπλοκής είναι ένα φαινόμενο που δημιουργεί σοβαρότατα προβλήματα στην δημοκρατία του Τύπου, αλλά και στην δημοκρατική ανάπτυξη των πολιτικών θέσεων και της πολιτικής σκέψης. Πρέπει επιτέλους να τολμήσουμε να το προχωρήσουμε. Δεύτερον, όσον αφορά τους δημοσιογράφους. Θα μου επιτρέψετε να είμαι ειλικρινής, μιλώντας κυρίως σε δημοσιογραφικό κόσμο. Ως πολιτικός, διαβάζω εφημερίδες, παρακολουθώ τηλεόραση. Είναι γνωστό στο δικό μας τον πολιτικό χώρο ποιος δημοσιογράφος είναι πράγματι ένας άνθρωπος που συνεπής ως προς τις αρχές του και ποιοι είναι στρατευμένοι. Αυτό το φαινόμενο δεν μπορεί να συνεχιστεί επ” άπειρον. Και πρέπει η ΕΣΗΕΑ να δει το θέμα της πολυθεσίας των δημοσιογράφων, της εξάρτησης πολλών από γραφεία επικοινωνιών, γραφεία Τύπου και άλλα κέντρα πολιτικής εξουσίας, γιατί η στρατευμένη δημοσιογραφία δεν είναι μία θετική προσφορά στο χώρο της δημοσιογραφίας και, την ίδια στιγμή, είναι μία κακή προσφορά στο χώρο της δημοκρατίας. Με την ευκαιρία λοιπόν αυτού του βιβλίου και του επικείμενου πολέμου στο Ιράκ, ας πούμε επιτέλους ότι θα πρέπει πάνω απ” όλα να έχουμε έναν ελεύθερο Τύπο, έναν αδέσμευτο Τύπο, ο οποίος θα έχει την τόλμη να περάσει την είδηση, την πλήρη είδηση στον πολίτη, για να μπορεί ο πολίτης να διαμορφώσει τη δική του κρίση, δημοκρατικά, για τα τεκταινόμενα. |
|